|
Νέες μορφές οικογένειας. Τάσεις και εξελίξεις στην σύγχρονη Ελλάδα
Δρ Λ. Αλιπράντη-Μαράτου
Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας, Paris X., Διευθύντρια Ερευνών στο ΕΚΚΕ
Κατά την τελευταία εικοσαετία σ' όλες τις δυτικο-ευρωπαϊκές χώρες παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές όχι μόνο στη δομή της οικογένειας αλλά και στη δομή της απασχόλησης και στην αγορά εργασίας. Όσον αφορά τις αλλαγές στην πυρηνική οικογένεια αυτές εγγράφονται κυρίως σε δύο επίπεδα:
α) το πρώτο επίπεδο έχει σχέση με τις αλλαγές ως προς τα οικογενειακά φαινόμενα και την αναπαραγωγική συμπεριφορά των ατόμων. Έχουμε μείωση των γεννήσεων, οι οικογένειες είναι, δηλαδή, πιο μικρές, έχουμε καθυστέρηση στη σύναψη γάμου, έχουμε περισσότερες εξώγαμες γεννήσεις, παιδιά δηλαδή χωρίς να έχει προηγηθεί γάμος, έχουμε πιο συχνά διάλυση των έγγαμων συμβιώσεων και ολοένα και πιο πολλά άτομα που ζουν μόνα.
β) το δεύτερο επίπεδο αφορά την «ιδιωτικοποίηση» της οικογένειας που αποκτά ολοένα και πιο «προσωπικό χαρακτήρα», εξαιτίας της σημαντικής θέσης που κατέχουν πλέον οι συναισθηματικές σχέσεις στη ρύθμιση των ενδοοικογενειακών σχέσεων.
Η παρούσα μελέτη αναφέρεται στις σύγχρονες τάσεις της ελληνικής οικογένειας και καταγράφει τις σημαντικές μεταβολές αυτής κατά την πρόσφατη περίοδο. Αναλυτικότερα αναφέρεται στη γαμήλια συμπεριφορά του ελληνικού πληθυσμού (γάμος και διαζύγια) καθώς και στις σύγχρονες τάσεις όσον αφορά τη μορφή και τη σύνθεση των νοικοκυριών.
Στάσεις ζωής νέων και οικογένεια
Σπυριδούλα Λεβιδιώτη-Λέκκου
Κοιν. Λειτουργός, Ψυχολόγος, Οικ. Θεραπευτής
Σκοπός να μελετήσουμε τις στάσεις Ελλήνων και Σουηδών εφήβων σε ζητήματα ζωής με αναφορές στην οικογένεια, σε σχέση με κοινωνικούς και πολιτιστικούς παράγοντες που επιδρούν στη διαμόρφωσή τους, καθώς και προσπάθεια προσέγγισης των στάσεων ζωής των νέων Ελλήνων ενηλίκων σήμερα και την οικογένεια, σε τυχαίο δείγμα σπουδαστών του ΤΕΙ Αθήνας.
Υλικό και μέθοδος
Το σουηδικό δείγμα επελέγει από μαθητές 14, 16 και 18 ετών, αντιπροσωπευτικά, από το Lycksele, πόλη κοντά στο Ume, από δύο σχολεία αντιπροσωπευτικά όλου του εφηβικού πληθυσμού και των κοινωνικοοικονομικών ομάδων της περιοχής. Παρόμοια επιλογή έγινε και στην Πάτρα από έξι σχολεία (τρία γυμνάσια και τρία λύκεια). Επιλέξαμε 48 εφήβους από κάθε εθνικό δείγμα με βάση τη συνολική βαθμολογία προβλημάτων στο Achenbach(1991) Youth Self Report (YSR): 16 μαθητές από κάθε ηλικιακή ομάδα, για να συμμετέχουν σε ημιδομημένες συνεντεύξεις για τη μελέτη που εξέτασε τις στάσεις ζωής των εφήβων. Σκοπός ήταν να καταλάβουμε πώς οι έφηβοι προσανατολίζονται στη ζωή. Για τον ίδιο σκοπό σε τυχαίο δείγμα 110 σπουδαστών Τμήματος της ΣΕΥΠ του ΤΕΙ Αθήνας, δόθηκε ημιδομημένο ερωτηματολόγιο σε μία προσπάθεια προσέγγισης των στάσεων που νέοι Έλληνες ενήλικες έχουν σήμερα σε σχέση με τη ζωή και την οικογένεια.
Αποτελέσματα
Στις στάσεις ζωής οι Έλληνες έφηβοι στην πλειονότητά τους ανέφεραν προβλήματα σε σχέση με τον εαυτό τους, φόβους γιά κοινωνικούς κινδύνους, ασθένειες και απώλειες. Οι δύο ομάδες κατέγραψαν αντίστοιχα οικογενειακά προβλήματα, και αμφότερες στρέφονται προς την οικογένεια όταν αντιμετωπίζουν δυσκολίες, παρότι οι Σουηδοί περισσότερο από τους Έλληνες εμπιστεύονται τις κρατικές υπηρεσίες και το κοινωνικό περιβάλλον. Οι Σουηδοί ανέφεραν φόβο γιά το μέλλον τους. Και οι δύο ομέδες δίνουν έφαση στη σημαντικότητα μιας μελλοντικής κοινωνικής και επαγγελματικής αποκατάστασης, ενώ σημαντικός αριθμός Σουηδών εφήβων, επιθυμούν να έχουν τη δική τους οικογένεια σε πέντε χρόνια.
Στις στάσεις ζωής οι νέοι Έλληνες ενήλικες αναφέρουν προβλήματα σημαντικά σε σχέση με τον εαυτό τους, την οικογένειά τους, την οικονομική και επαγγελματική τους αποκατάσταση και τις ουσίες. Έχουν φόβους σε σχέση με τον εαυτό τους, και την επαγγελματική τους αποκατάσταση, το 74% σκέπτονται να δημιουργήσουν οικογένεια, ως προς το ελεύθερο sex και τις συνέπειές του οι στάσεις τους ειναι περισσότερο αρνητικές, για τον εφήμερο έρωτα οι μισοί είναι αρνητικοί, 34% ουδέτεροι, για τη συγκατοίκηση αναφέρουν σημαντικές θετικές και αρνητικές στάσεις, η οικονομική ευθύνη είναι κατά το ήμισυ δική τους και κατά 20% των γονέων τους, το 43% ελπίζουν να γίνουν γονείς γύρω στα 30, δυσκολεύονται κυρίως από προσωπικούς και κοινωνικούς παράγοντες, θα εύχονταν για τον εαυτό τους δημιουργία σωστής οικογένειας και επαγγελματική αποκατάσταση στην ειδικότητά τους.
Κυριότερες βιβλιογραφικές αναφορές
Η δυναμική της οικογένειας με ένα μέλος της σοβαρά άρρωστο
Α.Π. Καρκανιάς
Ψυχίατρος-Ψυχοθεραπευτής, Διευθυντής ΓΝΝΘΑ «Η ΣΩΤΗΡΙΑ»
Τα τελευταία χρόνια η κατανόηση του βαθύτερου ρόλου τη οικογένειας, τόσο στις περιόδους της υγείας όσο και της αρρώστιας, βοήθησε πολλούς ειδικούς να θεωρούν ότι η διάγνωση μιας χρόνιας ασθένειας, απειλητικής για τη ζωή, αποτελεί ένδειξη για μια οικογενειακά προσανατολισμένη προσέγγιση του αρρώστου.
Σ' ένα οικογενειακό σύστημα, οποιοδήποτε γεγονός επηρεάσει σημαντικά ένα μέλος του - όπως π.χ. η αιφνίδια εμφάνιση μιας σοβαρής ασθένειας - τούτο έχει επίδραση σ' ολόκληρο το οικογενειακό σύστημα. Η αντίδραση της οικογένειας έχει επίπτωση στο άρρωστο μέλος της.
Με τον όρο «δυναμική» της οικογένειας εννοούμε τον τρόπο με τον οποίο το άτομο και η οικογένεια αλληλεπιδρούν και αλληλοεξαρτώνται.
Η σοβαρή ασθένεια, όπως π.χ. ο καρκίνος, είναι μια εμπειρία που την μοιράζονται όλα τα μέλη της οικογένειας. Τούτο αποδεικνύεται από πολλές επιστημονικές μελέτες που δείχνουν ότι υπάρχει ψηλός βαθμός ομοιότητας ανάμεσα στους ασθενείς και τις οικογένειές τους, όσον αφορά στην ψυχολογική υγεία, την προσαρμογή στην αρρώστια, την λειτουργικότητα ακόμη και στα σωματικά συμπτώματα.
Το οικογενειακό σύστημα, προκειμένου να διατηρήσει την ομοιόστασή του και να εξασφαλίσει την καλύτερη δυνατή φροντίδα για τον ασθενή, βρίσκεται σε μια ετοιμότητα για ανάληψη καινούργιων ρόλων και εγκατάλειψη παλαιών οικογενειακών ρόλων αλληλεπίδρασης.
Τα τελευταία χρόνια, δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη σωματική, ψυχική και πνευματική καταπόνηση των μελών της οικογένειας του ασθενούς.
Οι ανάγκες της οικογένειας αλλάζουν κατά τη διάρκεια μιας σοβαρής και πιθανόν καταληκτικής ασθένειας. Για το λόγο αυτό, η οικογένεια χρειάζεται επαρκή και ικανοποιητική επικοινωνία, για να αποδεχθεί τη «σοβαρή διάγνωση».
Η σημασία της ανοιχτής επικοινωνίας ανάμεσα σε μέλη της οικογένειας είναι πολύ μεγάλη. Καθώς η αρρώστια προχωρεί στο χρόνο, η ανοιχτή επικοινωνία βοηθά στην οικογενειακή συνεκτικότητα, την ικανή λειτουργία των ρόλων και την έλλειψη διαφωνιών.
Πρέπει να επισημάνουμε την ανάγκη εκπαίδευσης των γιατρών, και ιδίως των νεοτέρων, σε θέματα «επικοινωνίας» με τον ασθενή και την οικογένεια και στην αναγνώριση της οικογενειακής δυναμικής. Οι μελέτες δείχνουν, ότι όταν ο γιατρός είναι συναισθηματικά και χρονικά διαθέσιμος στον άρρωστο και την οικογένειά του και βρίσκεται σε συνεχή ανοιχτή επικοινωνία μαζί τους, τότε επηρεάζεται θετικά η ικανότητα του αρρώστου και της οικογένειας στην αντιμετώπιση του καρκίνου και των μεταθεραπευτικών δυσκολιών και ενισχύεται η ψυχική ανθεκτικότητα όλων των μελών.
Η οικογένεια σε ένα κόσμο που αλλάζει
Γουρνάς Γιώργος
Δ/ντής Ψυχίατρος, Γ.Ν.Ν.Θ. «Σωτηρία» Θ/της Οικογένειας Ομάδας
Οι ταχύτατες κοινωνικές αλλαγές και η απροβλεπτότητα που χαρακτηρίζει τις διεργασίες της μετα-μοντέρνας εποχής, έχουν δημιουργήσει μία χωρίς προηγούμενο κατάσταση και νέες προκλήσεις, που ο σύγχρονος άνθρωπος και η οικογένεια καλούνται να αντιμετωπίσουν. Οι παραδοσιακές δομές και η οικογένεια δεν αποτελούν το μοναδικό πλαίσιο αναφοράς για την ανθρώπινη συμπεριφορά, την ανάπτυξη και τη δημιουργία μιας ζωής με νόημα, ευελιξίας, δυνατότητας προσαρμογής στις συνεχώς μεταβαλλόμενες κοινωνικές συνθήκες, και οργάνωσης μακρόχρονων πλάνων ζωής. Ποτέ άλλοτε δε γινόταν τόσος λόγος για τις ανθρώπινες σχέσεις και ποτέ άλλοτε οι σχέσεις και οι δεσμοί μέσα στην οικογένεια δεν ήταν τόσο ασταθείς και εύθραυστες.
Ο σύγχρονος άνθρωπος χρειάζεται ν' αναπτύξει νέες δεξιότητες και η οικογένεια καλείται ν' αποτελέσει ένα νέο πλαίσιο κατανόησης των δυσκολίων που τα μέλη της αντιμετωπίζουν, αλλάζοντας δομές, τρόπους σχέσεων και λειτουργίας.
Επιθετικότητα και συναισθηματική διαπαιδαγώγηση. Νέες προοπτικές για την οικογένεια
Παπαστυλιανού Ντόνα
Αναπλ. Καθηγήτρια Κοινωνικής Ψυχολογίας ΔΠΘ
Οι ραγδαίες κοινωνικές εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών επηρεάζουν και μεταβάλλουν τις δυνατότητες της οικογένειας και συνιστούν προκλήσεις στο χώρο της διαπαιδαγώγησης των παιδιών. Οι ρόλοι των γονέων και ιδιαιτέρως του πατέρα όπως δείχνουν πρόσφατες έρευνες επηρεάζουν ουσιαστικά την ψυχική υγεία και συμπεριφορά των παιδιών. Αναφορικά με την επιθετικότητα και τη βία σε διάφορες μορφές στο κοινωνικό και προσωπικό επίπεδο η πατρική εμπλοκή και οι τύποι πατρικής συναισθηματικής διαπαιδαγώγησης φαίνεται να συσχετίζονται με την επιθετικότητα των παιδιών, την κατάχρηση ουσιών, τη συννοσηρότητα, την κακοποίηση στο πλαίσιο της οικογένειας, την ελλιπή προσωπική φροντίδα και υγιεινή, την ανεπιτυχή προσαρμογή στο σχολείο και τις κακές ακαδημαϊκές επιδόσεις. Η εισήγηση εστιάζει στις κοινωνικές θέσεις και ψυχοκοινωνικές απαιτήσεις από τον άνδρα και πατέρα που προκύπτουν από την κοινωνική μετακίνηση της γυναίκας τις τελευταίες τρεις περίπου δεκαετίες και προβάλλει τη σημασία της δική του συναισθηματικής ανάπτυξης και αυτογνωσίας στη συναισθηματική διαπαιδαγώτηση των παιδιών του κατά τρόπο που να προάγουν την θετική κοινωνική συμπεριφορά, την ενσυναίσθηση, την κοινωνική και σχολική προσαρμογή και να ενδυναμώνουν συνολικά την ψυχική και σωματική υγεία και ευημερία τους.
Οι δυσκολίες της οικογένειας του παιδιού με αυτισμό στην ελληνική επαρχία
Κωτσόπουλος Σωτήρης
Παιδοψυχίατρος, τ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Calgary
H ματαίωση της ελπίδας για την απόκτηση ενός φυσιολογικού παιδιού και το συνακόλουθο πένθος αποτελούν μεγάλο τραυματικό γεγονός για τους γονείς που ανακαλύπτουν ότι το παιδί τους παρουσιάζει αυτιστική διαταραχή. Το στρες που δοκιμάζει η οικογένεια στη προσπάθεια ν΄ αντιμετωπίσει τις ειδικές ανάγκες του παιδιού μπορεί να οδηγήσει στην αποδιοργάνωση ή σε κάποια νέα μορφή οργάνωσης και λειτουργίας. Το στρες είναι μεγαλύτερο αν η οικογένεια αφεθεί αβοήθητη από τις υπηρεσίες υγείας, πρόνοιας και εκπαίδευσης.
Η φροντίδα για το παιδί με αυτισμό στην ελληνική επαρχία είναι, λόγω ανυπαρξίας ειδικών υπηρεσιών, συχνά περισσότερο δυσχερής και επώδυνη σε σχέση με τα μεγάλα αστικά κέντρα όπου κάποιες υπηρεσίες μπορεί να είναι διαθέσιμες ή ν΄ αποκτηθούν με χρήμα.
Στο περιβάλλον της επαρχίας όπου υπάρχει έλλειψη ειδικών υπηρεσιών παρατηρούμε ότι το παιδί δεν εγκαταλείπεται, όπως συνηθίζονταν παλιότερα σε κάποιο περίπτερο του Δημοσίου Ψυχιατρείου. Πρόβλημα τοποθέτησης σε κάποιο ίδρυμα εγείρεται όταν το παιδί έχει ήδη ενηλικιωθεί και οι δυνάμεις και δυνατότητες της οικογένειας έχουν εξαντληθεί. Όταν το παιδί είναι ακόμη μικρό μπορούμε να παρατηρήσουμε δυο μορφές προσαρμογής της οικογένειας. Μπορεί να υπάρξει 'ανασύνταξη' της οικογένειας με μεγάλο οικονομικό κόστος π.χ. μετακόμιση σε άλλη πόλη όπου υπάρχει κάποια υπηρεσία. Σε οικογένεια όμως που δεν έχει παρόμοια δυνατότητα η μητέρα αυτοδεσμεύεται από άλλες φροντίδες π.χ. εργασία, για να κάμει πρωταρχική της απασχόληση τη φροντίδα για το παιδί. Η σχέση τότε που αναπτύσσεται μεταξύ μητέρας και παιδιού με αυτιστική διαταραχή μπορεί να γίνει εξαιρετικά δυσλειτουργική που φθείρει τη μητέρα και δεν ενεργεί θετικά στο παιδί.
Θα παρουσιασθούν βιντεοσκοπημένες συνεντεύξεις με γονείς (με την άδεια τους) που αναδεικνύουν τις παρατηρήσεις που αναφέρθηκαν πιο πάνω.
Η συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής. Προβλήματα της καθημερινότητας των οικογενειών και καλές πρακτικές
Βάσω Αρτινοπούλου
Αναπλ. Καθηγήτρια Εγκληματολογίας Παντείου, Αντιπρύτανης Παντείου
Η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας είναι ολοένα και περισσότερο αυξανόμενη. Αν και έχουν γίνει αρκετά βήματα για την ισότητα στην εργασία, υπάρχουν ακόμα ανισότητες στον κάθετο και οριζόντιο διαχωρισμό των επαγγελμάτων. Ο συνδυασμός επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής θα έπρεπε να είναι ένα σοβαρό ζήτημα και για τις γυναίκες και για τους άνδρες. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μητέρες να βρουν και να διατηρήσουν μια αμειβόμενη εργασία, οι στερεοτυπικές αντιλήψεις για τους παραδοσιακούς ρόλους των δύο φύλων και οι ίδιες οι απαιτήσεις της καθημερινότητας, όπου πολλές εργαζόμενες γυναίκες επιφορτίζονται με την φροντίδα των εξαρτημένων μελών της οικογένειας (παιδιά και ηλικιωμένοι) επηρεάζουν σημαντικά την ψυχική υγεία τους και την κοινωνική τους λειτουργικότητα. Στην εισήγηση παρουσιάζονται οι καλές πρακτικές για τη βελτίωση και τη διαχείριση του (ελεύθερου) χρόνου των γυναικών, για τη συμφιλίωση μεταξύ επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, καθώς επίσης και το θεσμικό πλαίσιο σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Έμμισθη οικιακή εργασία και οικογένεια μεταναστών/τριων
Ψημμένος Ιορδάνης
Αναπλ. Καθηγητής Κοιν. Πολιτικής Παντείου
Από τη μελέτη μας στο πρόγραμμα ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ Ι (2005-2007), που εξετάσαμε την πρόσβαση των μεταναστριών οικιακών εργατριών (εσωτερικές - εξωτερικές) από την Αλβανία και Ουκρανία στην ασφάλιση, υγεία και προσχολική φροντίδα αποκτήθηκε μια μεγάλη εμπειρία. Διαπιστώσαμε ότι η πρόσβαση των μεταναστριών στην κοινωνική προστασία (π.χ. κοινωνική ασφάλιση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, προσχολική φροντίδα) προσκρούει, εκτός από τις συνθήκες εργασίας, τα νομικά προβλήματα που συνδέονται με την άδεια εργασίας/διαμονής και τις συμπεριφορές από τους υπαλλήλους των κοινωνικών υπηρεσιών, και σε μια σταδιακά αποκτηθείσα ένταξη ή κοινωνικοποίηση των γυναικών στην οικιακή εργασία και την παραοικονομία. Η οικιακή εργασία εμφανίζεται στην τελευταία έρευνά μας να δημιουργεί τεράστια προβλήματα που αφορούν εκτός των άλλων και προβλήματα στον οικογενειακό ιστό και στη φροντίδα και αλληλεγγύη των μελών.