«Κατάθλιψη στους ηλικιωμένους: Σύγχρονα δεδομένα»
Ρ. ΓΟΥΡΝΕΛΛΗΣ*
*Επίκουρος Καθηγητής Ψυχιατρικής, Β' Ψυχιατρική Κλινική ΕΚΠΑ, Αττικό Νοσοκομείο
Περίληψη
Η κατάθλιψη στους ηλικιωμένους προκαλεί μεγάλη επιβάρυνση τόσο στους ίδιους τους πάσχοντες όσο και στους φροντιστές τους. Λόγω δε της μεγάλης αύξησης του προσδόκιμου επιβίωσης στον αναπτυγμένο κόσμο, η κατάθλιψη των ηλικιωμένων ήδη αποτελεί, και στο μέλλον όλο και περισσότερο θα αποτελεί μείζον πρόβλημα της δημόσιας υγείας.
Ο επιπολασμός για όλη τη ζωή της μείζονος κατάθλιψης στους ηλικιωμένους στην κοινότητα κυμαίνεται από 1 έως 4%, της καταθλιπτικής συμπτωματολογίας από 8 έως 16% και της δυσθυμίας προσδιορίζεται περί το 2%. Εντούτοις, ο επιπολασμός της μείζονος κατάθλιψης βρίσκεται αυξημένος σε πλαίσια πρωτοβάθμιας (5%) και τριτοβάθμιας περίθαλψης (11%) καθώς και σε πλαίσια μακράς νοσηλείας (12%).
Τόσο ψυχοπιεστικοί όσο και βιολογικοί παράγοντες συμβάλλουν στην εκδήλωση κατάθλιψης στους ηλικιωμένους. Στους πρώτους περιλαμβάνονται η μοναξιά, χηρεία, ο κοινωνικός και οικονομικός αποκλεισμός, η ιδρυματοποίηση, η απώλεια οικείων και φίλων, το πένθος, η παρουσία οξείας ή χρόνιας νόσου και αναπηρίας, η εξάρτηση, κτλ. Οι ψυχολογικοί αυτοί στρεσσογόνοι παράγοντες μπορούν να πυροδοτήσουν την εμφάνιση της νόσου σε άτομα με βιολογική ευαλωτότητα για κατάθλιψη. Στους δεύτερους περιλαμβάνονται οργανικοί παράγοντες που αυξάνουν την ευαλωτότητα για κατάθλιψη όπως η λήψη φαρμακετικών ουσιών (β-αναστολέων, αναστολέων ιόντων ασβεστίου, διγοξίνη, βενζοδιαζεπίνες, αντιψυχωσικά και αντιπαρκισονικά φάρμακα κτλ) ή σωματικές παθήσεις που αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης κατάθλιψης όπως ο υπο/υπερθυρεοειδισμός, η ν. Parkinson, η αγγειακή νόσος, ο συστηματικός ερυθυματώδης λύκος κτλ.
Επειδή η συνύπαρξη των σωματικών νόσων σε αυτό το ηλικιακό φάσμα είναι συχνή - και αυτό έχει επιπτώσεις στην κλινική εικόνα θέτοντας προβλήματα διαφοροδιάγνωσης - έχουν προταθεί διάφορες προσεγγίσεις αξιολόγησης για την καλύτερη διαφορική διάγνωση της κατάθλιψης από τις σωματικές νόσους. Αυτές οι μέθοδοι αξιολόγησης είτε αποκλείουν τα συμπτώματα που μπορούν να αποδοθούν στη σωματική νόσο («εκλεκτική προσέγγιση»), είτε περιλαμβάνουν μόνο τα «γνωσιακά» και «συναισθηματικά» συμπτώματα της κατάθλιψης («προσέγγιση υποκατάστασης»), είτε επιβάλουν την λεπτομερή εκτίμηση όλων των συμπτωμάτων («προσέγγιση καλύτερης εκτίμησης»), είτε περιλαμβάνουν τόσο τα γνωσιακά όσο και των σωματικά συμπτώματα («προσέγγιση συμπερίληψης»).
Η κλινική εικόνα της κατάθλιψης στην μεγάλη ηλικία, προσομοιάζει με εκείνη νεώτερων ασθενών, εντούτοις, παρατηρούνται και διαφορές. Σε συγκεκριμένες υπο-ομάδες ηλικιωμένων καταθλιπτικών, όπως αυτών με όψιμη έναρξη της διαταραχής, με προεξάρχουσα παρουσία αγγειακών παραγόντων κινδύνου και ελλειμμάτων στις εκτελεστικές λειτουργίες, η κλινική εικόνα συχνά χαρακτηρίζεται από απουσία καταθλιπτικού συναισθήματος, ανεξήγητα σωματικά παράπονα, άγχος, απάθεια, ανηδονία, ψυχοκινητική επιβράδυνση και μειωμένη αυτοφροντίδα. Επιπλέον, αυτοί οι ασθενείς παρουσιάζουν συχνά αυξημένα επίπεδα γνωσιακών ελλειμμάτων, εγκεφαλική ατροφία, υπερπυκνώσεις στη λευκή ουσία, μειωμένη κληρονομική επιβάρυνση για κατάθλιψη, δυσμενέστερη πρόγνωση και συχνά καθυστερημένη και ασταθή απάντηση στη θεραπεία.
Τα νευροβιολογικά ευρήματα στην κατάθλιψη των ηλικιωμένων περιλαμβάνουν δυσλειτουργία του άξονα υποθάλαμος-υπόφυση-επινεφρίδια, υπερκορτιζολαιμία, μετωπιαία δυσλειτουργία και ατροφία, μειωμένο όγκο του κερκοφόρου πυρήνα καθώς και υπερπυκνώσεις στη λευκή ουσία.
Σημειώνεται ότι στους ηλικιωμένους η αυτοκτονική συμπεριφορά υποδηλώνει πραγματική επιθυμία θανάτου και συνδέεται σε πολύ υψηλό βαθμό με κατάθλιψη. Έχει δειχθεί επίσης ότι η κατάθλιψη αποτελεί προγνωστικό παράγοντα άνοιας. Ειδικότερα, η πρώιμης έναρξης κατάθλιψη έχει βρεθεί να είναι «ήπιος» παράγων ανάπτυξης άνοιας, ενώ η κατάθλιψη που συνοδεύεται με έντονη διαταραχή των γνωστικών λειτουργιών («ψευδοάνοια») και η όψιμης έναρξης κατάθλιψη μπορεί να αποτελούν πρόδρομο άνοιας.
Η μακροπρόθεσμη πορεία της γηριατρικής κατάθλιψης, αυτή σε γενικές γραμμές θεωρείται παρόμοια με εκείνη νεώτερων ενηλίκων. Στους δυσμενείς προγνωστικούς παράγοντες περιλαμβάνονται η όψιμης έναρξη της διαταραχής, η παρουσία απάθειας, η βαριά διαταραχή των γνωστικών λειτουργιών, η παρουσία νευροαπεικονιστικών ευρημάτων, η ατελής ύφεση του καταθλιπτικού επεισοδίου, η συνυπάρχουσα σωματική νόσος και η διαταραχή προσωπικότητας. Πρέπει να σημειωθεί ότι η ίδια η κατάθλιψη μπορεί να αποτελέσει ένα παράγοντα μακροχρόνιου στρες για τον οργανισμό προκαλώντας: αναστολή της νευρογέννεσης, μείωση του αριθμού των νευρώνων στην οδοντωτή έλικα, διαταραχή στον άξονα υποθάλαμος-υπόφυση-επινεφρίδια, μείωση του όγκου του ιππόκαμπου, μείωση του όγκου του μετωπιαίου λοβού, γνωσιακά ελλείμματα, ενεργοποίηση προφλεγμονωδών κυτοκινών και τέλος, καρδιαγγειακή νόσο.
Η θεραπεία περιλαμβάνει την ψυχιατρική παρακολούθηση και όταν χρειάζεται την χορήγηση φαρμακοθεραπείας. Στην τελευταία περιλαμβάνονται οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRIs), οι αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης-νοραδρεναλίνης (SNRIs) αλλά και η νορτρυπτιλίνη. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι βραχείες ψυχοθεραπείες (Συμπεριφορική, Γνωσιακή, Οικογενειακή, κ.ά) έχουν δειχθεί αποτελεσματικές σε ηλικιωμένους καταθλιπτικούς. Εγκέφαλος 2011, 48(4):141-142.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ