|
Μελέτη της επίδρασης της ριβαστιγμίνης
στις γνωστικές λειτουργίες χρόνιων σχιζοφρενικών ασθενών
Ι. ΓΚΟΛΙΑ, Γ. ΣΙΑΤΗΣ, Β. ΚΑΡΠΟΥΖΑ, Θ. ΠΑΝΤΑΖΗ, Ε. ΕΥΓΕΝΙΔΟΥ, Ν.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ, Α. ΚΑΝΙΣΤΡΑΣ
Γ' Τμήμα Μακράς Νοσηλείας ΨΝΘ
Περίληψη
Σκοπός: Η γνωστική δυσλειτουργία αποτελεί ένα σημαντικό σύμπτωμα της σχιζοφρένειας
και ευθύνεται για την λειτουργική και κοινωνική αναπηρία του ατόμου. Σκοπός
αυτής της μελέτης είναι να εκτιμήσει την επίδραση της ριβαστιγμίνης στη βελτίωση
της γνωστικής λειτουργίας χρόνιων σχιζοφρενικών ασθενών.
Μέθοδος: Στην παρούσα εργασία εκτιμήθηκε και παρακολουθήθηκε η γνωστική λειτουργία και η λειτουργικότητα 19 ασθενών του Γ΄ άξονα μακράς νοσηλείας του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης για διάστημα 6 μηνών στο οποίο χορηγήθηκε ριβαστιγμίνη. Η εκτίμηση της γνωστικής λειτουργίας και λειτουργικότητας έγινε με τις κλίμακες: MMSE (Mini Mental Status Examination) IADL (Instrumental Activities of Daily Living) NPI (Neuropsychiatric Inventory) AMTS (Abbreviated Mental Test Score), Clock test.
Αποτελέσματα: Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έγινε με τη μέθοδο ανάλυσης διακύμανσης για επαναλαμβανόμενες μετρήσεις (Repeated Measures ANOVA) σε χρόνους πριν τη χορήγηση της ριβαστιγμίνης, 3 μήνες και 6 μήνες μετά τη χορήγηση αυτής. Δεν παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά στη μνήμη, στην προσοχή και συγκέντρωση και στη λειτουργικότητα των ασθενών παρά το γεγονός ότι παρατηρήθηκε μια μικρή (όχι στατιστικώς σημαντική) βελτίωση στο MMSE και στο AMTS. Στατιστικώς σημαντική βελτίωση παρατηρήθηκε στο Clock Test ιδιαίτερα στο πρώτο τρίμηνο. Καταγράφηκαν επίσης οι ανεπιθύμητες ενέργειες που προέκυψαν.
Λέξεις κλειδιά: Ριβαστιγμίνη, σχιζοφρένεια.
Εισαγωγή
Είναι σήμερα αποδεκτό ότι η γνωστική βλάβη αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της σχιζοφρένειας. Η γνωστική δυσλειτουργία αποτελεί ένα σημαντικό σύμπτωμα της σχιζοφρένειας ως αναφορά την επίδρασή της στη λειτουργική και κοινωνική αναπηρία του ατόμου. Τα νευροληπτικά φάρμακα προκαλούν πολλές φορές (ιδιαίτερα τα κλασικά νευροληπτικά) σοβαρές παρενέργειες και συχνά απαιτείται η συγχορήγηση αντιχολινεργικών φαρμάκων. Η χρήση αυτών των φαρμάκων μπορεί επιπρόσθετα να επιδεινώσει τη γνωστική λειτουργία επηρεάζοντας τη λειτουργία της μνήμης. Οι γνωστικές βλάβες συνδέονται με το συνολικό λειτουργικό έλλειμμα. Επομένως, η ενίσχυση της γνωστικής λειτουργίας μπορεί να μειώσει τα λειτουργικά ελλείμματα κυρίως βελτιώνοντας το συνολικό αποτέλεσμα και την ποιότητα ζωής των ασθενών.
Σημαντική ελπίδα στην πρόληψη αυτών των ελλειμμάτων έχουν προσφέρει τα νεότερα άτυπα αντιψυχωσικά φάρμακα. Στη μελέτη αυτή προσπαθήσαμε να βελτιώσουμε τα γνωστικά ελλείμματα χρόνιων υπολειμματικών σχιζοφρενικών ασθενών με πορεία νόσου περισσότερο από 25 χρόνια, όπου οι γνωστικές λειτουργίες και η λειτουργικότητα έχουν ιδιαιτέρως επηρεασθεί. Για το σκοπό αυτό χορηγήθηκε ριβαστιγμίνη σε 19 άτομα με σχιζοφρένεια, που νοσηλεύονται στον Γ’ άξονα μακράς νοσηλείας του Ψ.Ν.Θ.
Ασθενείς και μέθοδος
Στη μελέτη αυτή συμμετείχαν 19 άτομα (14 γυναίκες και 5 άντρες) μέσης ηλικίας 60 χρ. (εύρος 38-70) που νοσηλεύονται για διάστημα πλέον των 15 χρόνων στον Γ’ άξονα μακράς νοσηλείας του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης. (Μέση διάρκεια νόσου 32,2 εύρος 15-54). Στους ασθενείς χορηγήθηκε ριβαστιγμίνη 1,5mg 2 φορές την ημέρα για 15 ημέρες και κατόπιν 3 mg ριβαστιγμίνη 2 φορές την ημέρα.
Η γνωστική λειτουργία και η λειτουργικότητα των ασθενών ελέγχθηκε και παρακολουθήθηκε σε χρόνο 0 πριν την λήψη της ριβαστιγμίνης, σε διάστημα 3 μηνών και κατόπιν 6 μηνών από τη λήψη της ουσίας, με τις κάτωθι ψυχομετρικές δοκιμασίες:
Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έγινε με την ανάλυση διακύμανσης για επαναλαμβανόμενες μετρήσεις (Repeated Measures ANOVA). Ελέγχθηκε επίσης η παρουσία ανεπιθύμητων ενεργειών από τη λήψη του φαρμάκου.
Αποτελέσματα
Τα αποτελέσματα των μετρήσεων σε χρόνο 0, 3, 6 μηνών αναλύονται στον πίνακα 1 για 17 ασθενείς. Ο ένας ασθενής αποχώρησε από την κλινική για ξενώνα και αποχώρησε από τη μελέτη. Ενώ με μία άλλη ασθενή η συνεργασία ήταν τελικά αδύνατη.
Λόγω της μακρόχρονης πορεία της νόσου και της ασυλοποίησης, η διαταραχή στις γνωστικές λειτουργίες στο χρόνο 0 είναι μεγάλη (πίνακας 1).
Πίνακας 1: Ανάλυση των μετρήσεων με τη μέθοδο ΑΝΟΒΑ σε χρόνο 0, 3, 6 μήνες μετά τη λήψη της ριβαστιγμίνης |
|||||
|
|||||
n=17
|
0
|
3
|
6
|
|
|
MMSE
|
14,29±6,65
|
14,94±7,5
|
15,29±7,94
|
F=2,14
|
P>0,05
|
IADL
|
26,53±5,71
|
26,71±5,96
|
26,59±5,99
|
F=0,239
|
P>0,05
|
NPI
|
15,31±7,72
|
14,00±6,84
|
15,12±7,37
|
F=1,265
|
P>0,05
|
AMTS
|
3,71±3,29
|
4,12±3,18
|
4,00±3,43
|
F=1,49
|
P>0,05
|
Clock test
|
1,82±2,72
|
2,88±2,98
|
2,35±2,78
|
F=5,004
|
P<0,05
|
Όπως φαίνεται από τον πίνακα 1, τα αποτελέσματα ήταν αποθαρρυντικά. Δεν φαίνεται στατιστικά σημαντική διαφορά στη μνήμη, στην προσοχή και συγκέντρωση, στη λειτουργικότητα των ασθενών, παρά το γεγονός ότι παρατηρείται μία μικρή (όχι στατιστικώς σημαντική) βελτίωση στο MMSE και στο AMTS μετά τη χορήγηση της ριβαστιγμίνης. Στατιστικώς σημαντική βελτίωση παρατηρείται στο clock test ιδιαίτερα στο πρώτο τρίμηνο (F=5,004, P<0,05).
Αξιοσημείωτο είναι ότι τρία από τα 17 άτομα παρουσίασαν μια μέτρια αύξηση της βαθμολογίας στο MMSE, της τάξης των 4-7 μονάδων που βελτίωσε την μνημονική τους ικανότητα.
Σύμφωνα με το MMSE οι ασθενείς της μελέτης παρουσιάζουν στο χρόνο 0: 5 άτομα (29,4%) σοβαρή ανοϊκή διαταραχή, 8 άτομα (47%) μέτρια ανοϊκή διαταραχή, 2 άτομα (11,7%) ελαφρά ανοϊκή διαταραχή, 2 άτομα (11,7%) ένδειξη γνωστικής ανεπάρκειας, στο διάστημα των 6 μηνών μετά τη χορήγηση της ριβαστιγμίνης τα ποσοστά ήταν αντίστοιχα: 5 άτομα (29,4%), 8 άτομα (47%), 1 άτομο (5,8%), 2 άτομα (11,7%) και 1 άτομο (5,8%) βελτιώθηκε και πέρασε στην κλίμακα της απουσίας γνωστικής διαταραχής.
Σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες (πλην κάποιας αναφερόμενης ανησυχίας σε ορισμένους ασθενείς που αντιμετωπίσθηκε) δεν διαπιστώθηκαν που να αναγκάσουν τη διακοπή της θεραπείας.
Συζήτηση-Συμπεράσματα
Πολλές μελέτες6,7,8 αναφέρουν την ενεργητική επίδραση της ριβαστιγμίνης ενός εκλεκτικού αναστολέα της ακετυλοχολινεστεράσης στη γνωστική λειτουργία ασθενών με άνοια. Δεδομένου ότι η γνωστική δυσλειτουργία αποτελεί ένα σημαντικό σύμπτωμα της σχιζοφρένειας -όχι πάντα συνδεόμενα με τα οξέα συμπτώματα της νόσου που παροδικά διαταράσσουν τη γνωστική λειτουργία- προσπαθήσαμε να βελτιώσουμε τη γνωστική αυτή δυσλειτουργία χορηγώντας ριβαστιγμνίνη σε χρόνιους σχιζοφρενικούς ασθενείς. Ελάχιστη βελτίωση παρατηρήθηκε, μη στατιστικώς σημαντική πιθανώς λόγω και της χρόνιας εγκατεστημένης γνωστικής βλάβης και της περιορισμένης δοσολογίας ως 6 mg/ημερησίως λόγω της μεγάλης επιβάρυνσης των συγκεκριμένων ατόμων.
Στη σχιζοφρένεια, οι ψευδαισθήσεις και οι παραληρητικές ιδέες περιλαμβάνουν γνωστικές παραμορφώσεις, οι οποίες μπορούν να βελτιωθούν με νευροληπτικά φάρμακα. Είναι βραχύχρονες κυρίως λόγω της συνήθως ταχείας ανταπόκρισής τους στη θεραπεία. Τα συνήθη γνωστικά ελλείμματα όπως βλάβη στις εκτελεστικές λειτουργίες, στη μνήμη και στην εγρήγορση δεν συνδέονται στενά με την ειδική εμπειρία των ψευδαισθήσεων.
Οι περισσότερες γνωστικές νευροψυχολογικές μετρήσεις συνδέονται με τα αρνητικά
συμπτώματα της σχιζοφρένειας. Φαίνεται να υπάρχει μεγαλύτερη σχέση των αρνητικών
συμπτωμάτων με τις δοκιμασίες που προϋποθέτουν μεγαλύτερη προσπάθεια, σε σύγκριση
με τις αυτόματες δοκιμασίες. Αυτό μπορεί να συνδέεται με βλάβες στην προσοχή
και τη νόηση9. Σήμερα δεν είναι σαφές αν η
γνωστική δυσλειτουργία συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με αρνητικά συμπτώματα. Η σχέση
περιπλέκεται από την ύπαρξη προνοσηρών βλαβών, τη σοβαρότητα και χρονιότητα
της νόσου και τα φάρμακα με κατασταλτικές ή αντιχολινεργικές επιδράσεις που
μπορεί να επιδεινώσουν περαιτέρω τη γνωστική δυσλειτουργία.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ