|
Η Νευρολογία των Ελληνιστικών χρόνων:
Η εναρμόνισις της φιλοσοφίας μετά της Επιστήμης
ΣΤΑΥΡΟΣ Ι. ΜΠΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
Αριστοτέλειον Πανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης
Περίληψις
Η Νευρολογία ήνθισεν κατά μοναδικόν τρόπον εις τους Ελληνιστικούς χρόνους. Η ειδική ατμόσφαιρα της εποχής αυτής, καλλιεργούσα την πολυδιάστατον φιλοσοφικήν θεώρησιν υπό την επικράτισιν του ελληνικού πνεύματος και της ελληνικής γλώσσης, έδωσεν εκτενείς δυνατότητας εις την επιστήμην και ανέπτυξεν τον ενθουσιασμόν προς έρευναν και αναζήτησιν της αληθείας. Εν μέσω των πολλών φιλοσοφικών ρευμάτων της ελληνιστικής περιόδου, παραλλήλως προς την πλατωνικήν και αριστοτελικήν φιλοσοφίαν, ιδιαιτέραν βαρύτητα είχεν η Επικούρειος, η Νεο-Πλατωνική και η Στωϊκή φιλοσοφία, αι οποίαι επέδρασαν και επί των συγχρόνων φιλοσοφικών ρευμάτων. Η σύνδεσις της φιλοσοφίας μετά της ιατρικής κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους κατέστη άρρηκτος, δεδομένου ότι επεκράτει η αντίληψις ότι η ιατρική είναι δυνατόν να θεραπεύση τον πάσχοντα και να βελτιώση την ποιότητα της ζωής αυτού μόνον διά μέσου της φιλοσοφίας. Η Αλεξάνδρεια, η Αντιόχεια, η Πέργαμος, η Ρόδος, αι Αθήναι απετέλεσαν τα κέντρα εις τα οποία η φιλοσοφία διεισέδυσεν αρμονικώς εντός της ιατρικής και συνεκρότησεν μετ' αυτής έν ενιαίον και αρμονικόν περίγραμμα. Η Αλεξάνδρεια, ιδίως διά του μουσείου και της βιβλιοθήκης αυτής, κατέστη παγκόσμιον επιστημονικόν και ακαδημαϊκόν κέντρον, το οποίον προσήλκυσεν τους διαπρεπεστέρους φιλοσόφους και ιατρούς. Μεταξύ των επιφανών αλεξανδρινών ιατρών υπήρξαν ο Ηρόφιλος και ο Ερασίστρατος, οι οποίοι, διά της πληθώρας των ανατομικών και κλινικών παρατηρήσεών των, δύνανται δικαίως να χαρακτηρισθούν ως πατέρες των Νευροεπιστημών. Ο Ηρόφιλος περιέγραψεν λεπτομερώς την κάτω γωνίαν του ρομβοειδούς βόθρου, το οποίον ωνόμασεν γραφικόν κάλαμον, λόγω της ομοιότητος προς την γραφίδα. Εμελέτησεν και περιέγραψεν τους πλεγματώδεις αγγειακούς σχηματισμούς, τους προβάλλοντας εντός του κοιλιακού συστήματος, τους οποίους εκάλεσεν αγγειακάς μεμβράνας ή "χοριοειδή πλέγματα", διά των οποίων, κατά τον Ηρόφιλον, παράγεται το εγκεφαλονωτιαίον υγρόν. Εθεώρησεν ότι η έδρα της ψυχής ευρίσκεται εις το κοιλιακόν σύστημα του εγκεφάλου, ένθα ευρίσκεται και το κέντρον της νοήσεως. Ο γραφικός κάλαμος αποτελεί το ουσιωδέστερον σημείον του κοιλιακού συστήματος, το οποίον έχει άμεσον σχέσιν με την διατήρησιν της ψυχής εντός του σώματος. Ο Ηρόφιλος περιέγραψεν τους φλεβικούς κόλπους της σκληράς μήνιγγος και του κρανίου και επεσήμανεν ότι το φλεβικόν αίμα συγκεντρούται υπ' αυτών εις σχηματισμόν των μηνίγγων επί του έσω ινιακού ογκώματος, τον οποίον ωνόμασεν ληνόν. Ο Ερασίστρατος περιέγραψεν την μορφολογίαν του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων, διακρίνας ταύτα εις τους επί μέρους λοβούς αυτών. Εκ παραλλήλου, ενετόπισεν τας ανωτέρας ψυχικάς και νοητικάς λειτουργίας επί του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων. Ο Ερασίστρατος διεχώρισεν λειτουργικώς τον εγκέφαλον από την παρεγκεφαλίδα και επεσήμανεν ότι η κυρία λειτουργία αυτής συνίσταται εις την επίτευξιν της ευταξίας των κινήσεων. Τα περιφερικά νεύρα, κατά τον Ερασίστρατον, είναι συμπαγείς σχηματισμοί, οι οποίοι συνίστανται υπό μικροσωληναρίων, τα οποία επικοινωνούν μετά αναλόγων σχηματισμών του εγκεφάλου. Ο Ερασίστρατος διετήρει τας επικουρείους απόψεις ότι το πνεύμα συνυφαίνεται μετά της σωματικής υποστάσεως του ανθρώπου προς διαμόρφωσιν του ψυχοσωματικού Είναι αυτού. Την τετάρτην κοιλίαν και την παρεγκεφαλίδα εθεώρει ως τόπους εις τους οποίους κατασκηνοί το πνεύμα. Ο Ερασίστρατος διέκρινεν τας παθήσεις εις τας εχούσας οργανικόν υπόβαθρον και εις τας αμιγώς ψυχικάς μετά ψυχοσωματικής εκφράσεως. Ο Γαληνός επίστευεν εις την ψυχοσωματικήν ενότητα του ανθρωπίνου προσώπου και εθεώρει ότι αι ψυχικαί παθήσεις δεν είναι ανεξάρτητοι των σωματικών, αλλά πολλάκις αποτελούν προέκτασιν αυτών. Επί του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού ο Γαληνός επίστευεν ότι αμφότεροι αποδέχονται και αναλύουν αισθητικάς πληροφορίας και εκ παράλληλου διαμορφώνουν τον τύπον της κινητικής απαντήσεως. Ο Γαληνός διεπίστωσεν ότι η ημιδιατομή του νωτιαίου μυελού προκαλεί παράλυσιν του σώματος συστοίχως, κάτωθεν του σημείου της τομής, ενώ αντιστοίχως επέρχονται διαταραχαί της αισθητικότητος. Ο Γαληνός επίστευεν ότι ο νωτιαίος μυελός αποτελεί προέκτασιν του εγκεφάλου εις τον σπονδυλικόν σωλήνα και έχει υψίστην σημασίαν διά την κινητικότητα του κορμού και των άκρων. Ο Γαληνός επίστευεν ότι τόσον αι κεντρομόλοι όσον και αι φυγόκεντροι οδοί του κεντρικού νευρικού συστήματος χιάζονται είτε εις τον εγκέφαλον είτε εις τον νωτιαίον μυελόν. Η παρεγκεφαλίς ελέγχει τας κινητικάς εκφράσεις του κορμού και των άκρων, οριοθετεί δε επίσης αύτη την ζωήν και τον θάνατον. Ο Γαληνός περιέγραψεν επτά συζυγίας κρανιακών νεύρων, ανεγνώρισεν δε ότι το φρενικόν νεύρον αποτελεί το κύριον νεύρον διά του οποίου επιτελείται η αναπνευστική λειτουργία. Εκ παραλλήλου καθώρισεν ότι το παλίνδρομον νεύρον διαδραματίζει σημαντικόν ρόλον εις την λειτουργίαν της φωνήσεως. Επί των νωτιαίων νεύρων ο Γαληνός παρετήρησεν ότι όλα εξ αυτών αναδύονται εκ του νωτιαίου μυελού διά δύο εκφυτικών ριζών, προσθίας και οπισθίας, εκ των οποίων η μεν οπισθία συνδέεται μετά της αισθήσεως, η δε προσθία μετά της κινήσεως των μελών και του σώματος. Επί των επιληπτικών κρίσεων επρέσβευεν ότι τόσον οι γενικευμένοι τονικο-κλονικοί σπασμοί, όσον και αι εστιακαί κρίσεις αποτελούν φαινόμενα εντόνου ερεθισμού του εγκεφάλου, υπεστήριζεν δε ότι αι αληθείς επιληπτικαί κρίσεις έχουν οργανικόν υπόβαθρον, ενώ αι επιληπτικόμορφοι κρίσεις αποτελούν υστερικόν φαινόμενον. Η απώλεια της συνειδήσεως περιεγράφη υπό του Γαληνού ως λιποθυμία, οφειλομένη εις διαταραχήν του συντονισμού των εγκεφαλικών λειτουργιών. Το κώμα, κατά τον Γαληνόν, αποτελεί την σοβαροτέραν μορφήν απωλείας της συνειδήσεως διακρινόμενον εις το βαθύ κώμα, κατά το οποίον ο πάσχων έχει κλειστούς τους οφθαλμούς και εις το βαθύ κώμα, κατά το οποίον ο πάσχων έχει ανοικτούς τους οφθαλμούς, το οποίον εκάλει άγρυπνον κώμα. Ο Γαληνός περιέγραψεν τα κλινικά φαινόμενα της νόσου του Parkinson επεσήμανεν δε ότι τα ίδια κλινικά φαινόμενα παρατηρούνται και εις περιπτώσεις τοξικώσεως διά μαγγανίου. Η περιγραφή της κεφαλαλγίας υπό του Γαληνού είναι ανεκτιμήτου αξίας αποτελούσα πρότυπον κλινικής περιγραφής. Περιέγραψεν την ετερόπλευρον κεφαλαλγίαν ως ημικρανίαν ή ετεροκρανίαν. Η κεφαλαλγία εκ τάσεως κατά τον Γαληνόν συνδέεται μετά του άγχους. Είναι ιδιαιτέρως σημαντικόν ότι ο Γαληνός περιέγραψεν την κεφαλαλγίαν, την συνδεομένην υπό ιλίγγου, εμέτων, ασταθείας της βαδίσεως και ελαττώσεως της ακουστικής αντιλήψεως, καταστάσεως η οποία ενθυμίζει την νόσον του Meniere. Ο Γαληνός περιέγραψεν το παραλήρημα ως παραλήρημα άνευ πυρετού, το οποίον εκάλεσεν παραφροσύνην και ως παραλήρημα μετά πυρετού, το οποίον εκάλεσεν φρενίτιδα. Την φθίνουσα πορείαν των νοητικών λειτουργιών ο Γαληνός ωνόμασεν μώρωσιν ή μωρίαν. Η μώρωσις αποτελεί την ηπίαν μορφήν της ανοίας. Η αληθής άνοια χαρακτηρίζεται υπό σοβαράς διαταραχής της μνήμης και της κριτικής ικανότητος. Την αναστολήν της νοητικής αναπτύξεως ο Γαληνός ωνόμασεν μικρόνοιαν, παρατηρήσας ότι ενίοτε συνδυάζεται αύτη μετά δυσμορφικών στοιχείων. Ο Γαληνός εθεράπευεν τας ψυχικάς παθήσεις διά της χορηγήσεως ηρεμιστικών φαρμάκων. Εκ παραλλήλου εφήρμοζεν φυσικοθεραπείαν, υδροθεραπείαν, ηλιοθεραπείαν και διαθερμίας. Εισήγαγεν κατά τρόπον μεθοδικόν την ψυχοθεραπείαν, διά να αυξήση την ψυχικήν ισχύν και την λογικήν θεώρησιν και δι' αυτών τον αυτοέλεγχον του πάσχοντος. Συνίστα πάντοτε εις τους συγγενείς των πασχόντων να επιδεικνύουν ευγένειαν και να αποφεύγουν τον έλεγχον και την αυστηράν κριτικήν.
Λέξεις κλειδιά: Νευρολογία, Φιλοσοφία, Ελληνιστική περίοδος.
Εισαγωγή
Η Νευρολογία ήνθισεν κατά μοναδικόν τρόπον εις τους Ελληνιστικούς χρόνους1. Το φιλοσοφικόν υπόβαθρον της διεισδύσεως εις τα μυστικά βάθη της ανθρωπίνης ψυχής και της αναζητήσεως της ερμηνείας των φαινομένων αυτής ωδήγησεν τους διαπρεπείς ιατρούς, οι οποίοι εκαλλιεργήθησαν εντός της φιλοσοφικής ατμοσφαίρας της εποχής των, να προβαίνουν εις ανατομικάς παρατηρήσεις επί του εγκεφάλου και να προσπαθούν να συσχετίσουν τα ψυχικά και ψυχολογικά φαινόμενα του ανθρώπου με την λειτουργίαν των ανατομικών δομών αυτού.
Η ειδική ατμόσφαιρα των ελληνιστικών χρόνων, χαρακτηριζομένη υπό της ανεξιθρησκείας και της ελευθερίας της σκέψεως, καλλιεργούσα κατ' επέκτασιν την πολυδιάστατον φιλοσοφικήν σκέψιν, τον συγκριτισμόν και την πολυπολιτισμικήν σύζευξιν με την τελικήν επικράτισιν του ελληνικού πνεύματος και της ελληνικής γλώσσης, έδωσεν εκτενείς δυνατότητας εις την επιστημονικήν σκέψιν και ανέπτυξεν την επιθυμίαν προς έρευναν και αναζήτησιν της αληθείας, παρέχουσα εκ παραλλήλου την δυνατότητα της ευρείας επικοινωνίας και της αναπτύξεως, μεγάλων διά την εποχήν των, επιστημονικών κέντρων εις τας πολυανθρώπους μητροπόλεις, αι οποίαι ανεπτύχθησαν εις τα κράτη των επιγόνων.
Κατά την Ελληνιστικήν περίοδον ο Αρίσταρχος ο Σάμιος, εισήγαγεν την θεωρίαν του περί της κυκλικής κινήσεως της γης πέριξ του ηλίου, ο οποίος αποτελεί το κέντρον του πλανητικού συστήματος και της καθ' ημέραν περιστροφής της γης πέριξ του άξονος της, ο Αρχιμήδης εις τας Συρακούσας εκαλλιέργησεν την μαθηματικήν επιστήμην και την φυσικήν, προέβη δε εις τεχνολογικάς επιτεύξεις, αι οποίαι δύνανται να παραλληλισθούν προς τας υπό του Leonardo da Vinci σχεδιασθείσας κατά την Ιταλικήν Αναγέννησιν, ο Ευκλείδης προήγαγεν, όσον ουδείς προ αυτού, την Γεωμετρίαν, τας γνώσεις της οποίας περιέλαβαν εις ιδίαν συγγραφή, τα Στοιχεία, τα οποία απετέλεσαν το κύριον διδακτικόν σύγγραμμα γεωμετρίας διά πλέον των 2000 ετών, ο δε Ηρων ο Αλεξανδρεύς κατεσκεύασεν την πρώτην ατμομηχανήν, τον πρώτον μ.Χ αιώνα.
Επί της Ιατρικής ανεπτύχθησαν Σχολαί, η ακτινοβολία των οποίων υπερέβη τα όρια των ελληνιστικών χρόνων, της Ρώμης, του Βυζαντίου, του Ισλάμ και του Ιουδαϊσμού και επεξετάθη έως τας Πανεπιστημιακάς Σχολάς της Δύσεως του δεκάτου εβδόμου αιώνος, εις τας οποίας τα ιατρικά κείμενα του Γαληνού και του Ερασιστράτου απετέλουν την υπερτάτην αυθεντίαν της ιατρικής γνώσεως και της επιστημονικής σκέψεως.
Η Αλεξάνδρεια , η Αντιόχεια, η Πέργαμος, η Ρόδος, αι Αθήναι απετέλεσαν τα κέντρα εις τα οποία η ελληνιστική φιλοσοφία διεισέδυσεν αρμονικώς εντός της ιατρικής σκέψεως και συνεκρότησεν μετ' αυτής έν ενιαίον περίγραμμα, το οποίον συνέβαλεν σημαντικώς εις την διαμόρφωσιν του περιγράμματος της νεωτέρας ιατρικής. Διδάσκαλοι ως ο Ηρόφιλος, ο Ερασίστρατος, ο Γαληνός σπουδάσαντες υπό το εύχυμον δένδρον της Ιπποκρατείου σκέψεως, ανήλθον εις το βάθρον των επιστημονικών αυθεντιών και διεμόρφωσαν την παγκόσμιον ιατρικήν σκέψιν εις τον χώρον των νευρολογικών Επιστημών διδάξαντες και γράψαντες επιστημονικάς αληθείας, η αξία των οποίων περιτράνως αποδεικνύεται σήμερον διά των δυνατοτήτων της προηγμένης συγχρόνου βιοτεχνολογίας.
Κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους η σύνδεσις της φιλοσοφίας μετά της ιατρικής και των ετέρων επιστημών ήτο άρρηκτος, δεδομένου ότι επεκράτει η ευρεία αντίληψις ότι η επιστήμη είναι δυνατόν να βελτιώση την ποιότητα της ζωής του ανθρώπου και να αναβαθμίση την κοινωνίαν μόνον διά μέσου της φιλοσοφίας. Χαρακτηριστική είναι η θέσις του Κικέρωνος "Υπάρχει σε διαβεβαιώνω μία ιατρική τέχνη διά την ψυχήν, η οποία είναι η φιλοσοφία, η βοήθεια της οποίας δεν προέρχεται εκ των έξω, όπως εις την περίπτωσιν των σωματικών ασθενειών, αλλά εκ των έσω. Θα πρέπη δι' όλων των δυνάμεων μας να μεριμνώμεν εμείς διά την θεραπείαν μας"2.
Η Αλεξάνδρεια
Η μεγάλη αύτη πόλις της Αιγύπτου, ιδρυθείσα το 331 υπό του Μεγάλου Αλεξάνδρου υπήρξεν το κυριότερον μητροπολιτικόν κέντρον του Ελληνιστικού κόσμου. Κτισθείσα δυτικώς του δέλτα του Νείλου, εις την περιοχήν της αρχαίας εγκαταστάσεως Ραχώτις (Racondah), επί σχεδίων, τα οποία εξεπόνησεν ο Αλέξανδρος μετά των αρχιτεκτόνων αυτού, ήνθισεν ως ουδεμία άλλη αλεξανδρινή πόλις, αντικατοπτρίζουσα παγκοσμίως την λάμψιν του ελληνικού πνεύματος.
Η όλη ρυμοτομία της πόλεως, η οποία περιεβάλλετο υπό τείχους μήκους 16 χιλιομέτρων, εχαρακτηρίζετο διά τον άριστον σχεδιασμόν της, συνιστάμενον εις την διάνοιξιν ευρέων επιμήκως φερομένων ευθυγράμμων οδών, αι οποίαι ετέμνοντο υπό παραλλήλως φερομένων εγκαρσίων. Η κεντρική οδός της πόλεως είχεν πλάτος τριάκοντα μέτρων, χωρίς να υπολείπονται ουσιωδώς εις πλάτος και αι παράλληλοι προς αυτήν οδοί. Η πόλις κατανέμετο εις πέντε επί μέρους αστικά διαμερίσματα (Α,Β,Γ,Δ,Ε), το σημαντικότερον των οποίων ήτο το Β. Η όλη πολεοδομία της Αλεξανδρείας αντικατώπτριζεν το νέον πνεύμα της δημιουργίας ευμεγέθων πολυεθνικών αστικών μητροπόλεων, ευχερούς προσανατολισμού, με δυνατότητας περαιτέρω επεκτάσεως και εφικτής προσελκύσεως μεταναστευτικών ρευμάτων πολυμόρφου πολιτιστικού και θρησκευτικού υποβάθρου.
Εν μέσω των δημοσίων κτιρίων, διεκρίνοντο διά την μεγαλοπρέπειαν των τα ανάκτορα, ευρισκόμενα εις το διαμέρισμα Β, το ιερόν των Μουσών ή Μουσείον, το οποίον ιδρύθη υπό του Πτολεμαίου του ΙΙ του Φιλαδέλφου, το 280 π.Χ, η Ακαδημία και η Βιβλιοθήκη ιδρυθείσα το 308 και οργανωθείσα κυρίως υπό του Δημητρίου του Φαληρέως, η οποία θεωρείται ότι περιείχεν περί τα 700.000 χειρόγραφα, συγκροτήσασα τον κανόνα των Ελλήνων ποιητών και εισαγαγούσα το σύστημα του τονισμού των λέξεων και της στίξεως των προτάσεων. Τα ιδρύματα ταύτα κατέστησαν την Αλεξάνδρειαν3 παγκόσμιον επιστημονικόν και ακαδημαϊκόν κέντρον, το οποίον ευλόγως προσήλκυσεν τους διαπρεπεστέρους φιλοσόφους και ιατρούς.
Η φιλοσοφία των Ελληνιστικών χρόνων
Η φιλοσοφία των Ελληνιστικών χρόνων χαρακτηρίζεται από την έντονον αναζήτησιν της αληθείας επί της οντολογικής υποστάσεως του ανθρώπου. Απομακρυνθείσα από την αναζήτησιν του φυσικού κόσμου και τον καθορισμόν των ηθικών αξιών, αι οποίαι διέπουν την πνευματικήν πορείαν του ανθρώπου και εναρμονίζουν την κοινωνικήν συμπεριφοράν αυτού, εστιάζεται κυρίως εις την υπαρξιακήν θεώρησιν του ανθρωπίνου προσώπου, την μελέτην της οντολογικής υποστάσεως αυτού και την ανεύρεσιν ενός καταλλήλου ψυχολογικού περιγράμματος, διά του οποίου ο άνθρωπος θα καθίστατο γαλήνιος, ειρηνικός, κυρίαρχος του εαυτού του και ικανός να αντιρροπήση τας συνεχώς επερχομένας κοινωνικάς μεταβολάς της εποχής του, διατηρών σταθεράν την ομοιοστατικήν αρμονίαν του.
Εν μέσω των πολλών φιλοσοφικών ρευμάτων της ελληνιστικής περιόδου ιδιαιτέραν βαρύτητα, παραλλήλως προς την πλατωνικήν και αριστοτελικήν φιλοσοφίαν είχεν η Επικούρειος, η Νεο-Πλατωνική και η Στωϊκή φιλοσοφία, αι οποίαι επέδρασαν, διά μέσου των αιώνων και επί της συγχρόνου φιλοσοφικής σκέψεως, ενώ αι απόψεις των κυνικών4 και των σκεπτικιστών5, συνέβαλον εις την διαμόρφωσιν ωρισμένων μόνον πτυχών της ευρυτέρας φιλοσοφικής σκέψεως.
Οι Επικούρειοι
Η σχολή των επικουρείων ήκμασεν κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους και ήσκισεν ευρείαν επίδρασιν εις τας μεταγενεστέρας φιλοσοφικάς τάσεις.
Ο ιδρυτής της σχολής Επίκουρος Νεοκλέους6 διεκρίνετο διά τον μετριοπαθή και ήπιον χαρακτήρα του, διά την οργανωτικήν δεινότητα του και την μεγάλην αγάπην του διά την φιλοσοφίαν, την οποίαν εσπούδασεν από των παιδικών ήδη χρόνων της ζωής του7. Συγκροτήσας ίδιον φιλοσοφικόν σύστημα εδίδαξεν αυτό αρχικώς μεν εις την Μυτιλήνην της Λέσβου8 και εν συνεχεία εις την Λάμψακον.
Εις τας Αθήνας, εγκατεστάθη το 306 ένθα, παρέμεινεν μέχρι του θανάτου του το 271 π.Χ. Αι Αθήναι ήδη από το 307 π.Χ. ευρίσκοντο υπό τον έλεγχον του Δημητρίου του Πολιορκητού, ο οποίος εξεδήλωνεν ιδιαίτερον ενδιαφέρον διά την φιλοσοφίαν.
Ο Επίκουρος ήρχισεν να διδάσκη τας φιλοσοφικάς αρχάς του εις την οικίαν του εις την Μελίτην, ευρισκομένην μεταξύ των Αθηνών και του Πειραιώς και ιδίως εις κήπον ευρισκόμενον πλησίον της Ακαδημίας, εις τον οποίον εγένοντο αι φιλοσοφικαί συγκεντρώσεις και συζητήσεις, ιδρυθείσης ούτω της επικουρείου σχολής, η οποία ευλόγως εκλήθη "ο Κήπος", της οποίας ο ίδιος ήτο ο ηγεμών, φέρων τον τίτλον του σοφού, καθηγεμόνες δε ήσαν οι βοηθοί αυτού Μητρόδωρος και Πολύαινος9 .
Ο "Κήπος" είχεν καθωρισμένον διδακτικόν πρόγραμμα και οι μαθηταί αυτού, καλούμενοι παρασκευαζόμενοι, ηκολούθουν συγκεκριμένον τρόπον ζωής εις τον οποίον εκυριάρχει το αίσθημα της φιλίας μεταξύ των, η κατάργησις των κοινωνικών διακρίσεων, η αποφυγή οιασδήποτε οικονομικής συναλλαγής μεταξύ αυτών, χωρίς εν τούτοις να υπάρχη κοινοκτημοσύνη και η αποφυγή της εμπλοκής αυτών εις την πολιτικήν ζωήν.
Το συγγραφικόν έργον του Επικούρου10 ήτο τεράστιον και τα έργα αυτού αντεγράφοντο υπό των μαθητών του και διεδίδοντο ευρύτερον. Εις την διαθήκην του αναφέρει ότι τα βιβλία του τα εκληροδότει εις τον μαθητήν του Ερμαρχον εκ Μυτιλήνης, ο οποίος τον διεδέχθη εις τον Κήπον.
Η επικούρειος διδασκαλία, λόγω κυρίως του πνεύματος της φιλίας, το οποίον εκαλλιέργει, διεδόθη ταχέως εντός του Ελληνιστικού κόσμου. Εντός των μεγάλων μητροπολιτικών κέντρων διδάσκαλοι του επικουρισμού ήσχισαν να ιδρύουν σχολάς και να διαδίδουν τας αρχάς της φιλοσοφίας των, συναντώντες, ευλόγως, πολλάς αντιθέσεις υπό των πλατωνικών, των οπαδών της Στοάς και των σκεπτικιστών.
Εις την Ρώμην, η οποία μετά τους καρχηδονίους πολέμους11 ήρχισεν να επικρατή εις την Μεσόγειον η επικούρειος διδασκαλία διεδόθη υπό του Αλκαίου και του Φιλίσκου12 και επεκράτησεν κυρίως εις τους κύκλους της Νεαπόλεως13 και εν συνεχεία εις όλην την Ρωμαϊκήν Αυτοκρατορίαν διαδοθείσα έως της Γαλλίας και της Ισπανίας. Εις το δεύτερον ήμισυ του δευτέρου αιώνος, ο Μάρκος Αυρήλιος, ιδρύων έδρας της φιλοσοφίας εις τας Αθήνας, ενέταξεν τον Επικουρισμόν εν μέσω των τεσσάρων μεγάλων φιλοσοφικών συστημάτων, τα οποία περιελάμβανον εκ παραλλήλου τον Στωϊκισμόν, τον οποίον ούτος ηκολούθη, την πλατωνικήν και την Αριστοτελικήν φιλοσοφίαν.
Αι αρχαί της επικουρείου διδασκαλίας
Αι αρχαί της επικουρείου διδασκαλίας συνίσταντο εις την αναζήτησιν της αληθούς γνώσεως και της σοφίας από της νεαράς ήδη ηλικίας του ανθρώπου και εις την βίωσιν της αγάπης διά την αληθή φιλοσοφίαν, διά της οποίας θεραπεύονται τα πάθη και τα άλγη της ψυχής και το άτομον αποκτά την αίσθησιν της αληθούς ευτυχίας, καθιστάμενον όντως ελεύθερον, υποτασσόμενον εις τας αρχάς αυτής. Αντιθέτως η φιλοσοφία καθίσταται κενή και ανεπίκαιρος εάν δεν δύναται να θεραπεύση τα πάθη της ψυχής14.
Η αφοσίωσις εις το πνεύμα της φιλοσοφίας θα πρέπη να είναι πλήρης και αληθής, αι δε εξ αυτής προερχόμεναι θετικαί και ευεργετικαί επιδράσεις επί της ψυχής είναι άμεσοι, ακολουθούσαι κατά παράλληλον έννοιαν το μέτρον της γνώσεως και της εμβαθύνσεως εις αυτήν15.
Ακολουθών την αρχήν του Εμπεδοκλέους, ο Επίκουρος επίστευεν ότι όλα τα όντα προέρχονται εκ της γης. Επεβίωσαν δε εκείνα τα οποία ηδύναντο να αντιμετωπίσουν τους εξωγενείς βλαπτικούς παράγοντας και διετήρησαν αμείωτον την δυνατότητα της αναπαραγωγής των.
Ο άνθρωπος αποτελεί πλήρη ψυχοσωματικήν ενότητα, δεδομένου ότι η ψυχή αποτελεί λεπτοτάτην σωματικήν ουσίαν16, ως είναι ο θερμός αήρ και ίσως λεπτοτέρα αυτού, η οποία είναι εγκατεσπαρμένη εις όλα τα σημεία του σώματος και είναι αρρήκτως συνδεδεμένη μετ' αυτού17. Το σώμα λειτουργεί διά της ψυχής και η ψυχή διά του σώματος. Άνευ της ψυχής το σώμα παραμένει άνευ αισθήσεως και περιπίπτει εις την φθοράν.
Η απελευθέρωσις του ανθρώπου από την καθημερινότητα και την αναιτιολόγητον εμπλοκήν του εις την πολιτικήν αποτελούν προϋποθέσεις αληθούς ευτυχίας18. Είναι σοφόν ο άνθρωπος να αποφεύγει την αυτοπροβολήν19, να ζει χωρίς πολλάς εξωτερικάς οχλήσεις και να διατηρεί την αταραξίαν του, ακολουθών ένα απλούν τρόπον ζωής, αρκούμενος εις ολίγα υλικά αγαθά. Αι βασικαί ανάγκαι του ανθρώπου είναι η αντιμετώπισις της πείνης, της δίψης και του ψύχους, ευδαίμων είναι όποιος εκπληροί αυτάς. Δυστυχώς ο άνθρωπος μοχθεί διά ματαίας και ασκόπους επιδιώξεις και αναλίσκει τον χρόνον του εις ματαίους περισπασμούς. Ο ανώτερος άνθρωπος αφιερώνει τον χρόνον του εις την απόκτησιν της σοφίας και της φιλίας20.
Ο πλούτος τον οποίον επιζητεί η ανθρωπίνη ματαιοδοξία χάνεται εις το άπειρον. Η αυτάρκεια αποτελεί τον μεγαλύτερον πλούτον21, καρπός αυτής είναι η ελευθερία. Ο σοφός γνωρίζει περισσότερον να δίδη παρά να λαμβάνη22, διότι έχει ανακαλύψει τον θησαυρόν της αυταρκείας. Εκ παραλλήλου γνωρίζει ότι προκαλεί μεγαλυτέραν χαράν να ευεργετή τους άλλους παρά να ευεργετείται ο ίδιος. Οι άνθρωποι προβαίνουν εις το κακόν είτε υποκινούμενοι υπό του μίσους και του φθόνου είτε συνεπεία ελλείψεως σεβασμού, πράγματα, τα οποία υπερβαίνει ο σοφός διά της λογικής του σκέψεως23.
Ο αγώνας του ανθρώπου διά κοινωνικήν ανέλιξιν επισύρει τον φθόνον και καθιστά την πορείαν της ζωής πλήρη δυσχερειών και κινδύνων. Είναι προτιμότερον ο άνθρωπος να διατηρή την εσωτερικήν γαλήνην του παρά να κυβερνά βασίλεια και να υποτάσση τον κόσμον υπό την εξουσίαν του24.
Η πραγματική χαρά25 εις τον άνθρωπον απορρέει εκ της νηφαλιότητος της σκέψεως και του βαθέως στοχασμού, διά του οποίου καθορίζεται το μέτρον των επιδιώξεων του ανθρώπου και αποφεύγεται η ψυχική δυσαρμονία. Η φρόνησις αποτελεί το μέγιστον αγαθόν26, καθισταμένη πολυτιμοτέρα και από την ιδίαν την φιλοσοφίαν. Εκ της φρονήσεως εκπηγάζει η ωραιότης της ζωής, το αίσθημα της δικαιοσύνης και η αληθής χαρά. Η αληθής χαρά, η ηδονή απορρέει από την βίωσιν των αρετών27. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχη χαρά εις την ψυχήν του ανθρώπου εάν ούτος δεν ζη μετά φρονήσεως και δικαιοσύνης28 και δεν υπάρχει μεγαλυτέρα χαρά από την προσφερομένην από την σοφίαν και την γνώσιν29. Ο δίκαιος είναι ο πλέον ατάραχος άνθρωπος, ενώ ο άδικος διακατέχεται υπό ταραχής30.
Το θείον είναι άφθαρτον και μακάριον και δεν είναι δυνατόν να του αποδίδωνται ανθρώπινα πάθη είτε να το εμπλέκουν εις ανθρωπίνας καταστάσεις31. Οι άνθρωποι ζουν εν μέσω προλήψεων και ανεδαφικών δοξασιών ως προς το θείον, ενώ πρέπει να διανοούνται ότι μόνον το πλέον Άριστον υπάρχει και να ευλαβούνται το Άριστον, χωρίς φόβων32 .
Η εξοικείωσις μετά της ιδέας του θανάτου αποτελεί βασικήν φιλοσοφικήν αρχήν διά τους επικουρείους φιλοσόφους. Χωρίς να υφίσταται ο φόβος του θανάτου ο άνθρωπος θα πρέπη να αξιοποιή εκάστην στιγμήν της ζωής του και να την καθιστά στιγμήν αληθούς χαράς και εσωτερικής πληρότητος. Ο μάταιος περισπασμός καταμερίζει την ζωήν και συμβάλλει εις την ουσιαστικήν απώλειαν αυτής, επερχομένου τελικώς του θανάτου εν μέσω εγνοιών και μεριμνών33. Η ζωή είναι γλυκεία όταν λείπει ο φόβος του θανάτου34.
Η φιλοσοφία του Επικούρου αντιμετώπισεν την έκδηλον αντιπαλότητα των στωϊκών, των πλατωνικών και των σκεπτικιστών. Εν μέσω αυτών περιλαμβάνονται ο σκεπτικός Σέξτος Εμπειρικός και ο πλατωνιστής Πλούταρχος, οι οποίοι προσπαθούν να αντιταχθούν προς τας επικουρείους απόψεις πολλάκις παρερμηνεύοντες αυτάς, θεωρούντες ότι το νόημα της διδασκαλίας του Επικούρου συνίσταται εις την αποφυγήν του πόνου και εις την καλήν διατήρησιν της σωματικής υποστάσεως του ανθρώπου35.
Εκ παραλλήλου ισχυρός αντίπαλος της επικουρείου διδασκαλίας υπήρξεν ο Ιουδαϊσμός36, ο οποίος αντετάχθη τόσον διά θρησκευτικούς όσον και διά εθνικούς λόγους, δεδομένου ότι ο επικουρισμός ήτο η προσφιλής φιλοσοφία του Αντιόχου του Επιφανούς, ο οποίος προσεπάθησεν να εξελληνίση την Ιουδαίαν διά της βίας. Ο Μαϊμονίδης τον 12ον αιώνα υπήρξεν είς εκ των ισχυροτέρων επικριτών της επικουρείου διδασκαλίας.
Η ευρέως εμφανιζομένη παρερμηνεία της επικουρείου διδασκαλίας, συνέτεινεν ώστε να μη καταστή αντιληπτός ο ασκητικός χαρακτήρ αυτής αλλά να εκληφθή αύτη ως ηδονοθηρική δοξασία, άγουσα εις τον υλισμόν37.
Ο Νέο-Πλατωνισμός
Εις την Αλεξάνδρειαν ανεπτύχθη μία νέα μορφή της πλατωνικής φιλοσοφίας, γνωστή αργότερον ως Νέο-Πλατωνισμός38, η οποία επέδρασεν ευρέως εις την διαμόρφωσιν των φιλοσοφικών ιδεών εις τον Ελληνιστικόν κόσμον.
Ιδρυτής της σχολής υπήρξεν ο Πλωτίνος39 (205-270 μ.Χ), μαθητής του Αμμωνίου Σακκά, χαρακτηριζόμενος διά την βαθείαν θρησκευτικότητα του και την προσήλωσιν του εις τας ηθικάς αξίας. Τον βίον αυτού, επί του οποίου ο ίδιος ουδέποτε αναφέρεται, γνωρίζομεν εκ του μαθητού αυτού Πορφυρίου ο οποίος συνέγραψεν "Περί του Πλωτίνου βίου και της τάξεως των βιβλίων αυτού"40.
Ο Πλωτίνος έγραψεν τας φιλοσοφικάς διατριβάς του, τας οποίας εξέδωσεν ο Πορφύριος, διακρίνας αυτάς εις έξ επί μέρους ομάδας, εκάστη των οποίων περιείχεν εννέα επί μέρους ανισοτίμους εις έκτασιν συζητήσεις, αποκαλέσας ούτως αυτάς εννεάδας. Η πρώτη εννεάς αναφέρεται κυρίως εις την Ηθικήν, η δευτέρα και η τρίτη εις την Φυσικήν Φιλοσοφίαν και την Κοσμολογίαν, η τετάρτη εις την Ψυχολογίαν, η πέμπτη εις την Επιστημολογίαν και η έκτη εις τους Αριθμούς.
Αι αρχαί της Νεο-Πλατωνικής διδασκαλίας
Η Νέο-Πλατωνική διδασκαλία δίδει ιδιαιτέραν βαρύτητα εις την μεταφυσικήν, εις την οποίαν δέχεται τρείς βασικάς αρχάς ήτοι το Εν, τον Νουν και την Ψυχήν.
Το Εν αποτελεί την απόλυτον και υπερτάτην γενεσιουργόν αρχήν των πάντων, εκ του οποίου προέρχεται ο ορατός και ο αόρατος κόσμος. Τούτο υπάρχει αφ' εαυτού υπό την μεγίστην απλότητα, τελειότητα και αυτοδυναμίαν και αποτελεί το αίτιον της υπάρξεως όλων των άλλων στοιχείων και υποστάσεων41 και την αρχήν όλων των γνώσεων. Το Εν ευρίσκεται υπεράνω πάσης κατανοήσεως μη δυνάμενον να ερμηνευθή διά της ανθρωπίνης λογικής. Ταυτίζεται τούτο προς την πλατωνικήν Ιδέαν του Αγαθού. Το Εν διακρίνεται διά την εσωτερικήν και την εξωτερικήν λειτουργικότητα αυτού42. Η μέν εσωτερική λειτουργικότης του συνίσταται εις την υπερλογικήν υπόστασιν αυτού, η δε εξωτερική εις την εκπεφρασμένην διά του Νου ευρείαν δημιουργικότητα αυτού.
Εκ του Ενός προέρχεται ο Νούς43, ο οποίος εκπηγάζει εξ αυτού όπως τα ύδατα του ποταμού εκ της πηγής ή αι ακτίνες του φωτός εκ του ηλίου. Διά του Νου καθίσταται εφικτή η έκφρασις και η δημιουργική λειτουργικότης του Ενός. Εκ του Νου προέρχεται η παγκόσμιος Ψυχή, η οποία είναι κατωτέρα αυτού, όπως ο Νους είναι κατώτερος του Ενός. Εκ της παγκοσμίου ψυχής προέρχονται αι ιδέαι, οι λόγοι και αι ψυχαί των επί μέρους όντων, αι οποίαι λησμονούν την θείαν προέλευσιν των και εκλαμβάνουν εαυτάς ως ανεξαρτήτους. Η ψυχή συνδέεται μετά του Νου, όπως ο Νους συνδέεται μετά του Ενός.
Η ψυχή φέρει τας επιθυμίας, εν μέσω των οποίων υφίστανται αι εξωτερικαί τοιαύται, αι οποίαι δεν συνδέονται μετά της φύσεως της ψυχής και αι εσωτερικαί, αι οποίαι είναι συμβαταί προς την φύσιν και την λειτουργικότητα της ψυχής και την θεοποιούσα ενέργειαν του Νου επ' αυτής , όπως είναι η επιθυμία της γνώσεως, της δημιουργίας και της αθανασίας.
Εν μέσω των αρετών ο Πλωτίνος διακρίνει τας πολιτικάς αρετάς, διά των οποίων καθίσταται εφικτή η αρμονική λειτουργικότης του ατόμου εις την κοινωνίαν. Αι αρεταί αύται συνίστανται εις την φρόνησιν, το θάρρος, την αυτοκυριαρχίαν και την δικαιοσύνην. Υπεράνω των αρετών αυτών είναι αι αρεταί αι καθαίρουσαι το άτομον και καθιστώσαι αυτό ικανόν να προσεγγίση προς το θείον. Διά των αρετών αυτών ο άνθρωπος απαλλάσσεται εκ των παθών του και εκ της καθηλώσεως του εις το σωματικόν του εγώ, αποκτά την εσωτερικήν του πληρότητα και σταδιακώς ανέρχεται εις υψηλοτέρας πνευματικάς σφαίρας καθιστάμενος βαθμηδόν ευτυχέστερος, έως ότου προσεγγίση το υπέρτατον αγαθόν ένθα θα παραμένη εν εκστάσει.
Η λογική γνώσις αποτελεί έν προστάδιον της αμέσου γνώσεως, η οποία θα αποκτηθή όταν ο άνθρωπος ενωθή μετά του θείου. Η ανησυχία και η αγωνία της ανθρωπίνης ψυχής οφείλεται εις την καθήλωσιν του ανθρώπου εις το σωματικόν του εγώ, η απαλλαγή εκ του οποίου εξασφαλίζη την ελευθερίαν και την βίωσιν της αληθούς ευτυχίας. Το σώμα του ανθρώπου έλκει αυτόν προς τα κάτω και τον απομακρύνει από της ανόδου εις υψηλοτέρας σφαίρας και από την βίωσιν της εσωτερικής αρμονίας. Το σώμα κατ' ουσίαν αποτελεί φυλακήν της ψυχής και εμπόδιον εις την πνευματικήν πορείαν του ανθρώπου. Διά της αποδεσμεύσεως εκ του σώματος θα δυνηθή ο άνθρωπος να προσεγγίση την αλήθειαν και το απόλυτον αγαθόν.
Ο Πλωτίνος πιστεύει εις την αθανασίαν της ψυχής, κατά την έννοιαν του Πλάτωνος και διατείνεται ότι η ψυχή διατηρεί την ενότητα της και δεν αποσυντίθεται όπως τούτο συμβαίνει εις το σώμα.
Η ύλη είναι συνυφασμένη μετά του κακού και απομακρύνει την ψυχήν εκ της νοήσεως. Το δράμα του ανθρώπου συνίσταται εις την περιέλιξιν της ανθρωπίνης ψυχής πέριξ του άξονος αγαθού-κακού. Ο Ανθρωπος, ως ύπαρξις, συνίσταται κυρίως εκ ψυχής, η οποία χρησιμοποιεί το σώμα, περιβαλλομένη υπ' αυτού, ως μέσον εκφράσεως αυτής κατά την διάρκειαν της επιγείου ζωής της. Το σώμα καθίσταται το αίτιον των υλικών επιθυμιών διά την ψυχήν και η πηγή των παθών44.
Η ωραιότης βαίνει παραλλήλως προς την βίωσιν των αρετών, αρχομένη εκ της φυσικής ωραιότητος, η οποία αποτελεί και την ατελεστέραν όλων και εξελισσομένη προς την νοητικήν ή πνευματικήν ωραιότητα, η οποία προέρχεται από το Αγαθόν, το οποίον ορέγεται πάσα ψυχή και αποτελεί την υψηλοτέραν και τελειοτέραν μορφήν της ωραιότητος45. Το Αγαθόν είναι απλούν, ειλικρινές, καθαρόν, τα πάντα εξ αυτού εξαρτώνται και εις αυτό προσβλέπουν. Το Αγαθόν είναι το αίτιον της ζωής και του Νου και του Είναι. Είναι βασική προϋπόθεσις να αποκτηθή πρώτον η ψυχική ωραιότης διά να καταστή δυνατή η θέα της υπερτάτης ωραιότητος, η οποία υπάρχει εις το Αγαθόν46.
H Νέο-Πλατωνική φιλοσοφία διά του Πορφυρίου (234-305 μ.Χ), ο οποίος υπήρξεν εκ των πλέον αφοσιωμένων μαθητών του Πλωτίνου συνεδέθη εν μέρει μετά της αριστοτελικής λογικής και διεδόθη ευρέως εις τον Ελληνιστικόν κόσμον και συνέβαλεν εις την διαμόρφωσιν της Ηθικής και της Μεταφυσικής των χρόνων εκείνων. Η ηθική τελείωσις, η κάθαρσις, ο φωτισμός αποτελούν τας οδούς διά την πορείαν του ανθρώπου προς την Αλήθειαν και το Αγαθόν47 .
Εν γένει η Νέο-πλατωνική φιλοσοφία ήσκησεν ευρείαν επίδρασιν επί του φιλοσοφικώς σκέπτεσθαι ουχί μόνον κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους αλλά και των μεταγενεστέρων εποχών. Η Λατινική μετάφρασις του έργου του Πλωτίνου γενομένη υπό του Marsilio Ficino και εκδοθείσα το 1492 κατέστησεν τούτο ευρέως γνωστόν εις τα πανεπιστήμια της Δύσεως. Ανθρωπισταί του 15ου και 16ου αιώνος όπως οι John Colet, Erasmus εκ του Ρόττερνταμ και ο Thomas More επηρεάσθησαν τα μέγιστα εκ της Νέο-πλατωνικής διδασκαλίας, όπως εκ παραλλήλου αργότερον επηρεάσθησαν οι Γερμανοί ιδεαλισταί και κυρίως ο Hegel και ο Husserl. Εις τον 20ον αιώνα ο νέο-πλατωνισμός εκπροσωπείται κυρίως υπό των C.S. Lewis και Charles Williams.
Η Στωϊκή διδασκαλία
Η στωϊκή διδασκαλία, η οποία ήσκησεν τεραστίαν επίδρασιν επί το φιλοσοφικώς σκέπτεσθαι των ελληνιστικών χρόνων και εγένετο ευρύτατα αποδεκτή υπό του ρωμαϊκού πνεύματος αργότερον ιδρύθη υπό του Ζήνωνος Μνασέου ή Δημέου, ο οποίος κατήγετο εκ του Κιτίου της Κύπρου.
Μεταξύ των έργων του Ζήνωνος48, ιδιαιτέραν αξίαν έχει η διατριβή αυτού υπό τον τίτλον "Πολιτεία", εις την οποίαν εκτίθεται το ουσιώδες περιεχόμενον της φιλοσοφίας αυτού η οποία απετέλεσεν και το βάθρον της ευρυτέρας στωϊικής φιλοσοφίας. Εις το "περί Λόγου" έργον του αναφέρει ότι ο φιλοσοφικός λόγος είναι τριμερής, συνιστάμενος ούτως υπό του φυσικού, ηθικού και λογικού στοιχείου49. Την διάκρισιν ταύτην αποδέχονται και ο Απολλόδωρος και ο Χρύσιππος, οι οποίοι θεωρούν ότι ταύτα αποτελούν τόπους ή είδη της φιλοσοφίας50.
Το 230 o Πτολεμαίος ο III, ο Ευεργέτης, προσεκάλεσεν τον Χρύσιππον και τον Κλεάνθην, να μεταβούν εις την Αλεξάνδρειαν, διά να ενισχύσουν την εξάπλωσιν της στωϊκής διδασκαλίας. Αμφότεροι ηρνήθησαν την πρόσκλησιν, την οποίαν απεδέχθη ο Σφαίρος, ο οποίος εδίδαξεν τας αρχάς της στωϊκής διδασκαλίας εις την αυλήν του Πτολεμαίου51. Ο Ερατοσθένης εκ παραλλήλου μαθητής του Ζήνωνος μετέβη εις την Αλεξάνδρειαν το 240 και εχρημάτισεν βιβλιοθηκάριος52.
Η στωϊκή φιλοσοφία επέδρασεν σημαντικώς εις την πολιτικήν ζωήν της Αιγύπτου, δεδομένου ότι η ομόνοια, μία από τας κυρίας πολιτικάς αρχάς των στωϊκών και η φιλία είχον ιδιαιτέραν αξίαν διά τους Πτολεμαίους εις την διακυβέρνησιν της χώρας.
Αι αρχαί της Στωϊκής διδασκαλίας
Ο Ζήνων επίστευεν ότι το υπέρτατον αγαθόν διά την ανθρωπίνην ψυχήν είναι η Ευδαιμονία, η οποία στηρίζεται εις την εδραίωσιν του βίου επί των αρετών. Αρετή δε είναι η αρμονική διάθεσις, η έχουσα ιδίαν υπόστασιν και μη απορρέουσα από τον φόβον, την ελπίδα ή από εξωτερικούς παράγοντας. Εις αυτήν στηρίζεται η έννοια της ευδαιμονίας δεδομένου ότι η αρετή αποβλέπει εις την επίτευξιν της ψυχικής αρμονίας, εκ της οποίας εκπηγάζει η ευδαιμονία53. Αι αρεταί εφ΄όσον συμβάλλουν εις την απόκτησιν της ευδαιμονίας καθίστανται μέσα ή οδοί της πορείας του ανθρώπου, όταν όμως συμπληρώνουν την ευδαιμονίαν και αποτελούν αναπόσπαστον μέρος αυτής, τότε αποτελούν σκοπόν της πορείας του. Εκ των αρετών ωρισμέναι προηγούνται, ως πρωταρχικαί και ωρισμέναι αποτελούν συνάρτησιν ετέρων αρετών. Πρωταρχικαί αρεταί είναι η φρόνησις, η ανδρεία, η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη εκ των οποίων απορρέουν η μεγαλοψυχία, η εγκράτεια, η καρτερία, η αγχίνοια, η ορθή βούλησις και η ικανότης προς λήψιν λογικών και ευστόχων αποφάσεων54. Το αγαθόν κατά τους στωϊκούς καθορίζεται ως η φυσική τελειότης του λογικού όντος ως λογικού (το τέλειον κατά φύσιν λογικού ως λογικού)55.
Η νοητική παράστασις αποτυπώνεται εις την ψυχήν όπως αποτυπώνεται το σχήμα του δακτυλίου επί κηρίνης επιφανείας. Αι νοητικαί διεργασίαι είναι καταληπταί εφ΄ όσον αναφέρονται εις πραγματικάς εννοίας ή παραμένουν ακατάληπτοι, εφ΄όσον ανάγονται εις τον κόσμον της φαντασίας. Κριτήριον της αληθείας είναι η άμεσος σχέσις μίας εννοίας προς την πραγματικότητα. Εις το "Περί ανθρώπου φύσεως", ο Ζήνων διατείνεται ότι ο τελικός σκοπός των προσπαθειών είναι να ζήση ο άνθρωπος συμφώνως προς τας αρχάς της φύσεως, δεδομένου ότι η φύσις καθ' εαυτήν οδηγεί τον άνθρωπον εις την αρετήν. Κατ΄ επέκτασιν, η ευτυχία αποτελεί συνάρτησιν του εναρέτου βίου, ήτοι του βίου του ευθυγραμμισμένου προς τας αρχάς της φύσεως56.
Κατά τον Ζήνωνα η ιδανική πολιτεία στηρίζεται εις την ηθικήν τελείωσιν των πολιτών αυτής57. Επίστευεν και εδίδασκεν ότι δεν έχει αξίαν η ανέγερσις ναών άλλα αξίαν έχει η βίωσις του θείου εις την ψυχήν του ανθρώπου, δεδομένου ότι ο Λόγος είναι θείον στοιχείον δυνάμενον να βιωθή και υπό των ανθρώπων58.
Διά τους στωϊκούς υφίσταται ουσιώδης σχέσις μεταξύ της ουσίας και της ποιότητος και υφίσταται σταθερά τάσις των επί μέρους σωμάτων να διατηρούν ιδίαν ταυτότητα (την οικείαν ουσίαν και το ιδίως ποιόν). Την συνεκτικήν δράσιν, εν μέσω των όντων, αλλά και εις τον χώρον του μικροκόσμου, ασκεί το πνεύμα, ο τόνος του οποίου διαδραματίζει καθοριστικόν ρόλον εις τον βαθμόν και την έκτασιν της αναπτυσσομένης συνοχής59. Κατά τον στωϊκόν Ποσειδώνιον60, το πνεύμα ταυτίζεται προς το θείον, μίας ενεργητικής φυσικής δημιουργικής δυνάμεως, η οποία διατρέχει τα πάντα61, διαμορφουμένης ούτω μίας εντόνου υλοζωικής αντιλήψεως, η οποία επέδρασεν τα μέγιστα επί της ιατρικής και ιδίως της νευρολογίας των ελληνιστικών χρόνων. Ο αυτός φιλόσοφος θεωρεί ότι ο κόσμος ομοιάζει προς έλλογον οργανισμόν, ο οποίος διοικείται υπό της προνοούσης φύσεως, η οποία παραλλήλως προς το πνεύμα συνέχει οργανικώς την ύλην και διατηρεί εις τελείαν ισορροπίαν τα συστήματα του εμβίου κόσμου. Κατά τον Κλεάνθην το θείον αποτελεί την αιτίαν της υπάρξεως των πάντων και ως δημιουργός δύναμις διοικεί τον κόσμον βάσει ενός τελείου σχεδίου62.
Ο Χρύσιππος, εκ των σημαντικoτέρων στωϊκών φιλοσόφων63, επρέσβευεν ότι η φιλοσοφία είναι επιτήδευσις λόγου ορθότητος64. Εκ παραλλήλου η φύσις είναι δημιουργική, διέπεται υπό φυσικών δυνάμεων και ότι αι εκδηλώσεις της φύσεως είναι λογικαί και αγαθαί. Η άποψις αύτη, συνυφασμένη μετά της ταυτίσεως του θείου μετά της φύσεως δίδει μία έντονον φυσιοκρατικήν αντίληψιν εις την φιλοσοφίαν των στωικών.
Ο άνθρωπος από της γεννήσεως του αρχίζει να εντυπώνη τας εννοίας εις το ηγεμονικόν μέρος της ψυχής του ενώ εκ παραλλήλου η μνήμη παρέχει την δυνατότητα της διατηρήσεως των εννοιών και της συνθέσως των λογικών ολοκληρωμάτων αυτών. Εις το ηγεμονικόν μέρος της ψυχής εδράζεται η συνείδησις, διά της οποίας καθορίζεται ο έλλογος βίος και εκ της οποίας απορρέει η διεργασία της "οικειώσεως", διά της οποίας το άτομον αφ' ενός μεν γνωρίζει τας δυνάμεις του εαυτού του, αφ' ετέρου δε εξοικειούται προς το περιβάλλον και διαμορφώνει αρμονικώς την κοινωνικήν συμπεριφοράν αυτού.
Υπό του Χρυσίππου υπογραμμίζεται ιδιαιτέρως η λογικότης του ανθρώπου, χωρίς να απορρίπτεται η άποψις ότι ούτος συγχρόνως αποτελεί ενιαίαν και αδιάσπαστον ψυχοσωματικήν οντότητα, εντός της οποίας περιλαμβάνονται όλαι αι βιολογικαί, νοητικαί και ψυχολογικαί διεργασίαι65 της ψυχής. Η ιδιαιτέρα έμφασις όμως, την οποίαν δίδει εις την λογικήν φύσιν του ανθρώπου παρέχει την εντύπωσιν της εισαγωγής υπ' αυτού μίας μονιστικής ψυχολογικής και ηθικής θεωρίας, κατά την οποίαν δεν αναγνωρίζονται αι άλογοι δυνάμεις, αλλά επικρατεί μία απόλυτος νοησιαρχία, εφραζομένη χαρακτηριστικώς διά της δηλώσεως ότι "μία η της ψυχής δύναμις, ως την αυτήν πως έχουσα ποτέ μεν διανοείσθαι, ποτέ δ' οργίζεσθαι, ποτέ δ' επιθυμείν"66.
Τα αίτια των παθών, υπό των οποίων διακατέχονται οι άνθρωποι, δεν προέρχονται από τον εξωτερικόν κόσμον αλλά από τους ιδίους (των συμβαινόντων αυτοίς παθών εντός είναι) και θα υφίστανται ταύτα , εάν ο άνθρωπος δεν δυνηθή να υπερβή αυτά και ιδίως τον φόβον και την επιθυμίαν, εκ των οποίων γεννώνται τα περισσότερα των παθών67. Εκ των παθών απορρέουν πάντοτε αρνητικά συναισθήματα, γεγονός το οποίον ταλαιπωρεί τον άνθρωπον και καθιστά σύνθετον και πολύπλοκον την ψυχικήν του ζωήν, η οποία άνευ παθών θα ήτο ειρηνική και γαλήνιος68.
Η θέσις των στωϊκών έναντι του θανάτου, χαρακτηρίζεται υπό θάρρους και δυνάμεως. Ουδείς φόβος εισέρχεται εις την ψυχήν προ του θανάτου69, καθ΄όσον ούτος αποτελεί έν νομοτελικώς αναπόφευκτον φαινόμενον, το οποίον πρέπει να αντιμετωπίζεται μετά μεγίστης απλότητος και γαλήνης70. Είναι προτιμωτέρα κατά τους στωϊκούς μία βραχεία αλλά ηθικώς ωλοκληρωμένη ζωή, παρά μία μακρά αλλά άνευ νοήματος και πνευματικής χαράς71, καθ΄ όσον η αξία της ζωής δεν εξαρτάται από την διάρκειαν αυτής αλλά από την ποιότητα της. Η ψυχή των σοφών μετά θάνατον θα υποστή αποθέωσιν, ανάλογον προς την του Ηρακλέους, ο οποίος ακουλουθών την οδόν της αρετής, ενίκησεν τας αρνητικάς εσωτερικάς παροτρύνσεις και εξωτερικάς παρεμβάσεις. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά εις τον άνθρωπον υπό του Μάρκου Αυρηλίου Αντωνίνου, του οποίου η σκέψις βαθέως είχεν εμποτισθή από τας αρχάς και τας δοξασίας της στωϊκής διδασκαλίας: "Του ανθρωπίνου βίου ο μεν χρόνος στιγμή, η δε ουσία ρέουσα, η δε αίσθησις αμυδρά, η δε όλου του σώματος σύγκρισις εύσηπτος, η δε ψυχή ρεμβός, η δε τύχη δυστέκμαρτον, η δε φήμη άκριτον. Συνελόντι δε ειπείν, πάντα τα μεν του σώματος ποταμός, τα δε της ψυχής όνειρος και τύφος, ο δε βίος πόλεμος και ξένου επιδημία, η δε υστεροφημία λήθη"72.
Ο σοφός άνθρωπος, κατά τους στωϊκούς, ακολουθεί αδιαλείπτως την οδόν της αρετής και του ορθού λόγου73, παραμένων ισχυρός και αδιάφθορος, ζων εν αρμονία προς εαυτόν, τον ορθόν λόγον και τον θείον νόμον, ο οποίος διέπει το σύμπαν. Ο σοφός είναι ελεύθερος, διότι αντλεί την δύναμιν της ελευθερίας από τον θείον νόμον, ευρισκόμενος εις πλήρη αρμονίαν μετά της φύσεως74.
Η στωϊκή διδασκαλία ήσκησεν μεγάλην επίδρασιν εις την Ρώμην, διαδοθείσα ήδη από την περίοδον της Δημοκρατίας75 και ανθίσασα κυρίως κατά τα έτη της αυτοκρατορίας ως αντιστάθμισμα της ηθικής παρακμής της ρωμαϊκής κοινωνίας.
Εκ των ιατρών των Ελληνιστικών χρόνων, ο Γαληνός υπέστη την μεγαλυτέραν επίδρασιν του στωϊκισμού, δι΄αυτού μεταλαμπαδεύθη το γενικόν περίγραμμα της στωϊκής φιλοσοφίας εις τον Αραβικόν κόσμον και εις τας ιατρικάς σχολάς της Δύσεως.
Η Νευρολογία κατά την Ελληνιστικήν περίοδον
H Νευρολογία κατά την Ελληνιστική περίδον ήκμασεν κατά κύριον λόγον εις την Αλεξάνδρειαν, η οποία ευρισκομένη υπό το φιλελεύθερον πνεύμα του Πτολεμαίου του Σωτήρος και των διαδόχων του Φιλαδέλφου και Ευεργέτου, οι οποίοι ήθελον να λειτουργούν ως προστάται της φιλοσοφίας και της επιστήμης, παρείχεν κατάλληλον πολιτιστικόν και κοινωνικόν υπόβαθρον, διά την ανάπτυξιν της ιατρικής και ιδίως της προσανατολιζομένης εις την μελέτην της ανατομίας και της φυσιολογίας του νευρικού συστήματος του ανθρώπου.
Εκ παραλλήλου η βαθεία επίδρασις της φιλοσοφίας, η οποία τόσον υπό την επικούρειον όσον και υπό την πλατωνικήν και νέο-πλατωνικήν μορφήν έθετε διηνεκώς το ερώτημα της σχέσεως της ψυχής μετά του σώματος, ωδήγησεν τους ιατρούς εις τον χώρον της Νευρολογίας και της Νευροανατομίας εις την προσπάθειαν των να ανιχνεύσουν τας οδούς, διά των οποίων εκδηλούται λειτουργικώς η ανθρωπίνη ψυχή και ενδεχομένως να θέσουν υπό σοβαράν θεώρησιν, διά των ανατομικών και νευροφυσιολογικών παρατηρήσεων των, τας θέσεις εις τας οποίας ενδεχομένως εδράζει η ψυχή και να ανεύρουν τους τρόπους, διά των οποίων αύτη εκφεύγει του σώματος κατά την ώραν του θανάτου.
Μεταξύ των πλέον επιφανών αλεξανδρινών ιατρών υπήρξαν ο Ηρόφιλος και ο Ερασίστρατος, οι οποίοι, διά της πληθώρας των ανατομικών και κλινικών παρατηρήσεων των, δύνανται δικαίως να χαρακτηρισθούν ως πατέρες των Νευροεπιστημών.
Ο Ηρόφιλος
Ο Ηρόφιλος εγένετο γνωστός εις τους Ελληνιστικούς χρόνους ουχί μόνον διά τας ανατομικάς μελέτας αυτού επί του εγκεφάλου, αλλά και διά την μελέτην του επί της καρδιακής λειτουργίας και την διαγνωστικήν αξίαν, την οποίαν έδιδεν εις την εξέτασιν και παρακολούθησιν του σφυγμού των ασθενών.
Επίστευεν ότι ο σφυγμός δεν αποτελεί ιδιότητα και λειτουργικήν έκφρασιν του τοιχώματος των αρτηριών, αλλά αποτελεί ούτος έκφρασιν της λειτουργίας της καρδίας και των συστολών αυτής. Ο σφυγμός χαρακτηρίζεται από την ύπαρξιν ρυθμού, όπως και η μουσική. Διά να καταστή ο ιατρός ικανός να μελετήση τον σφυγμόν και να ερμηνεύση την σημασίαν των μεταβολών του ρυθμού αυτού θα πρέπη να είναι γνώστης της θεωρίας της μουσικής και της βαθυτέρας ερμηνείας της αρμονίας76.
Ο Ηρόφιλος ήτο ο πρώτος, ο οποίος διέκρινεν τον σφυγμόν από τον τρόμον, τον μυϊκόν σπασμόν και τας δεσμιδώσεις και εισήγαγεν ιδικής του κατασκευής φορητόν υδραυλικόν ωρολόγιον διά να μετρά τον σφυγμόν των ασθενών.
Εις τον ευρύτερον χώρον της ανατομικής του κυκλοφορικού συστήματος, ο Ηρόφιλος περιέγραψεν την πνευμονικήν αρτηρίαν, αναφέρων ότι το αίμα αυτής ομοιάζει ως προς το χρώμα αυτού προς το αίμα των φλεβών. Εκ παραλλήλου περιέγραψεν τας μεσεντερίους αρτηρίας και την σχέσιν αυτών μετά της λειτουργικής ακεραιότητος του εντέρου. Ο Ηρόφιλος ήτο ο πρώτος ο οποίος περιέγραψεν το δωδεκαδάκτυλον, αι δε περιγραφαί του ήπατος υπ' αυτού αναφέρονται υπό του Γαληνού.
Ο Ηρόφιλος ησχολήθη εν εκτάσει μετά της ανατομικής μελέτης του Νευρικού Συστήματος και μετά της Κλινικής Νευρολογίας. Προέβαινεν εις νεκροτομάς, ιδίως κατά τους χειμερινούς μήνας και εξήγαγεν τον εγκέφαλον εκ της κρανιακής κάψης, τον οποίον έτεμνεν κατά τον εγκάρσιον, τον οριζόντιον και τον οβελιαίον άξονα διά να δυνηθή να αποκτήση στερεοτακτικήν αίσθησιν των δομών και των μορφολογικών στοιχείων αυτού.
Διά των πραγματοποιουμένων τομών ηδυνήθη να διακρίνη την φαιάν από την λευκήν ουσίαν του εγκεφάλου και να περιγράψη το κοιλιακόν σύστημα αυτού77.
Αναλυτικότερον ο Ηρόφιλος περιέγραψεν λεπτομερώς την κάτω γωνίαν του ρομβοειδούς βόθρου, ήτοι του εδάφους της τετάρτης κοιλίας, το οποίον ωνόμασεν γραφικόν κάλαμον, λόγω της ομοιότητος προς την χρησιμοποιουμένην επί της εποχής του γραφίδα. Εμελέτησεν και περιέγραψεν τους δίκην πλεγμάτων αγγειακούς σχηματισμούς, οι οποίοι προβάλλουν εντός του κοιλιακού συστήματος, τους οποίους εκάλεσεν αγγειακάς μεμβράνας ή "χοριοειδή πλέγματα", όρον τον οποίον εσεβάσθη και διετήρησεν η σύγχρονος νευροανατομία. Κατά τον Ηρόφιλον τα χοριοειδή πλέγματα συνδέονται μετά της παραγωγής του εγκεφαλονωτιαίου υγρού, το οποίον φέρεται εντός του κοιλιακού συστήματος και εις τον υπαραχνοειδή χώρον. Μεταφέρων ο Ηρόφιλος εις την Νευροανατομίαν την αγωνίαν των φιλοσόφων διά την έδραν της ψυχής εις το ανθρώπινον σώμα, εθεώρησεν ότι αύτη κατασκηνοί εις το κοιλιακόν σύστημα του εγκεφάλου και ότι εκεί επίσης ευρίσκεται και το κέντρον της νοήσεως. Ο γραφικός κάλαμος αποτελεί το ουσιωδέστερον σημείον του κοιλιακού συστήματος, το οποίον έχει άμεσον σχέσιν με την εντόπισιν της ψυχής και την διατήρησιν αυτής εις το σώμα.
Ο Ηρόφιλος έδωσεν ιδιαιτέραν βαρύτητα εις την φλεβικήν κυκλοφορίαν του εγκεφάλου. Περιέγραψεν τους φλεβικούς κόλπους της σκληράς μήνιγγος και του κρανίου και επεσήμανεν ότι το φλεβικόν αίμα συγκεντρούται υπ' αυτών εις σχηματισμόν των μηνίγγων επί του έσω ινιακού ογκώματος, τον οποίον ωνόμασεν ληνόν, παρομοιάσας αυτόν προς τον χώρον συγκεντρώσεως του γλεύκους.
Είναι άξιον ιδιαιτέρας μνείας το γεγονός ότι ο Ηρόφιλος μελετών και περιγράφων τα κρανιακά και τα περιφερικά νεύρα διέκρινεν αυτά εις κινητικά, αισθητικά και εις μικτά.
Το ανατομικόν έργον του Ηροφίλου υπερβαίνει κατά πολύ τα μέτρα της εποχής του, δυνάμενον να παραλληλισθή ως προς το νευροανατομικόν σκέλος προς το έργον του Ανδρέα Βεζάλιους78.
Ο Ερασίστρατος
Ο Ερασίστρατος ο Χίος (304-250 π.Χ)79, εσπούδασεν φιλοσοφίαν και ιατρικήν εις τας Αθήνας υπό την επίβλεψιν και καθοδήγησιν του Μητροδώρου. Εν συνεχεία μετέβη εις την Κω, το 280 π.Χ, διά να σπουδάση Ιατρικήν, εις την γενέτειραν του Ιπποκράτους, υπό την καθοδήγησιν του Πραξαγόρα.
Ο Ερασίστρατος ανεγνωρίσθη ως είς των μεγαλυτέρων ιατρών και ιδίως των νευρολόγων της Ελληνιστικής περιόδου, δικαίως δυνάμενος να θεωρηθή ως ο πατήρ της Νευροφυσιολογίας και της Ψυχοσωματικής ιατρικής80.
Ο Ερασίστρατος, εν τω πλαισίω της βασικής ερεύνης και ιδίως της εντρυφήσεως του εις την νευροανατομίαν, περιέγραψεν την μορφολογίαν του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων, διακρίνας τα εγκεφαλικά ημισφαίρια εις τους επί μέρους λοβούς αυτών και περιγράψας τας αύλακας και τας έλικας αυτών. Ο Ερασίστρατος ενετόπισεν τας ανωτέρας ψυχικάς και νοητικάς λειτουργίας επί του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων, γεγονός το οποίον έχει ιδιαιτέραν βαρύτητα, δεδομένου ότι η αντίληψις αύτη ήρχισεν να διαμορφώνεται πολλούς αιώνας αργότερον υπό του Leonardo da Vinci και ιδίως υπό του Ανδρέα Βεζάλιους.
Ο Ερασίστρατος επεσήμανεν τας μορφολογικάς διαφοράς, αι οποίαι υφίστανται μεταξύ του εγκεφάλου του ανθρώπου και των ζώων, απέδωσεν την μορφολογικήν ιδιαιτερότητα του ανθρωπίνου εγκεφάλου, με τας πολλάς αύλακας και έλικας εις την ανάγκην μείζονος αναπτύξεως της επιφανείας αυτού, λόγω της πληθώρας των νοητικών και ψυχικών διεργασιών, αι οποίαι πραγματοποιούνται υπ' αυτού.
Είναι ιδιαιτέρως άξιον μνείας, ότι ο Ερασίστρατος διεχώρησεν λειτουργικώς τον εγκέφαλον από την παρεγκεφαλίδα και επεσήμανεν, ότι η κυρία λειτουργία του παρεγκεφαλιδικού φλοιού συνίσταται εις την επίτευξιν της ευταξίας των κινήσεων, θεωρών ότι η παρεγκεφαλίς αποτελεί τον κύριον αρμοστήν της βουλητικής κινητικότητος, η οποία άρχεται μεν εκ των εγκεφαλικών ημισφαιρίων συντονίζεται δε αρμονικώς υπό της παρεγκεφαλίδος.
Τα περιφερικά νεύρα, κατά τον Ερασίστρατον, δεν φέρουν πνεύμα, όπως επρέσβευεν η Ιπποκράτειος αντίληψις, αλλά ήσαν συμπαγείς σχηματισμοί, οι οποίοι συνίστανται υπό μικροσωληναρίων, τα οποία επικοινωνούν μετά αναλόγων σχηματισμών του εγκεφάλου, διά των οποίων κινείται μοριακόν υλικόν εκ του κεντρικού νευρικού συστήματος και ιδίως εκ του εγκεφαλικού στελέχους και του νωτιαίου μυελού προς τα τελικά υποδεκτικά όργανα και ιδίως τους μύες. Η αντίληψις αύτη διετυπώθη πολλούς αιώνας αργότερον υπό του Thomas Willis (1622-1675) εις το εξαίρετον έργον του Cerebri Anatome (1664), το οποίον απετέλει κατ' ουσίαν Ανατομικήν και Φυσιολογίαν του Νευρικού Συστήματος και υπό του Giovanni Alfonso Borelli εις το έργον του De motu animalium (1645), ο οποίος εθεώρη, ότι διά μέσου των περιφερικών νεύρων άγονται ουσίαι προς τας τελικάς νευρικάς απολήξεις.
Ο Ερασίστρατος διετήρει τας επικουρείους απόψεις, ότι το πνεύμα συνυφαίνεται μετά της σωματικής υποστάσεως του ανθρώπου προς διαμόρφωσιν του ψυχοσωματικού Είναι αυτού. Κατ' αυτόν το ζωτικόν πνεύμα εισέρχεται εις τον εγκέφαλον διά της αιματικής κυκλοφορίας, καθιστάμενον εντός αυτού ζωϊκόν πνεύμα, το οποίον φέρεται, διά των νεύρων, εις όλα τα όργανα και τα μέλη του σώματος και ζωοποιεί αυτά82. Την τετάρτην κοιλίαν και την παρεγκεφαλίδα εθεώρει ως τόπους εις τους οποίους κατασκηνοί η ψυχή του ανθρώπου, συνδεομένους, ως εκ τούτου, με την ζωήν και τον θάνατον αυτού.
Ο Ερασίστρατος διέκρινεν τας παθήσεις εις τας εχούσας οργανικόν υπόβαθρον, εις τας αμιγώς ψυχικάς και εις τας εχούσας ψυχοσωματικήν έκφρασιν. Χαρακτηριστική υπήρξεν η θεραπεία υπό του Ερασιστράτου του Αντιόχου, υιού του Σελεύκου του Β΄ του Νικάτωρος, βασιλέως της Συρίας, ο οποίος έπασχεν εκ σοβαράς και δυσθεραπεύτου, κατά τους ιατρούς της εποχής του, νόσου83.
Ο Γαληνός
Ο Γαληνός εγεννήθη εις την Πέργαμον το 130 μ.Χ. Υπήρξεν είς εκ των μεγαλυτέρων ιατρών όλων των εποχών, ασκήσας την μεγαλυτέραν δυνατήν επίδρασιν εις την Ιατρικήν των Ελληνιστικών χρόνων, του Βυζαντίου, της Δυτικής Αναγεννήσεως έως των νεωτέρων χρόνων. Συνέγραψεν πλέον των 400 συγγραμμάτων και διατριβών επί παντός πεδίου της Ιατρικής Επιστήμης. Αι εργασίαι του εις πολλά σημεία αντικατοπτρίζουν τας επιδράσεις του Ιπποκράτους, του Αριστοτέλους, του Ηροφίλου, του Ερασιστράτου καθώς και την βαθείαν φιλοσοφικήν επίδρασιν του στωικισμού.
Ο Γαληνός καθώρισεν επακριβώς την έννοιαν του συμπτώματος, του συνδρόμου, της νόσου, της παθήσεως, της οργανικής αλλοιώσεως και του λειτουργικού φαινομένου και προέβη εις επακριβή διάκρισιν μεταξύ των λειτουργικών φαινομένων και των φαινομένων των εχόντων σαφές οργανικόν ή παθοφυσιολογικόν υπόβαθρον84, πιστεύων όμως ότι έν παθολογικόν λειτουργικόν φαινόμενον σπανίως εκδηλούται χωρίς να υφίσταται αλλοίωσις ενός εκ των οργάνων, μετά των οποίων συνδέεται τούτο85.
Αι θέσεις του Γαληνού επί των Νευροεπιστημών
Ο Γαληνός περιέγραψεν πολλάς Νευρολογικάς και Ψυχιατρικάς παθήσεις και εταξινόμησεν αυτάς αναλόγως προς τα κλινικά φαινόμενα αυτών86.
Ο Γαληνός επίστευεν κατά τρόπον απόλυτον εις την ψυχοσωματικήν ενότητα του ανθρωπίνου προσώπου και κατά συνέπειαν εθεώρει ότι αι ψυχικαί παθήσεις δεν ήσαν ανεξάρτητοι των παθήσεων του σώματος, αλλά πολλάκις αποτελούν προέκτασιν αυτών επί της ψυχικής σφαίρας. Διά την θεμελίωσιν των απόψεων αυτών προεπάθησεν να αποκτήση καλήν γνώσιν της νευροανατομίας, διά να δυνηθή να ανεύρη τας οδούς εις τας οποίας η ψυχική υπόστασις του ανθρώπου συναντάται και συνυφαίνεται μετά της σωματικής τοιαύτης.
Αι απόψεις του Γαληνού επί του Εγκεφάλου και του Νωτιαίου Μυελού
Επί του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού ο Γαληνός επίστευεν, ότι αμφότεραι αύται αι δομαί του κεντρικού νευρικού συστήματος αποδέχονται και αναλύουν αισθητικάς πληροφορίας εκ του περιβάλλοντος και εκ παράλληλου διαμορφώνουν τον τύπον της κινητικής απαντήσεως του ατόμου, τόσον υπό την αντανακλαστκήν όσον και υπό την βουλητικήν έννοιαν, ελέγχοντα ούτως την κινητικότητα εκάστου μέλους του σώματος.
Ο Γαληνός διεπίστωσεν, ότι η ημιδιατομή του νωτιαίου μυελού ιδίως εις τα ανώτερα μυελοτόμια αυτού προκαλεί παράλυσιν του σώματος συστοίχως, κάτωθεν του σημείου της τομής, ενώ αντιστοίχως επέρχονται διαταραχαί της αισθητικότητος, αναφερόμεναι κυρίως εις την αντίληψιν του πόνου και της θερμοκρασίας. Συστοίχως δε προς την παράλυτον πλευράν δεν καθίσταται αντιληπτή η αίσθησις της θέσεως των μελών εις τον χώρον87. Επίστευεν επίσης ότι όταν οι μύες του προσώπου παραλύουν συστοίχως προς τα μέλη του σώματος η βλάβη του νευρικού συστήματος έχει επισυμβή εις τον εγκέφαλον και ουχί εις τον νωτιαίον μυελόν88.
Ο Γαληνός επίστευεν, ότι ο νωτιαίος μυελός αποτελεί προέκτασιν του εγκεφάλου εις τον σπονδυλικόν σωλήνα και έχει υψίστην σημασίαν διά την κινητικότητα του κορμού και των άκρων. Παρετήρησεν ούτος ότι τα άτομα τα οποία προέβησαν αστόχως εις προσπάθειαν αυτοκτονίας δι' απαγχονισμού, παρέμειναν παράλυτα και αναίσθητα, ως προς την αντίληψιν του άλγους και της θερμοκρασίας κατά τον κορμόν και τα άκρα. Εκ παραλλήλου παρετήρησεν ότι χαμηλά κατάγματα της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης δεν προκαλούν ουσιώδεις διαταραχάς εις την αναπνοήν89.
Ο Γαληνός επίστευεν ότι τόσον αι κεντρομόλοι όσον και αι φυγόκεντροι οδοί του κεντρικού νευρικού συστήματος χιάζονται είτε εις τον εγκέφαλον είτε εις τον νωτιαίον μυελόν90. Εις πειραματικάς παρατηρήσεις του επί των ζώων διεπίστωσεν ότι επιμήκης διατομή. καθ' όλην την έκτασιν του νωτιαίου μυελού, δεν προκαλεί παράλυσιν αλλά αισθητικάς διαταραχάς, γεγονός το οποίον συνηγορεί υπέρ της απόψεως ότι αι νευρικαί ίνες αι συνδεόμεναι μετά της κινητικότητος δεν χιάζονται εις τον νωτιαίον μυελόν.
Ο Γαληνός επίστευεν ότι σοβαραί νευρολογικαί βλάβαι προεκάλουν απώλειαν της συνειδήσεως και κατάργησιν της κινητικότητος, η οποία ενδεχομένως οφείλεται εις έξοδον μέρους του ψυχικού πνεύματος εκ του εγκεφάλου και ιδίως εκ των κοιλιών αυτού. Ο Γαληνός απεδέχετο πλήρως την Ιπποκράτειον άποψιν ότι επί εγκεφαλικής αιμορραγίας επέρχεται παράλυσις της αντιστοίχου πλευράς του σώματος και ότι οιαδήποτε αλλοίωσις των αισθητικών ή κινητικών λειτουργικών εκφράσεων του σώματος οφείλεται εις βλάβην του αντιθέτου ημισφαιρίου του εγκεφάλου.
Αι απόψεις του Γαληνού επί της παρεγκεφαλίδος
Η παρεγκεφαλίς κατά τον Γαληνόν, όπως και κατά τον Ερασίστρατον, ελέγχει τας κινητικάς εκφράσεις του κορμού και των άκρων. Παρετήρησεν δε ότι αύτη είναι ευμεγεθεστέρα εις τα δρομέα ζώα και εις τα πτηνά. Οσον δε τα ζώα ταχύτερον έτρεχον τόσον η παρεγκεφαλίς αυτών ήτο πλέον ανεπτυγμένη. Ο Γαληνός επίστευεν επίσης ότι η γέφυρα και η παρεγκεφαλίς ευρίσκονται εις άμεσον επικοινωνίαν αποτελούσαι αμφότεραι ενιαίαν λειτουργικήν ενότητα.
Η παρεγκεφαλίς κατά τον Γαληνόν οριοθετεί επίσης την ζωήν και τον θάνατον, δεδομένου ότι αύτη διά του σκώληκος προστατεύει την έξοδον της ψυχής από της τετάρτης κοιλίας. Όταν ο σκώληξ ανέρχεται προς τα άνω και οπίσω και διευρύνεται το τρήμα της επικοινωνίας της τετάρτης κοιλίας μετά της μείζονος δεξαμενής, η ψυχή εξέρχεται εκ του κοιλιακού συστήματος του εγκεφάλου, επερχομένου ούτω του θανάτου του ατόμου.
Αι απόψεις του Γαληνού επί των κρανιακών και των νωτιαίων νεύρων
Ο Γαληνός περιέγραψεν επτά συζυγίας κρανιακών νεύρων και εθεώρει ότι το υπογλώσσιον νεύρον οριοθετεί τον εγκέφαλον και τον νωτιαίον μυελόν, δεδομένου ότι δεν ανεγνώριζεν την ύπαρξιν του προμήκους και εθεώρει ότι ο νωτιαίος μυελός απετέλει άμεσον προέκτασιν του εγκεφάλου91.
Ο Γαληνός ανεγνώρισεν ότι το φρενικόν νεύρον, το οποίον καταλήγει εις το διάφραγμα και αποτελεί το κινητικόν κέντρον αυτού, αναδύεται εκ του τρίτου μυελοτομίου και αποτελεί το κύριον νεύρον διά του οποίου επιτελείται η αναπνευστική λειτουργία. Μία εκ των ουσιωδών συμβολών του Γαληνού εις την μελέτην των κρανιακών νεύρων ήτο ο καθορισμός του σημαντικού ρόλου, τον οποίον διαδραματίζει το παλίνδρομον νεύρον εις την λειτουργίαν της φωνήσεως. Διεπίστωσεν διά σειράς ανατομικών παρατηρήσεων επί των ζώων ότι το παλίνδρομον νεύρον αποτελεί κλάδον του πνευμονογαστρικού νεύρου και νευροί τούτο τας φωνητικάς χορδάς, ετερόπλευρος δε βλάβη αυτού προκαλεί δυσφωνίαν ενώ η αμφοτερόπλευρος τοιαύτη πλήρη αφωνίαν. Εκ παραλλήλου ο Γαληνός εμελέτησεν όλα τα νεύρα, τα οποία συνδέονται μετά των μυών του λάρυγγος και δύνανται να επηρεάσουν την φωνήν και την ομιλίαν του ατόμου.
Επί των νωτιαίων νεύρων ο Γαληνός παρετήρησεν ότι όλα εξ αυτών αναδύονται εκ του νωτιαίου μυελού διά δύο εκφυτικών ριζών, προσθίας και οπισθίας εκ των οποίων η μεν οπισθία συνδέεται μετά της αισθήσεως η δε προσθία μετά της κινήσεως των μελών και του σώματος92.
Αι απόψεις του Γαληνού επί των επιληπτικών κρίσεων
Επί των επιληπτικών κρίσεων ο Γαληνός επρέσβευεν ότι τόσον οι γενικευμένοι τονικο-κλονικοί σπασμοί, όσον και αι εστιακαί επιληπτικαί κρίσεις αποτελούν φαινόμενα εντόνου ερεθισμού του εγκεφάλου συνδεόμενα ενίοτε μετά της αποφράξεως των πόρων,των αγωγών και των εν γένει οδών επικοινωνίας του κοιλιακού συστήματος93. Η έλλειψις εγκεφαλονωτιαίου υγρού εκ παραλλήλου από τας κοιλίας προκαλεί ερεθισμόν του εγκεφάλου και κατ' επέκτασιν την έκλυσιν επιληπτικών σπασμών94. Η αύρα ως πρόδρομον επιληπτικόν φαινόμενον προέρχεται κυρίως εκ των σπλάγχνων έχουσα πολλάκις τον χαρακτήρα μίας ασυνήθους γαστρικής αισθήσεως95.
Επί της θεραπευτικής αντιμετωπίσεως των επιληπτικών κρίσεων, ο Γαληνός υπεστήριζεν ότι η χορήγησις ωρισμένων ουσιών δύναται να είναι ευεργετική, ενώ η χρήσις ετέρων συνήθων ουσιών97 ή φαρμακευτικών φυτών δύναται να είναι επιβλαβής προκαλούσα επιδείνωσιν των κρίσεων. Μεταξύ των βλαπτικών παραγόντων περιελάμβανεν και τον λευκόν και μέλανα ελλέβορον97.
Ο Γαληνός υπεστήριζεν ότι αι αληθείς επιληπτικαί κρίσεις έχουν οργανικόν υπόβαθρον, ενώ αι επιλητικόμορφοι κρίσεις αποτελούν υστερικόν φαινόμενον.
Αι απόψεις του Γαληνού επί της συνειδήσεως
Η απώλεια της συνειδήσεως περιεγράφη υπό του Γαληνού ως λιποθυμία, οφειλομένη εις διαταραχήν του συντονισμού των εγκεφαλικών λειτουργιών ή εις διαταραχήν της καρδιακής λειτουργίας και των πνευμόνων. Κατά τον Γαληνόν αι σοβαρότεραι λιποθυμικαί καταστάσεις επισυμβαίνουν επί διαταραχών της καρδιακής λειτουργίας ή επί βαρείας εγκεφαλικής βλάβης98.
Ο Γαληνός απεκάλει εκ παραλλήλου λήθαργον, την ασυνήθη εκείνην κατάστασιν κατά την οποίαν υφίσταται νοητική θόλωσις και επέρχεται επιδείνωσις των νοητικών λειτουργιών, ιδίως της μνήμης, της προσοχής και της μαθήσεως99. Ο λήθαργος κατά τον Γαληνόν είναι κατ' ουσίαν "των ηγεμονικών ενεργειών βλάβη". Κατ' αντιδιαστολήν προς τον λήθαργον, ο κάρος100 ο οποίος χαρακτηρίζεται από απώλειαν των νοητικών λειτουργιών και μετάπτωσιν του ατόμου εις κατάστασιν ύπνου διά κεκλεισμένων των οφθαλμών101, οφείλεται προφανώς εις βλάβην της μίας εκ των πλαγίων κοιλιών του εγκεφάλου. Κατά τον Γαληνόν η ανάνηψις εκ του κάρου είναι συνήθως πλήρης, εν αντιθέσει προς την αποπληξίαν, κατά την οποίαν επέρχονται σοβαρά λειτουργικά υπολείμματα. Η διαφορά αύτη αποτελεί το κύριον διαφοροδιαγνωστικόν κριτήριον μεταξύ αυτών.
Τα υπναγωγικά φάρμακα κατά τον Γαληνόν δεν εισάγουν φυσιολογικόν ύπνον, αλλά προκαλούν νάρκην, κάρος ή κώμα, επιδρώντα ουχί μόνον επί του εγκεφάλου, αλλά εφ' ολοκλήρου του σώματος.
Το κώμα κατά τον Γαληνόν αποτελεί την σοβαροτέραν μορφήν απωλείας της συνειδήσεως, διαφέρουσα ουσιωδώς εκ του κάρου. Ούτος διέκρινεν το κώμα εις δύο επί μέρους μορφάς, ήτοι (α) το βαθύ κώμα, κατά το οποίον ο πάσχων έχει κλειστούς τους οφθαλμούς και (β) το βαθύ κώμα, κατά το οποίον ο πάσχων έχει ανοικτούς τους οφθαλμούς, το οποίον εκάλει άγρυπνον κώμα102. Είναι απαραίτητον να υπογραμμισθή ότι ο Γαληνός είναι ο πρώτος συγγραφεύς, ο οποίος περιέγραψεν το άγρυπνον κώμα, ΄μία κατάστασιν η οποία παρατηρείται εις το σύνδρομον του εγκλεισμού και εις τα αρχικά κυρίως στάδια του συνδρόμου της αποφλοιώσεως.
Αναφερόμενος εις τας συνειδησιακάς διαταραχάς ο Γαληνός προέβη και εις την περιγραφήν της καταλήψεως, της κατοχής και της καταφοράς. Περιέγραψεν ως κατάληψιν την ημικωματώδη κατάστασιν, η οποία συνοδεύεται υπό τετανικών σπασμών ή υπό υστερικής δυσκαμψίας ή παραληρήματος, συνοδευομένου ενίοτε υπό πυρετικής κινήσεως103.
Εις μίαν εκ των κλινικών περιγραφών της καταλήψεως ο Γαληνός περιέγραψεν τα κλινικά φαινόμενα της νόσου του Parkinson (Paralysis Agitans), ως είναι ο τρόμος, η δυσκαμψία, η βραδυκινησία και η βραδυφρενεία, το άμιμον προσωπείον, μετά στιλβόντων οφθαλμών, η ελάττωσις του σκαρδαμισμού και αι ενίοτε νοητικαί εκπτώσεις, τας οποίας παρουσιάζουν οι πάσχοντες104. Επεσήμανεν δε ότι τα ίδια κλινικά φαινόμενα παρατηρούνται και εις περιπτώσεις τοξικώσεως διά μαγγανίου.
Αι απόψεις του Γαληνού επί της κεφαλαλγίας
Η περιγραφή της κεφαλαλγίας υπό του Γαληνού είναι ανεκτιμήτου αξίας, αποτελούσα πρότυπον κλινικής περιγραφής. Ούτος περιέγραψεν την ετερόπλευρον κεφαλαλγίαν ως ημικρανίαν ή ετεροκρανίαν, η οποία συνδέεται ως προς την έναρξιν της μετά επί πολλής ερεθισμάτων της κεφαλής, ενώ η παθογένεια της συνδέεται μετά αλλοιώσεων ή λειτουργικών διαταραχών, αι οποίαι επισυμβαίνουν εις τον ενδοκράνιον χώρον, αναφερόμεναι εις τον εγκέφαλον ή τας μήνιγγας105.
Η κεφαλαλγία εκ τάσεως, κατά τον Γαληνόν, συνδέεται μετά του άγχους, έχουσα ως εκ τούτου ψυχογενή προέλευσιν ή ενίοτε οφείλεται εις στομαχικάς διαταραχάς. Αντιθέτως η κεφαλαλγία, η οποία έχει ως συνοδά φαινόμενα την ερυθρότητα του προσώπου, το περιοφθαλμικόν οίδημα οφείλεται εις την κυκλοφορίαν θερμού χυμού, ο οποίος ερεθίζει τον εγκέφαλον, o οποίος ουχί σπανίως συνδέεται μετά της λήψεως ακαταλλήλου τροφής.
Ο Γαληνός εθεώρει ότι η κεφαλαλγία ενίοτε οφείλεται εις παθήσεις του ουροποιητικού συστήματος και ιδίως εις λοιμώξεις αυτού106.
Είναι ιδιαιτέρως σημαντικόν ότι ο Γαληνός περιέγραψεν την κεφαλαλγίαν την συνδεομένην μετά ιλίγγου, εμέτων, ασταθείας της βαδίσεως και ελαττώσεως της ακουστικής αντιλήψεως, καταστάσεως η οποία ενθυμίζει την νόσον του Meniere107.
Αι απόψεις του Γαληνού επί της ανοίας και του παραληρήματος
Ο Γαληνός περιέγραψεν το παραλήρημα υπό δύο κλινικάς μορφάς ήτοι (α) ως παραλήρημα άνευ πυρετού, το οποίον εκάλεσεν παραφροσύνην και (β) ως παραλήρημα μετά πυρετού, το οποίον εκάλεσεν φρενίτιδα.
Τα κύρια διαγνωστικά χαρακτηριστικά της παραφροσύνης είναι αι ψευδαισθησίαι, αι διαταραχαί του περιεχομένου της σκέψεως και αι διαταραχαί της συμπεριφοράς. Η φρενίτις συνδέεται πάντοτε υπό εμπυρέτων καταστάσεων και είναι απότοκος του ερεθισμού του εγκεφάλου ή της επιδράσεως επ΄ αυτού τοξικών παραγόντων. Εις σοβαράς περιπτώσεις η φρενίτις παρατηρείται εις τα προκεχωρημένα στάδια της κυρίας νόσου, ως επιπλοκή αυτής έχουσα βαρείαν προγνωστικήν αξίαν. Ο Γαληνός προσεπάθη να θεραπεύση την φρενίτιδα διά ηρεμιστικών παραγόντων, καταλλήλου διαίτης και φυσικοθεραπείας.
Την φθίνουσα πορείαν των νοητικών λειτουργιών ο Γαληνός ωνόμασεν μώρωσιν ή μωρίαν. Η μώρωσις κατά τον Γαληνόν αποτελεί την ηπίαν μορφήν της ανοίας. Η αληθής άνοια, χαρακτηρίζεται υπό σοβαράς διαταραχής της μνήμης108 και της κριτικής ικανότητος του πάσχοντος, αποτελούσα μίαν μορφήν παραλύσεως της σκέψεως και των γνωστικών λειτουργιών109. Επίστευεν ότι η άνοια επέρχεται κατά το γήρας λόγω της παραγωγής βλαπτικών χυμών υπό των οργάνων του σώματος ή από ψύξιν του εγκεφάλου. Η προγεροντική άνοια συνήθως οφείλεται εις κατ' επανάληψιν τραυματικάς κακώσεις της κεφαλής110, εις φρενίτιδα, υψηλόν πυρετόν, βλαπτικήν επίδρασιν φαρμάκων, ως είναι ο κρόκος, η σμύρνα και ο στύραξ111.
Ο Γαληνός έδωσεν θαυμασίαν περιγραφήν της φαινομενολογίας της μανίας112 και της μελαγχολίας. Υπεγράμμισεν ούτος, ότι η μελαγχολία είναι δυνατόν να υποδυθή την άνοιαν κυρίως κατά τα αρχικά στάδια αυτής και ενώ μεν η άνοια εκ μελαγχολίας είναι αναστρέψιμος η αληθής άνοια σπανίως υφίεται113. Διετύπωσεν δε ούτος την άποψιν, ότι η υπερβολική χρήσις αλκοόλης είναι δυνατόν να οδηγήση εις άνοιαν μετά οπτικών ψευδαισθησιών και ουχί σπανίως εις κώμα και θάνατον. Η βλαπτική αύτη επίδρασις της αλκοόλης οφείλεται κατά τον Γαληνόν εις άμεσον τοξικήν δράσιν αυτής επί του στομάχου114.
Την αναστολήν της νοητικής αναπτύξεως ο Γαληνός ωνόμασεν μικρόνοιαν, παρατηρήσας εκ παραλλήλου ότι τα εκ μικρονοίας πάσχοντα παιδία παρουσιάζουν δυσμορφικά στοιχεία, ως είναι ο υπερτελορισμός και τα ευμεγέθη πτερύγια των ώτων115.
Αι απόψεις του Γαληνού επί της θεραπείας των ψυχικών παθήσεων
Ο Γαληνός εθεράπευεν τας ψυχικάς παθήσεις και τας ψυχοπαθολογικάς καταστάσεις διά της χορηγήσεως ηρεμιστικών φαρμάκων ως ήτο ο ελλέβορος και ο μανδραγόρας, ο υισκίαμος και το όπιον, φαρμακευτικά φυτά και φάρμακα τα οποία γνωρίζομεν εκ του έργου του Διοσκουρίδου "Περί ύλης ιατρικής"116. Εκ παραλλήλου ο Γαληνός εφήρμοζεν φυσικοθεραπείαν, υδροθεραπείαν διά καταλλήλων λουτρών, ηλιοθεραπείαν και διαθερμίας. Εισήγαγεν επίσης κατά τρόπον μεθοδικόν την ψυχοθεραπείαν117 διά να αυξήση την ψυχικήν ισχύν και την λογικήν θεώρησιν και δι' αυτών τον αυτοέλεγχον118. Εις ηπίας περιπτώσεις, ψυχολογικών κυρίως διαταραχών ή ψυχοσωματικών καταστάσεων, συνήθως προέτρεπεν τον πάσχοντα εις εργασιοθεραπείαν, εις συμμετοχήν εις συζητήσεις, εις μελέτην συγγραμμάτων και συμμετοχήν εις εκπαιδευτικά προγράμματα, εις εκπαιδευτικά ταξίδια και δημιουργικάς εργασίας. Συνίστα πάντοτε εις τους συγγενείς των πασχόντων να επιδεικνύουν ευγένειαν και καλήν συμπεριφοράν, ιδίως δε όταν ο ασθενής έπασχεν εκ καταθλίψεως και να αποφεύγουν τον έλεγχον και την αυστηράν κριτικήν. Επί της θεραπείας των ψυχοσωματικών παθήσεων ο Γαληνός υπεγράμμιζεν: 'Διά να κατανοήση την φυσιολογίαν του σώματος, την υφισταμένην διαφοράν μεταξύ των επί μέρους παθήσεων και τας καταλλήλους εκάστοτε θεραπευτικάς ενδείξεις, ο ιατρός θα πρέπη να διέπεται υπό της λογικής της επιστημονικής σκέψεως. Διά να εφαρμόση αυτάς τας αρχάς κατά τρόπον αλάνθαστον ο ιατρός θα πρέπη να απέχη του πλούτου, να ασκή την σωφροσύνην και να γνωρίζη βαθέως όλας τας φιλοσοφικάς απόψεις, την λογικήν, τας φυσικάς επιστήμας και την ηθικήν. Ο ιατρός χρειάζεται την γνώσιν της φιλοσοφίας τόσον κατά την έναρξιν των ιατρικών του σπουδών, όσον και κατά την άσκησιν της ιατρικής αργότερον. Ούτως έκαστος ιατρός έχει άμεσον ανάγκην της φιλοσοφίας και κατ' ουσίαν ο ιατρός θα πρέπη να είναι φιλόσοφος...'
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Areteus Cappadocius: The extant works. Ed and transl. by Francis Adams, the Sydenham Society, London 1846
Aristotle: De anima. Greek text and English transl. by WS Hat. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1957.
Aristotle: Movement of animals. Greek text and English transl. by ES Foster. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1955.
Aristotle: Nichomacian ethics. Greek text and English transl. by H.Rackham. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1953.
Aristotle: Physiognomics; in Minor works. Greek text and English transl. by WS Hett. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1957.
Baloyannis SJ: St.Eustathius of Thessaloniki and the medicine of his times Annals of the School of Medicine. Aristotelian University Press, 1991.
Baloyannis SJ: The psychotherapy in the antiquity. Annals of the School of Theology. Aristotelian University Press 1992, pp. 432-438.
Baloyannis SJ: Avicenna: The mysticism of the Greek medicine in the Arabian World. Encephalos 1997; 34:11-29.
Baloyannis SJ: Heracletus of Ephesos, from the profundity of the melancholy to the harmony of the Word. Encephalos 2001; 38: 5-27.
Baloyannis SJ: The Neurosciences in the Greek World In KK.Sinha and DK.Jha (Eds) Some aspects of history of Neurosciences. Catholic Press, Ranchi 2003, pp.97-117.
Blumenthal, H.J: Plotinus' Psychology. The Hague, 1971.
Diehls H: Die Fragmente der Vorsokratiker; 6th ed. by W. Kranz 3 vols. Weidmann. Berlin 1951/1952.
Δραγωνά-Μονάχου Μ: Ο ύμνος στον Δία και τα χρυσά Επη: Η ποιητική θεολογία του Κλεάνθη και η Ορφική-Πυθαγορική Παράδοση. Φιλοσοφία 1971:339-376.
Duckworth WLH: Galen on anatomical procedures; the later books. Cambridge University press 1962.
Dufour R: Plotinus. A Bibliography 1950-2000. Leiden, 2002.
Emilsson, E: Plotinus on Sense-Perception. Cambridge, 1988.
Επικτήτoυ:Εγχειρίδιαov Εις .Epicteti Dissertations ab Arriani digestae H.Schenkl, Stutgardiae aed. Teubneri 1965
Erskine A: The Hellenistic stoa. Cornell University Press, Ithaca, New York 1990.
Farquharson A.S.L (ed.): The Meditations of the Emperor Marcus Antoninus, 2 vol. 1944.
Farquharson A.S.: Marcus Aurelius: His Life and His World, ed. by D.A. Rees 1951.
Ferrington B: The faith of Epicurus.Weidenfeld and Nicolson, London 1967.
Fraser PM: Ptolemaic Alexandria Oxford University Press 1972.
Galen: Opera Omnia. Volums 22. Edited by DCG Kuhen. Gnobloch, Leipzig 1821-1833.
Galen: On the natural faculty's English transl. by AJ Brock. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1963.
Galenus Scripta Minora, editerunt Marquard, Muller Helmreich, Teuber. Lipsiae 1886.
Heracletus: On the universe. English transl. by WHS Jones. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1967.
Hippocrates: Oeuvre completes; traduction nouvelle avec le text grec by E.Littre. 10 vols Bailliere, Paris 1839-1891.
Hippocrates: English transl. by WHS Jones in 4 vols. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1923.
Ilberg G: Das neurologisch-psychiatrische Wissen und Konmen des Aretaus von Kappadokien. Ztschr. f d ges Neurol. 1923; 86: 227.
J. Paul Getty Museum: Alexandria and Alexandrism. J. Paul Getty Museum, Malibu, California 1996.
Καραμπαζάκη-Περδίκη Ε: Ο Ποσειδώνιος και η Αρχαία Στοά. Ιωάννινα 1998.
Kirk GS: Natural changes in Heraclitus.Mind 1951; 60:35-42.
Kirk G.S, Raven J.E, and Schofield M: Τhe Presocratic Philosophers: A critical History with a selection of texts. Second Edition, Cambridge University press 1995
Κλεάvθης:Υμvoς εις τov Δία Εις Stobaeus I, 537 Stoicorum Veterum Fragmenta H. von Arnim, Stuttgart 1903-1905.
Lynch JP: Aristotle's School. California 1972
Miller T: The birth of the Hospital in the Byzantine Empire. John Hopkins University Press. Baltimore and London 1997.
Morris J: "The Dating of the Column of Marcus Aurelius," in Journal of the Warburg and Courtauld Institutes, 15:33-47, 1952.
Μπαλoγιάvvης Σ.I. Η Ψυχoθεραπεία κατά τηv αρχαιότητα. Τόμoς I. Καλoγήρoυ. Θεσσαλovίκη 1990, σελ. 7-13.
Μπαλoγιάvvης Σ.I. H αυτoκτovία και o θάvατoς κατά τoυς Στωϊκoύς φιλoσόφoυς. Πρoσφoρά Παvτελεήμov Β', Θεσσαλovίκη 1990, σελ. 380-391.
Μπαλoγιάvvης Σ.I. Ο εγκέφαλος του Ανθρώπου υπό την λαβίδα του Ανδρέα Βεζάλιους Θεσσαλovίκη 1995.
Μπαλογιάννης Σ.Ι. Από τον Vesalius εις τον Santiago Ramon y Cajal. Θεσσαλονίκη 2000.
Μπαλoγιάvvης Σ.I. Ηράκλειτoς o Εφέσιoς, o πρόδρoμoς της υπαρξιακής φιλoσoφίας Γρηγόριoς Παλαμάς 2000; 83:291-336.
Μπαλoγιάvvης Σ.I. Ο εγκέφαλος υπό την γραφίδα του Leonardo da Vinci. Θεσσαλoνίκη, Εκδόσεις Π. Πoυρvάρα 2001.
O'Meara, Dominic: Plotinus. An Introduction to the Enneads. Oxford,1993.
Paulus of Aegina: The seven books of Paulus of Aegina. English tranl. by Francis Adams The Sydenham Society, London 1844-1847.
Plato: Timaeus English transl. by R.G.Bury. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1961.
Πλωτίvoυ Εργα: Tomus II, Enneades IV-V Edit.Paul Henry et Hans-Rudolf Schwyzer, Oxonii 1977
Riverius: Opera medica universa. De Tournres. Geneva 1737.
Siegel R: Galen on Psychology, Psychopathology, and function and disease of the nervous system. S. Karger, Basel 1973.
Souques A: Etapes de la neurologie dans antiquite Greque. Masson Paris 1936
Stanton G.R: "Marcus Aurelius, Emperor and Philosopher," Historia, 18:570-587, 1969.
von Arnim H: Stoicorum Veterum Fragmenta. Stuttgart 1903
Zilboorg G: A history of medical psychology. Norton, New York 1941