Η Νευρολογία των Ελληνιστικών χρόνων: Η εναρμόνισις της φιλοσοφίας μετά της Επιστήμης
ΣΤΑΥΡΟΣ Ι. ΜΠΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
Αριστοτέλειον Πανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης

Περίληψις
Η Νευρολογία ήνθισεν κατά μοναδικόν τρόπον εις τους Ελληνιστικούς χρόνους. Η ειδική ατμόσφαιρα της εποχής αυτής, καλλιεργούσα την πολυδιάστατον φιλοσοφικήν θεώρησιν υπό την επικράτισιν του ελληνικού πνεύματος και της ελληνικής γλώσσης, έδωσεν εκτενείς δυνατότητας εις την επιστήμην και ανέπτυξεν τον ενθουσιασμόν προς έρευναν και αναζήτησιν της αληθείας. Εν μέσω των πολλών φιλοσοφικών ρευμάτων της ελληνιστικής περιόδου, παραλλήλως προς την πλατωνικήν και αριστοτελικήν φιλοσοφίαν, ιδιαιτέραν βαρύτητα είχεν η Επικούρειος, η Νεο-Πλατωνική και η Στωϊκή φιλοσοφία, αι οποίαι επέδρασαν και επί των συγχρόνων φιλοσοφικών ρευμάτων. Η σύνδεσις της φιλοσοφίας μετά της ιατρικής κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους κατέστη άρρηκτος, δεδομένου ότι επεκράτει η αντίληψις ότι η ιατρική είναι δυνατόν να θεραπεύση τον πάσχοντα και να βελτιώση την ποιότητα της ζωής αυτού μόνον διά μέσου της φιλοσοφίας. Η Αλεξάνδρεια, η Αντιόχεια, η Πέργαμος, η Ρόδος, αι Αθήναι απετέλεσαν τα κέντρα εις τα οποία η φιλοσοφία διεισέδυσεν αρμονικώς εντός της ιατρικής και συνεκρότησεν μετ' αυτής έν ενιαίον και αρμονικόν περίγραμμα. Η Αλεξάνδρεια, ιδίως διά του μουσείου και της βιβλιοθήκης αυτής, κατέστη παγκόσμιον επιστημονικόν και ακαδημαϊκόν κέντρον, το οποίον προσήλκυσεν τους διαπρεπεστέρους φιλοσόφους και ιατρούς. Μεταξύ των επιφανών αλεξανδρινών ιατρών υπήρξαν ο Ηρόφιλος και ο Ερασίστρατος, οι οποίοι, διά της πληθώρας των ανατομικών και κλινικών παρατηρήσεών των, δύνανται δικαίως να χαρακτηρισθούν ως πατέρες των Νευροεπιστημών. Ο Ηρόφιλος περιέγραψεν λεπτομερώς την κάτω γωνίαν του ρομβοειδούς βόθρου, το οποίον ωνόμασεν γραφικόν κάλαμον, λόγω της ομοιότητος προς την γραφίδα. Εμελέτησεν και περιέγραψεν τους πλεγματώδεις αγγειακούς σχηματισμούς, τους προβάλλοντας εντός του κοιλιακού συστήματος, τους οποίους εκάλεσεν αγγειακάς μεμβράνας ή "χοριοειδή πλέγματα", διά των οποίων, κατά τον Ηρόφιλον, παράγεται το εγκεφαλονωτιαίον υγρόν. Εθεώρησεν ότι η έδρα της ψυχής ευρίσκεται εις το κοιλιακόν σύστημα του εγκεφάλου, ένθα ευρίσκεται και το κέντρον της νοήσεως. Ο γραφικός κάλαμος αποτελεί το ουσιωδέστερον σημείον του κοιλιακού συστήματος, το οποίον έχει άμεσον σχέσιν με την διατήρησιν της ψυχής εντός του σώματος. Ο Ηρόφιλος περιέγραψεν τους φλεβικούς κόλπους της σκληράς μήνιγγος και του κρανίου και επεσήμανεν ότι το φλεβικόν αίμα συγκεντρούται υπ' αυτών εις σχηματισμόν των μηνίγγων επί του έσω ινιακού ογκώματος, τον οποίον ωνόμασεν ληνόν. Ο Ερασίστρατος περιέγραψεν την μορφολογίαν του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων, διακρίνας ταύτα εις τους επί μέρους λοβούς αυτών. Εκ παραλλήλου, ενετόπισεν τας ανωτέρας ψυχικάς και νοητικάς λειτουργίας επί του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων. Ο Ερασίστρατος διεχώρισεν λειτουργικώς τον εγκέφαλον από την παρεγκεφαλίδα και επεσήμανεν ότι η κυρία λειτουργία αυτής συνίσταται εις την επίτευξιν της ευταξίας των κινήσεων. Τα περιφερικά νεύρα, κατά τον Ερασίστρατον, είναι συμπαγείς σχηματισμοί, οι οποίοι συνίστανται υπό μικροσωληναρίων, τα οποία επικοινωνούν μετά αναλόγων σχηματισμών του εγκεφάλου. Ο Ερασίστρατος διετήρει τας επικουρείους απόψεις ότι το πνεύμα συνυφαίνεται μετά της σωματικής υποστάσεως του ανθρώπου προς διαμόρφωσιν του ψυχοσωματικού Είναι αυτού. Την τετάρτην κοιλίαν και την παρεγκεφαλίδα εθεώρει ως τόπους εις τους οποίους κατασκηνοί το πνεύμα. Ο Ερασίστρατος διέκρινεν τας παθήσεις εις τας εχούσας οργανικόν υπόβαθρον και εις τας αμιγώς ψυχικάς μετά ψυχοσωματικής εκφράσεως. Ο Γαληνός επίστευεν εις την ψυχοσωματικήν ενότητα του ανθρωπίνου προσώπου και εθεώρει ότι αι ψυχικαί παθήσεις δεν είναι ανεξάρτητοι των σωματικών, αλλά πολλάκις αποτελούν προέκτασιν αυτών. Επί του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού ο Γαληνός επίστευεν ότι αμφότεροι αποδέχονται και αναλύουν αισθητικάς πληροφορίας και εκ παράλληλου διαμορφώνουν τον τύπον της κινητικής απαντήσεως. Ο Γαληνός διεπίστωσεν ότι η ημιδιατομή του νωτιαίου μυελού προκαλεί παράλυσιν του σώματος συστοίχως, κάτωθεν του σημείου της τομής, ενώ αντιστοίχως επέρχονται διαταραχαί της αισθητικότητος. Ο Γαληνός επίστευεν ότι ο νωτιαίος μυελός αποτελεί προέκτασιν του εγκεφάλου εις τον σπονδυλικόν σωλήνα και έχει υψίστην σημασίαν διά την κινητικότητα του κορμού και των άκρων. Ο Γαληνός επίστευεν ότι τόσον αι κεντρομόλοι όσον και αι φυγόκεντροι οδοί του κεντρικού νευρικού συστήματος χιάζονται είτε εις τον εγκέφαλον είτε εις τον νωτιαίον μυελόν. Η παρεγκεφαλίς ελέγχει τας κινητικάς εκφράσεις του κορμού και των άκρων, οριοθετεί δε επίσης αύτη την ζωήν και τον θάνατον. Ο Γαληνός περιέγραψεν επτά συζυγίας κρανιακών νεύρων, ανεγνώρισεν δε ότι το φρενικόν νεύρον αποτελεί το κύριον νεύρον διά του οποίου επιτελείται η αναπνευστική λειτουργία. Εκ παραλλήλου καθώρισεν ότι το παλίνδρομον νεύρον διαδραματίζει σημαντικόν ρόλον εις την λειτουργίαν της φωνήσεως. Επί των νωτιαίων νεύρων ο Γαληνός παρετήρησεν ότι όλα εξ αυτών αναδύονται εκ του νωτιαίου μυελού διά δύο εκφυτικών ριζών, προσθίας και οπισθίας, εκ των οποίων η μεν οπισθία συνδέεται μετά της αισθήσεως, η δε προσθία μετά της κινήσεως των μελών και του σώματος. Επί των επιληπτικών κρίσεων επρέσβευεν ότι τόσον οι γενικευμένοι τονικο-κλονικοί σπασμοί, όσον και αι εστιακαί κρίσεις αποτελούν φαινόμενα εντόνου ερεθισμού του εγκεφάλου, υπεστήριζεν δε ότι αι αληθείς επιληπτικαί κρίσεις έχουν οργανικόν υπόβαθρον, ενώ αι επιληπτικόμορφοι κρίσεις αποτελούν υστερικόν φαινόμενον. Η απώλεια της συνειδήσεως περιεγράφη υπό του Γαληνού ως λιποθυμία, οφειλομένη εις διαταραχήν του συντονισμού των εγκεφαλικών λειτουργιών. Το κώμα, κατά τον Γαληνόν, αποτελεί την σοβαροτέραν μορφήν απωλείας της συνειδήσεως διακρινόμενον εις το βαθύ κώμα, κατά το οποίον ο πάσχων έχει κλειστούς τους οφθαλμούς και εις το βαθύ κώμα, κατά το οποίον ο πάσχων έχει ανοικτούς τους οφθαλμούς, το οποίον εκάλει άγρυπνον κώμα. Ο Γαληνός περιέγραψεν τα κλινικά φαινόμενα της νόσου του Parkinson επεσήμανεν δε ότι τα ίδια κλινικά φαινόμενα παρατηρούνται και εις περιπτώσεις τοξικώσεως διά μαγγανίου. Η περιγραφή της κεφαλαλγίας υπό του Γαληνού είναι ανεκτιμήτου αξίας αποτελούσα πρότυπον κλινικής περιγραφής. Περιέγραψεν την ετερόπλευρον κεφαλαλγίαν ως ημικρανίαν ή ετεροκρανίαν. Η κεφαλαλγία εκ τάσεως κατά τον Γαληνόν συνδέεται μετά του άγχους. Είναι ιδιαιτέρως σημαντικόν ότι ο Γαληνός περιέγραψεν την κεφαλαλγίαν, την συνδεομένην υπό ιλίγγου, εμέτων, ασταθείας της βαδίσεως και ελαττώσεως της ακουστικής αντιλήψεως, καταστάσεως η οποία ενθυμίζει την νόσον του Meniere. Ο Γαληνός περιέγραψεν το παραλήρημα ως παραλήρημα άνευ πυρετού, το οποίον εκάλεσεν παραφροσύνην και ως παραλήρημα μετά πυρετού, το οποίον εκάλεσεν φρενίτιδα. Την φθίνουσα πορείαν των νοητικών λειτουργιών ο Γαληνός ωνόμασεν μώρωσιν ή μωρίαν. Η μώρωσις αποτελεί την ηπίαν μορφήν της ανοίας. Η αληθής άνοια χαρακτηρίζεται υπό σοβαράς διαταραχής της μνήμης και της κριτικής ικανότητος. Την αναστολήν της νοητικής αναπτύξεως ο Γαληνός ωνόμασεν μικρόνοιαν, παρατηρήσας ότι ενίοτε συνδυάζεται αύτη μετά δυσμορφικών στοιχείων. Ο Γαληνός εθεράπευεν τας ψυχικάς παθήσεις διά της χορηγήσεως ηρεμιστικών φαρμάκων. Εκ παραλλήλου εφήρμοζεν φυσικοθεραπείαν, υδροθεραπείαν, ηλιοθεραπείαν και διαθερμίας. Εισήγαγεν κατά τρόπον μεθοδικόν την ψυχοθεραπείαν, διά να αυξήση την ψυχικήν ισχύν και την λογικήν θεώρησιν και δι' αυτών τον αυτοέλεγχον του πάσχοντος. Συνίστα πάντοτε εις τους συγγενείς των πασχόντων να επιδεικνύουν ευγένειαν και να αποφεύγουν τον έλεγχον και την αυστηράν κριτικήν.

Λέξεις κλειδιά: Νευρολογία, Φιλοσοφία, Ελληνιστική περίοδος.

Εισαγωγή

Η Νευρολογία ήνθισεν κατά μοναδικόν τρόπον εις τους Ελληνιστικούς χρόνους1. Το φιλοσοφικόν υπόβαθρον της διεισδύσεως εις τα μυστικά βάθη της ανθρωπίνης ψυχής και της αναζητήσεως της ερμηνείας των φαινομένων αυτής ωδήγησεν τους διαπρεπείς ιατρούς, οι οποίοι εκαλλιεργήθησαν εντός της φιλοσοφικής ατμοσφαίρας της εποχής των, να προβαίνουν εις ανατομικάς παρατηρήσεις επί του εγκεφάλου και να προσπαθούν να συσχετίσουν τα ψυχικά και ψυχολογικά φαινόμενα του ανθρώπου με την λειτουργίαν των ανατομικών δομών αυτού.

Η ειδική ατμόσφαιρα των ελληνιστικών χρόνων, χαρακτηριζομένη υπό της ανεξιθρησκείας και της ελευθερίας της σκέψεως, καλλιεργούσα κατ' επέκτασιν την πολυδιάστατον φιλοσοφικήν σκέψιν, τον συγκριτισμόν και την πολυπολιτισμικήν σύζευξιν με την τελικήν επικράτισιν του ελληνικού πνεύματος και της ελληνικής γλώσσης, έδωσεν εκτενείς δυνατότητας εις την επιστημονικήν σκέψιν και ανέπτυξεν την επιθυμίαν προς έρευναν και αναζήτησιν της αληθείας, παρέχουσα εκ παραλλήλου την δυνατότητα της ευρείας επικοινωνίας και της αναπτύξεως, μεγάλων διά την εποχήν των, επιστημονικών κέντρων εις τας πολυανθρώπους μητροπόλεις, αι οποίαι ανεπτύχθησαν εις τα κράτη των επιγόνων.

Κατά την Ελληνιστικήν περίοδον ο Αρίσταρχος ο Σάμιος, εισήγαγεν την θεωρίαν του περί της κυκλικής κινήσεως της γης πέριξ του ηλίου, ο οποίος αποτελεί το κέντρον του πλανητικού συστήματος και της καθ' ημέραν περιστροφής της γης πέριξ του άξονος της, ο Αρχιμήδης εις τας Συρακούσας εκαλλιέργησεν την μαθηματικήν επιστήμην και την φυσικήν, προέβη δε εις τεχνολογικάς επιτεύξεις, αι οποίαι δύνανται να παραλληλισθούν προς τας υπό του Leonardo da Vinci σχεδιασθείσας κατά την Ιταλικήν Αναγέννησιν, ο Ευκλείδης προήγαγεν, όσον ουδείς προ αυτού, την Γεωμετρίαν, τας γνώσεις της οποίας περιέλαβαν εις ιδίαν συγγραφή, τα Στοιχεία, τα οποία απετέλεσαν το κύριον διδακτικόν σύγγραμμα γεωμετρίας διά πλέον των 2000 ετών, ο δε Ηρων ο Αλεξανδρεύς κατεσκεύασεν την πρώτην ατμομηχανήν, τον πρώτον μ.Χ αιώνα.

Επί της Ιατρικής ανεπτύχθησαν Σχολαί, η ακτινοβολία των οποίων υπερέβη τα όρια των ελληνιστικών χρόνων, της Ρώμης, του Βυζαντίου, του Ισλάμ και του Ιουδαϊσμού και επεξετάθη έως τας Πανεπιστημιακάς Σχολάς της Δύσεως του δεκάτου εβδόμου αιώνος, εις τας οποίας τα ιατρικά κείμενα του Γαληνού και του Ερασιστράτου απετέλουν την υπερτάτην αυθεντίαν της ιατρικής γνώσεως και της επιστημονικής σκέψεως.

Η Αλεξάνδρεια , η Αντιόχεια, η Πέργαμος, η Ρόδος, αι Αθήναι απετέλεσαν τα κέντρα εις τα οποία η ελληνιστική φιλοσοφία διεισέδυσεν αρμονικώς εντός της ιατρικής σκέψεως και συνεκρότησεν μετ' αυτής έν ενιαίον περίγραμμα, το οποίον συνέβαλεν σημαντικώς εις την διαμόρφωσιν του περιγράμματος της νεωτέρας ιατρικής. Διδάσκαλοι ως ο Ηρόφιλος, ο Ερασίστρατος, ο Γαληνός σπουδάσαντες υπό το εύχυμον δένδρον της Ιπποκρατείου σκέψεως, ανήλθον εις το βάθρον των επιστημονικών αυθεντιών και διεμόρφωσαν την παγκόσμιον ιατρικήν σκέψιν εις τον χώρον των νευρολογικών Επιστημών διδάξαντες και γράψαντες επιστημονικάς αληθείας, η αξία των οποίων περιτράνως αποδεικνύεται σήμερον διά των δυνατοτήτων της προηγμένης συγχρόνου βιοτεχνολογίας.

Κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους η σύνδεσις της φιλοσοφίας μετά της ιατρικής και των ετέρων επιστημών ήτο άρρηκτος, δεδομένου ότι επεκράτει η ευρεία αντίληψις ότι η επιστήμη είναι δυνατόν να βελτιώση την ποιότητα της ζωής του ανθρώπου και να αναβαθμίση την κοινωνίαν μόνον διά μέσου της φιλοσοφίας. Χαρακτηριστική είναι η θέσις του Κικέρωνος "Υπάρχει σε διαβεβαιώνω μία ιατρική τέχνη διά την ψυχήν, η οποία είναι η φιλοσοφία, η βοήθεια της οποίας δεν προέρχεται εκ των έξω, όπως εις την περίπτωσιν των σωματικών ασθενειών, αλλά εκ των έσω. Θα πρέπη δι' όλων των δυνάμεων μας να μεριμνώμεν εμείς διά την θεραπείαν μας"2.

Η Αλεξάνδρεια

Η μεγάλη αύτη πόλις της Αιγύπτου, ιδρυθείσα το 331 υπό του Μεγάλου Αλεξάνδρου υπήρξεν το κυριότερον μητροπολιτικόν κέντρον του Ελληνιστικού κόσμου. Κτισθείσα δυτικώς του δέλτα του Νείλου, εις την περιοχήν της αρχαίας εγκαταστάσεως Ραχώτις (Racondah), επί σχεδίων, τα οποία εξεπόνησεν ο Αλέξανδρος μετά των αρχιτεκτόνων αυτού, ήνθισεν ως ουδεμία άλλη αλεξανδρινή πόλις, αντικατοπτρίζουσα παγκοσμίως την λάμψιν του ελληνικού πνεύματος.

Η όλη ρυμοτομία της πόλεως, η οποία περιεβάλλετο υπό τείχους μήκους 16 χιλιομέτρων, εχαρακτηρίζετο διά τον άριστον σχεδιασμόν της, συνιστάμενον εις την διάνοιξιν ευρέων επιμήκως φερομένων ευθυγράμμων οδών, αι οποίαι ετέμνοντο υπό παραλλήλως φερομένων εγκαρσίων. Η κεντρική οδός της πόλεως είχεν πλάτος τριάκοντα μέτρων, χωρίς να υπολείπονται ουσιωδώς εις πλάτος και αι παράλληλοι προς αυτήν οδοί. Η πόλις κατανέμετο εις πέντε επί μέρους αστικά διαμερίσματα (Α,Β,Γ,Δ,Ε), το σημαντικότερον των οποίων ήτο το Β. Η όλη πολεοδομία της Αλεξανδρείας αντικατώπτριζεν το νέον πνεύμα της δημιουργίας ευμεγέθων πολυεθνικών αστικών μητροπόλεων, ευχερούς προσανατολισμού, με δυνατότητας περαιτέρω επεκτάσεως και εφικτής προσελκύσεως μεταναστευτικών ρευμάτων πολυμόρφου πολιτιστικού και θρησκευτικού υποβάθρου.

Εν μέσω των δημοσίων κτιρίων, διεκρίνοντο διά την μεγαλοπρέπειαν των τα ανάκτορα, ευρισκόμενα εις το διαμέρισμα Β, το ιερόν των Μουσών ή Μουσείον, το οποίον ιδρύθη υπό του Πτολεμαίου του ΙΙ του Φιλαδέλφου, το 280 π.Χ, η Ακαδημία και η Βιβλιοθήκη ιδρυθείσα το 308 και οργανωθείσα κυρίως υπό του Δημητρίου του Φαληρέως, η οποία θεωρείται ότι περιείχεν περί τα 700.000 χειρόγραφα, συγκροτήσασα τον κανόνα των Ελλήνων ποιητών και εισαγαγούσα το σύστημα του τονισμού των λέξεων και της στίξεως των προτάσεων. Τα ιδρύματα ταύτα κατέστησαν την Αλεξάνδρειαν3 παγκόσμιον επιστημονικόν και ακαδημαϊκόν κέντρον, το οποίον ευλόγως προσήλκυσεν τους διαπρεπεστέρους φιλοσόφους και ιατρούς.

Η φιλοσοφία των Ελληνιστικών χρόνων

Η φιλοσοφία των Ελληνιστικών χρόνων χαρακτηρίζεται από την έντονον αναζήτησιν της αληθείας επί της οντολογικής υποστάσεως του ανθρώπου. Απομακρυνθείσα από την αναζήτησιν του φυσικού κόσμου και τον καθορισμόν των ηθικών αξιών, αι οποίαι διέπουν την πνευματικήν πορείαν του ανθρώπου και εναρμονίζουν την κοινωνικήν συμπεριφοράν αυτού, εστιάζεται κυρίως εις την υπαρξιακήν θεώρησιν του ανθρωπίνου προσώπου, την μελέτην της οντολογικής υποστάσεως αυτού και την ανεύρεσιν ενός καταλλήλου ψυχολογικού περιγράμματος, διά του οποίου ο άνθρωπος θα καθίστατο γαλήνιος, ειρηνικός, κυρίαρχος του εαυτού του και ικανός να αντιρροπήση τας συνεχώς επερχομένας κοινωνικάς μεταβολάς της εποχής του, διατηρών σταθεράν την ομοιοστατικήν αρμονίαν του.

Εν μέσω των πολλών φιλοσοφικών ρευμάτων της ελληνιστικής περιόδου ιδιαιτέραν βαρύτητα, παραλλήλως προς την πλατωνικήν και αριστοτελικήν φιλοσοφίαν είχεν η Επικούρειος, η Νεο-Πλατωνική και η Στωϊκή φιλοσοφία, αι οποίαι επέδρασαν, διά μέσου των αιώνων και επί της συγχρόνου φιλοσοφικής σκέψεως, ενώ αι απόψεις των κυνικών4 και των σκεπτικιστών5, συνέβαλον εις την διαμόρφωσιν ωρισμένων μόνον πτυχών της ευρυτέρας φιλοσοφικής σκέψεως.

Οι Επικούρειοι

Η σχολή των επικουρείων ήκμασεν κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους και ήσκισεν ευρείαν επίδρασιν εις τας μεταγενεστέρας φιλοσοφικάς τάσεις.

Ο ιδρυτής της σχολής Επίκουρος Νεοκλέους6 διεκρίνετο διά τον μετριοπαθή και ήπιον χαρακτήρα του, διά την οργανωτικήν δεινότητα του και την μεγάλην αγάπην του διά την φιλοσοφίαν, την οποίαν εσπούδασεν από των παιδικών ήδη χρόνων της ζωής του7. Συγκροτήσας ίδιον φιλοσοφικόν σύστημα εδίδαξεν αυτό αρχικώς μεν εις την Μυτιλήνην της Λέσβου8 και εν συνεχεία εις την Λάμψακον.

Εις τας Αθήνας, εγκατεστάθη το 306 ένθα, παρέμεινεν μέχρι του θανάτου του το 271 π.Χ. Αι Αθήναι ήδη από το 307 π.Χ. ευρίσκοντο υπό τον έλεγχον του Δημητρίου του Πολιορκητού, ο οποίος εξεδήλωνεν ιδιαίτερον ενδιαφέρον διά την φιλοσοφίαν.

Ο Επίκουρος ήρχισεν να διδάσκη τας φιλοσοφικάς αρχάς του εις την οικίαν του εις την Μελίτην, ευρισκομένην μεταξύ των Αθηνών και του Πειραιώς και ιδίως εις κήπον ευρισκόμενον πλησίον της Ακαδημίας, εις τον οποίον εγένοντο αι φιλοσοφικαί συγκεντρώσεις και συζητήσεις, ιδρυθείσης ούτω της επικουρείου σχολής, η οποία ευλόγως εκλήθη "ο Κήπος", της οποίας ο ίδιος ήτο ο ηγεμών, φέρων τον τίτλον του σοφού, καθηγεμόνες δε ήσαν οι βοηθοί αυτού Μητρόδωρος και Πολύαινος9 .

Ο "Κήπος" είχεν καθωρισμένον διδακτικόν πρόγραμμα και οι μαθηταί αυτού, καλούμενοι παρασκευαζόμενοι, ηκολούθουν συγκεκριμένον τρόπον ζωής εις τον οποίον εκυριάρχει το αίσθημα της φιλίας μεταξύ των, η κατάργησις των κοινωνικών διακρίσεων, η αποφυγή οιασδήποτε οικονομικής συναλλαγής μεταξύ αυτών, χωρίς εν τούτοις να υπάρχη κοινοκτημοσύνη και η αποφυγή της εμπλοκής αυτών εις την πολιτικήν ζωήν.

Το συγγραφικόν έργον του Επικούρου10 ήτο τεράστιον και τα έργα αυτού αντεγράφοντο υπό των μαθητών του και διεδίδοντο ευρύτερον. Εις την διαθήκην του αναφέρει ότι τα βιβλία του τα εκληροδότει εις τον μαθητήν του Ερμαρχον εκ Μυτιλήνης, ο οποίος τον διεδέχθη εις τον Κήπον.

Η επικούρειος διδασκαλία, λόγω κυρίως του πνεύματος της φιλίας, το οποίον εκαλλιέργει, διεδόθη ταχέως εντός του Ελληνιστικού κόσμου. Εντός των μεγάλων μητροπολιτικών κέντρων διδάσκαλοι του επικουρισμού ήσχισαν να ιδρύουν σχολάς και να διαδίδουν τας αρχάς της φιλοσοφίας των, συναντώντες, ευλόγως, πολλάς αντιθέσεις υπό των πλατωνικών, των οπαδών της Στοάς και των σκεπτικιστών.

Εις την Ρώμην, η οποία μετά τους καρχηδονίους πολέμους11 ήρχισεν να επικρατή εις την Μεσόγειον η επικούρειος διδασκαλία διεδόθη υπό του Αλκαίου και του Φιλίσκου12 και επεκράτησεν κυρίως εις τους κύκλους της Νεαπόλεως13 και εν συνεχεία εις όλην την Ρωμαϊκήν Αυτοκρατορίαν διαδοθείσα έως της Γαλλίας και της Ισπανίας. Εις το δεύτερον ήμισυ του δευτέρου αιώνος, ο Μάρκος Αυρήλιος, ιδρύων έδρας της φιλοσοφίας εις τας Αθήνας, ενέταξεν τον Επικουρισμόν εν μέσω των τεσσάρων μεγάλων φιλοσοφικών συστημάτων, τα οποία περιελάμβανον εκ παραλλήλου τον Στωϊκισμόν, τον οποίον ούτος ηκολούθη, την πλατωνικήν και την Αριστοτελικήν φιλοσοφίαν.

Αι αρχαί της επικουρείου διδασκαλίας

Αι αρχαί της επικουρείου διδασκαλίας συνίσταντο εις την αναζήτησιν της αληθούς γνώσεως και της σοφίας από της νεαράς ήδη ηλικίας του ανθρώπου και εις την βίωσιν της αγάπης διά την αληθή φιλοσοφίαν, διά της οποίας θεραπεύονται τα πάθη και τα άλγη της ψυχής και το άτομον αποκτά την αίσθησιν της αληθούς ευτυχίας, καθιστάμενον όντως ελεύθερον, υποτασσόμενον εις τας αρχάς αυτής. Αντιθέτως η φιλοσοφία καθίσταται κενή και ανεπίκαιρος εάν δεν δύναται να θεραπεύση τα πάθη της ψυχής14.

Η αφοσίωσις εις το πνεύμα της φιλοσοφίας θα πρέπη να είναι πλήρης και αληθής, αι δε εξ αυτής προερχόμεναι θετικαί και ευεργετικαί επιδράσεις επί της ψυχής είναι άμεσοι, ακολουθούσαι κατά παράλληλον έννοιαν το μέτρον της γνώσεως και της εμβαθύνσεως εις αυτήν15.

Ακολουθών την αρχήν του Εμπεδοκλέους, ο Επίκουρος επίστευεν ότι όλα τα όντα προέρχονται εκ της γης. Επεβίωσαν δε εκείνα τα οποία ηδύναντο να αντιμετωπίσουν τους εξωγενείς βλαπτικούς παράγοντας και διετήρησαν αμείωτον την δυνατότητα της αναπαραγωγής των.

Ο άνθρωπος αποτελεί πλήρη ψυχοσωματικήν ενότητα, δεδομένου ότι η ψυχή αποτελεί λεπτοτάτην σωματικήν ουσίαν16, ως είναι ο θερμός αήρ και ίσως λεπτοτέρα αυτού, η οποία είναι εγκατεσπαρμένη εις όλα τα σημεία του σώματος και είναι αρρήκτως συνδεδεμένη μετ' αυτού17. Το σώμα λειτουργεί διά της ψυχής και η ψυχή διά του σώματος. Άνευ της ψυχής το σώμα παραμένει άνευ αισθήσεως και περιπίπτει εις την φθοράν.

Η απελευθέρωσις του ανθρώπου από την καθημερινότητα και την αναιτιολόγητον εμπλοκήν του εις την πολιτικήν αποτελούν προϋποθέσεις αληθούς ευτυχίας18. Είναι σοφόν ο άνθρωπος να αποφεύγει την αυτοπροβολήν19, να ζει χωρίς πολλάς εξωτερικάς οχλήσεις και να διατηρεί την αταραξίαν του, ακολουθών ένα απλούν τρόπον ζωής, αρκούμενος εις ολίγα υλικά αγαθά. Αι βασικαί ανάγκαι του ανθρώπου είναι η αντιμετώπισις της πείνης, της δίψης και του ψύχους, ευδαίμων είναι όποιος εκπληροί αυτάς. Δυστυχώς ο άνθρωπος μοχθεί διά ματαίας και ασκόπους επιδιώξεις και αναλίσκει τον χρόνον του εις ματαίους περισπασμούς. Ο ανώτερος άνθρωπος αφιερώνει τον χρόνον του εις την απόκτησιν της σοφίας και της φιλίας20.

Ο πλούτος τον οποίον επιζητεί η ανθρωπίνη ματαιοδοξία χάνεται εις το άπειρον. Η αυτάρκεια αποτελεί τον μεγαλύτερον πλούτον21, καρπός αυτής είναι η ελευθερία. Ο σοφός γνωρίζει περισσότερον να δίδη παρά να λαμβάνη22, διότι έχει ανακαλύψει τον θησαυρόν της αυταρκείας. Εκ παραλλήλου γνωρίζει ότι προκαλεί μεγαλυτέραν χαράν να ευεργετή τους άλλους παρά να ευεργετείται ο ίδιος. Οι άνθρωποι προβαίνουν εις το κακόν είτε υποκινούμενοι υπό του μίσους και του φθόνου είτε συνεπεία ελλείψεως σεβασμού, πράγματα, τα οποία υπερβαίνει ο σοφός διά της λογικής του σκέψεως23.

Ο αγώνας του ανθρώπου διά κοινωνικήν ανέλιξιν επισύρει τον φθόνον και καθιστά την πορείαν της ζωής πλήρη δυσχερειών και κινδύνων. Είναι προτιμότερον ο άνθρωπος να διατηρή την εσωτερικήν γαλήνην του παρά να κυβερνά βασίλεια και να υποτάσση τον κόσμον υπό την εξουσίαν του24.

Η πραγματική χαρά25 εις τον άνθρωπον απορρέει εκ της νηφαλιότητος της σκέψεως και του βαθέως στοχασμού, διά του οποίου καθορίζεται το μέτρον των επιδιώξεων του ανθρώπου και αποφεύγεται η ψυχική δυσαρμονία. Η φρόνησις αποτελεί το μέγιστον αγαθόν26, καθισταμένη πολυτιμοτέρα και από την ιδίαν την φιλοσοφίαν. Εκ της φρονήσεως εκπηγάζει η ωραιότης της ζωής, το αίσθημα της δικαιοσύνης και η αληθής χαρά. Η αληθής χαρά, η ηδονή απορρέει από την βίωσιν των αρετών27. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχη χαρά εις την ψυχήν του ανθρώπου εάν ούτος δεν ζη μετά φρονήσεως και δικαιοσύνης28 και δεν υπάρχει μεγαλυτέρα χαρά από την προσφερομένην από την σοφίαν και την γνώσιν29. Ο δίκαιος είναι ο πλέον ατάραχος άνθρωπος, ενώ ο άδικος διακατέχεται υπό ταραχής30.

Το θείον είναι άφθαρτον και μακάριον και δεν είναι δυνατόν να του αποδίδωνται ανθρώπινα πάθη είτε να το εμπλέκουν εις ανθρωπίνας καταστάσεις31. Οι άνθρωποι ζουν εν μέσω προλήψεων και ανεδαφικών δοξασιών ως προς το θείον, ενώ πρέπει να διανοούνται ότι μόνον το πλέον Άριστον υπάρχει και να ευλαβούνται το Άριστον, χωρίς φόβων32 .

Η εξοικείωσις μετά της ιδέας του θανάτου αποτελεί βασικήν φιλοσοφικήν αρχήν διά τους επικουρείους φιλοσόφους. Χωρίς να υφίσταται ο φόβος του θανάτου ο άνθρωπος θα πρέπη να αξιοποιή εκάστην στιγμήν της ζωής του και να την καθιστά στιγμήν αληθούς χαράς και εσωτερικής πληρότητος. Ο μάταιος περισπασμός καταμερίζει την ζωήν και συμβάλλει εις την ουσιαστικήν απώλειαν αυτής, επερχομένου τελικώς του θανάτου εν μέσω εγνοιών και μεριμνών33. Η ζωή είναι γλυκεία όταν λείπει ο φόβος του θανάτου34.

Η φιλοσοφία του Επικούρου αντιμετώπισεν την έκδηλον αντιπαλότητα των στωϊκών, των πλατωνικών και των σκεπτικιστών. Εν μέσω αυτών περιλαμβάνονται ο σκεπτικός Σέξτος Εμπειρικός και ο πλατωνιστής Πλούταρχος, οι οποίοι προσπαθούν να αντιταχθούν προς τας επικουρείους απόψεις πολλάκις παρερμηνεύοντες αυτάς, θεωρούντες ότι το νόημα της διδασκαλίας του Επικούρου συνίσταται εις την αποφυγήν του πόνου και εις την καλήν διατήρησιν της σωματικής υποστάσεως του ανθρώπου35.

Εκ παραλλήλου ισχυρός αντίπαλος της επικουρείου διδασκαλίας υπήρξεν ο Ιουδαϊσμός36, ο οποίος αντετάχθη τόσον διά θρησκευτικούς όσον και διά εθνικούς λόγους, δεδομένου ότι ο επικουρισμός ήτο η προσφιλής φιλοσοφία του Αντιόχου του Επιφανούς, ο οποίος προσεπάθησεν να εξελληνίση την Ιουδαίαν διά της βίας. Ο Μαϊμονίδης τον 12ον αιώνα υπήρξεν είς εκ των ισχυροτέρων επικριτών της επικουρείου διδασκαλίας.

Η ευρέως εμφανιζομένη παρερμηνεία της επικουρείου διδασκαλίας, συνέτεινεν ώστε να μη καταστή αντιληπτός ο ασκητικός χαρακτήρ αυτής αλλά να εκληφθή αύτη ως ηδονοθηρική δοξασία, άγουσα εις τον υλισμόν37.

Ο Νέο-Πλατωνισμός

Εις την Αλεξάνδρειαν ανεπτύχθη μία νέα μορφή της πλατωνικής φιλοσοφίας, γνωστή αργότερον ως Νέο-Πλατωνισμός38, η οποία επέδρασεν ευρέως εις την διαμόρφωσιν των φιλοσοφικών ιδεών εις τον Ελληνιστικόν κόσμον.

Ιδρυτής της σχολής υπήρξεν ο Πλωτίνος39 (205-270 μ.Χ), μαθητής του Αμμωνίου Σακκά, χαρακτηριζόμενος διά την βαθείαν θρησκευτικότητα του και την προσήλωσιν του εις τας ηθικάς αξίας. Τον βίον αυτού, επί του οποίου ο ίδιος ουδέποτε αναφέρεται, γνωρίζομεν εκ του μαθητού αυτού Πορφυρίου ο οποίος συνέγραψεν "Περί του Πλωτίνου βίου και της τάξεως των βιβλίων αυτού"40.

Ο Πλωτίνος έγραψεν τας φιλοσοφικάς διατριβάς του, τας οποίας εξέδωσεν ο Πορφύριος, διακρίνας αυτάς εις έξ επί μέρους ομάδας, εκάστη των οποίων περιείχεν εννέα επί μέρους ανισοτίμους εις έκτασιν συζητήσεις, αποκαλέσας ούτως αυτάς εννεάδας. Η πρώτη εννεάς αναφέρεται κυρίως εις την Ηθικήν, η δευτέρα και η τρίτη εις την Φυσικήν Φιλοσοφίαν και την Κοσμολογίαν, η τετάρτη εις την Ψυχολογίαν, η πέμπτη εις την Επιστημολογίαν και η έκτη εις τους Αριθμούς.

Αι αρχαί της Νεο-Πλατωνικής διδασκαλίας

Η Νέο-Πλατωνική διδασκαλία δίδει ιδιαιτέραν βαρύτητα εις την μεταφυσικήν, εις την οποίαν δέχεται τρείς βασικάς αρχάς ήτοι το Εν, τον Νουν και την Ψυχήν.

Το Εν αποτελεί την απόλυτον και υπερτάτην γενεσιουργόν αρχήν των πάντων, εκ του οποίου προέρχεται ο ορατός και ο αόρατος κόσμος. Τούτο υπάρχει αφ' εαυτού υπό την μεγίστην απλότητα, τελειότητα και αυτοδυναμίαν και αποτελεί το αίτιον της υπάρξεως όλων των άλλων στοιχείων και υποστάσεων41 και την αρχήν όλων των γνώσεων. Το Εν ευρίσκεται υπεράνω πάσης κατανοήσεως μη δυνάμενον να ερμηνευθή διά της ανθρωπίνης λογικής. Ταυτίζεται τούτο προς την πλατωνικήν Ιδέαν του Αγαθού. Το Εν διακρίνεται διά την εσωτερικήν και την εξωτερικήν λειτουργικότητα αυτού42. Η μέν εσωτερική λειτουργικότης του συνίσταται εις την υπερλογικήν υπόστασιν αυτού, η δε εξωτερική εις την εκπεφρασμένην διά του Νου ευρείαν δημιουργικότητα αυτού.

Εκ του Ενός προέρχεται ο Νούς43, ο οποίος εκπηγάζει εξ αυτού όπως τα ύδατα του ποταμού εκ της πηγής ή αι ακτίνες του φωτός εκ του ηλίου. Διά του Νου καθίσταται εφικτή η έκφρασις και η δημιουργική λειτουργικότης του Ενός. Εκ του Νου προέρχεται η παγκόσμιος Ψυχή, η οποία είναι κατωτέρα αυτού, όπως ο Νους είναι κατώτερος του Ενός. Εκ της παγκοσμίου ψυχής προέρχονται αι ιδέαι, οι λόγοι και αι ψυχαί των επί μέρους όντων, αι οποίαι λησμονούν την θείαν προέλευσιν των και εκλαμβάνουν εαυτάς ως ανεξαρτήτους. Η ψυχή συνδέεται μετά του Νου, όπως ο Νους συνδέεται μετά του Ενός.

Η ψυχή φέρει τας επιθυμίας, εν μέσω των οποίων υφίστανται αι εξωτερικαί τοιαύται, αι οποίαι δεν συνδέονται μετά της φύσεως της ψυχής και αι εσωτερικαί, αι οποίαι είναι συμβαταί προς την φύσιν και την λειτουργικότητα της ψυχής και την θεοποιούσα ενέργειαν του Νου επ' αυτής , όπως είναι η επιθυμία της γνώσεως, της δημιουργίας και της αθανασίας.

Εν μέσω των αρετών ο Πλωτίνος διακρίνει τας πολιτικάς αρετάς, διά των οποίων καθίσταται εφικτή η αρμονική λειτουργικότης του ατόμου εις την κοινωνίαν. Αι αρεταί αύται συνίστανται εις την φρόνησιν, το θάρρος, την αυτοκυριαρχίαν και την δικαιοσύνην. Υπεράνω των αρετών αυτών είναι αι αρεταί αι καθαίρουσαι το άτομον και καθιστώσαι αυτό ικανόν να προσεγγίση προς το θείον. Διά των αρετών αυτών ο άνθρωπος απαλλάσσεται εκ των παθών του και εκ της καθηλώσεως του εις το σωματικόν του εγώ, αποκτά την εσωτερικήν του πληρότητα και σταδιακώς ανέρχεται εις υψηλοτέρας πνευματικάς σφαίρας καθιστάμενος βαθμηδόν ευτυχέστερος, έως ότου προσεγγίση το υπέρτατον αγαθόν ένθα θα παραμένη εν εκστάσει.

Η λογική γνώσις αποτελεί έν προστάδιον της αμέσου γνώσεως, η οποία θα αποκτηθή όταν ο άνθρωπος ενωθή μετά του θείου. Η ανησυχία και η αγωνία της ανθρωπίνης ψυχής οφείλεται εις την καθήλωσιν του ανθρώπου εις το σωματικόν του εγώ, η απαλλαγή εκ του οποίου εξασφαλίζη την ελευθερίαν και την βίωσιν της αληθούς ευτυχίας. Το σώμα του ανθρώπου έλκει αυτόν προς τα κάτω και τον απομακρύνει από της ανόδου εις υψηλοτέρας σφαίρας και από την βίωσιν της εσωτερικής αρμονίας. Το σώμα κατ' ουσίαν αποτελεί φυλακήν της ψυχής και εμπόδιον εις την πνευματικήν πορείαν του ανθρώπου. Διά της αποδεσμεύσεως εκ του σώματος θα δυνηθή ο άνθρωπος να προσεγγίση την αλήθειαν και το απόλυτον αγαθόν.

Ο Πλωτίνος πιστεύει εις την αθανασίαν της ψυχής, κατά την έννοιαν του Πλάτωνος και διατείνεται ότι η ψυχή διατηρεί την ενότητα της και δεν αποσυντίθεται όπως τούτο συμβαίνει εις το σώμα.

Η ύλη είναι συνυφασμένη μετά του κακού και απομακρύνει την ψυχήν εκ της νοήσεως. Το δράμα του ανθρώπου συνίσταται εις την περιέλιξιν της ανθρωπίνης ψυχής πέριξ του άξονος αγαθού-κακού. Ο Ανθρωπος, ως ύπαρξις, συνίσταται κυρίως εκ ψυχής, η οποία χρησιμοποιεί το σώμα, περιβαλλομένη υπ' αυτού, ως μέσον εκφράσεως αυτής κατά την διάρκειαν της επιγείου ζωής της. Το σώμα καθίσταται το αίτιον των υλικών επιθυμιών διά την ψυχήν και η πηγή των παθών44.

Η ωραιότης βαίνει παραλλήλως προς την βίωσιν των αρετών, αρχομένη εκ της φυσικής ωραιότητος, η οποία αποτελεί και την ατελεστέραν όλων και εξελισσομένη προς την νοητικήν ή πνευματικήν ωραιότητα, η οποία προέρχεται από το Αγαθόν, το οποίον ορέγεται πάσα ψυχή και αποτελεί την υψηλοτέραν και τελειοτέραν μορφήν της ωραιότητος45. Το Αγαθόν είναι απλούν, ειλικρινές, καθαρόν, τα πάντα εξ αυτού εξαρτώνται και εις αυτό προσβλέπουν. Το Αγαθόν είναι το αίτιον της ζωής και του Νου και του Είναι. Είναι βασική προϋπόθεσις να αποκτηθή πρώτον η ψυχική ωραιότης διά να καταστή δυνατή η θέα της υπερτάτης ωραιότητος, η οποία υπάρχει εις το Αγαθόν46.

H Νέο-Πλατωνική φιλοσοφία διά του Πορφυρίου (234-305 μ.Χ), ο οποίος υπήρξεν εκ των πλέον αφοσιωμένων μαθητών του Πλωτίνου συνεδέθη εν μέρει μετά της αριστοτελικής λογικής και διεδόθη ευρέως εις τον Ελληνιστικόν κόσμον και συνέβαλεν εις την διαμόρφωσιν της Ηθικής και της Μεταφυσικής των χρόνων εκείνων. Η ηθική τελείωσις, η κάθαρσις, ο φωτισμός αποτελούν τας οδούς διά την πορείαν του ανθρώπου προς την Αλήθειαν και το Αγαθόν47 .

Εν γένει η Νέο-πλατωνική φιλοσοφία ήσκησεν ευρείαν επίδρασιν επί του φιλοσοφικώς σκέπτεσθαι ουχί μόνον κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους αλλά και των μεταγενεστέρων εποχών. Η Λατινική μετάφρασις του έργου του Πλωτίνου γενομένη υπό του Marsilio Ficino και εκδοθείσα το 1492 κατέστησεν τούτο ευρέως γνωστόν εις τα πανεπιστήμια της Δύσεως. Ανθρωπισταί του 15ου και 16ου αιώνος όπως οι John Colet, Erasmus εκ του Ρόττερνταμ και ο Thomas More επηρεάσθησαν τα μέγιστα εκ της Νέο-πλατωνικής διδασκαλίας, όπως εκ παραλλήλου αργότερον επηρεάσθησαν οι Γερμανοί ιδεαλισταί και κυρίως ο Hegel και ο Husserl. Εις τον 20ον αιώνα ο νέο-πλατωνισμός εκπροσωπείται κυρίως υπό των C.S. Lewis και Charles Williams.

Η Στωϊκή διδασκαλία

Η στωϊκή διδασκαλία, η οποία ήσκησεν τεραστίαν επίδρασιν επί το φιλοσοφικώς σκέπτεσθαι των ελληνιστικών χρόνων και εγένετο ευρύτατα αποδεκτή υπό του ρωμαϊκού πνεύματος αργότερον ιδρύθη υπό του Ζήνωνος Μνασέου ή Δημέου, ο οποίος κατήγετο εκ του Κιτίου της Κύπρου.

Μεταξύ των έργων του Ζήνωνος48, ιδιαιτέραν αξίαν έχει η διατριβή αυτού υπό τον τίτλον "Πολιτεία", εις την οποίαν εκτίθεται το ουσιώδες περιεχόμενον της φιλοσοφίας αυτού η οποία απετέλεσεν και το βάθρον της ευρυτέρας στωϊικής φιλοσοφίας. Εις το "περί Λόγου" έργον του αναφέρει ότι ο φιλοσοφικός λόγος είναι τριμερής, συνιστάμενος ούτως υπό του φυσικού, ηθικού και λογικού στοιχείου49. Την διάκρισιν ταύτην αποδέχονται και ο Απολλόδωρος και ο Χρύσιππος, οι οποίοι θεωρούν ότι ταύτα αποτελούν τόπους ή είδη της φιλοσοφίας50.

Το 230 o Πτολεμαίος ο III, ο Ευεργέτης, προσεκάλεσεν τον Χρύσιππον και τον Κλεάνθην, να μεταβούν εις την Αλεξάνδρειαν, διά να ενισχύσουν την εξάπλωσιν της στωϊκής διδασκαλίας. Αμφότεροι ηρνήθησαν την πρόσκλησιν, την οποίαν απεδέχθη ο Σφαίρος, ο οποίος εδίδαξεν τας αρχάς της στωϊκής διδασκαλίας εις την αυλήν του Πτολεμαίου51. Ο Ερατοσθένης εκ παραλλήλου μαθητής του Ζήνωνος μετέβη εις την Αλεξάνδρειαν το 240 και εχρημάτισεν βιβλιοθηκάριος52.

Η στωϊκή φιλοσοφία επέδρασεν σημαντικώς εις την πολιτικήν ζωήν της Αιγύπτου, δεδομένου ότι η ομόνοια, μία από τας κυρίας πολιτικάς αρχάς των στωϊκών και η φιλία είχον ιδιαιτέραν αξίαν διά τους Πτολεμαίους εις την διακυβέρνησιν της χώρας.

Αι αρχαί της Στωϊκής διδασκαλίας

Ο Ζήνων επίστευεν ότι το υπέρτατον αγαθόν διά την ανθρωπίνην ψυχήν είναι η Ευδαιμονία, η οποία στηρίζεται εις την εδραίωσιν του βίου επί των αρετών. Αρετή δε είναι η αρμονική διάθεσις, η έχουσα ιδίαν υπόστασιν και μη απορρέουσα από τον φόβον, την ελπίδα ή από εξωτερικούς παράγοντας. Εις αυτήν στηρίζεται η έννοια της ευδαιμονίας δεδομένου ότι η αρετή αποβλέπει εις την επίτευξιν της ψυχικής αρμονίας, εκ της οποίας εκπηγάζει η ευδαιμονία53. Αι αρεταί εφ΄όσον συμβάλλουν εις την απόκτησιν της ευδαιμονίας καθίστανται μέσα ή οδοί της πορείας του ανθρώπου, όταν όμως συμπληρώνουν την ευδαιμονίαν και αποτελούν αναπόσπαστον μέρος αυτής, τότε αποτελούν σκοπόν της πορείας του. Εκ των αρετών ωρισμέναι προηγούνται, ως πρωταρχικαί και ωρισμέναι αποτελούν συνάρτησιν ετέρων αρετών. Πρωταρχικαί αρεταί είναι η φρόνησις, η ανδρεία, η δικαιοσύνη, η σωφροσύνη εκ των οποίων απορρέουν η μεγαλοψυχία, η εγκράτεια, η καρτερία, η αγχίνοια, η ορθή βούλησις και η ικανότης προς λήψιν λογικών και ευστόχων αποφάσεων54. Το αγαθόν κατά τους στωϊκούς καθορίζεται ως η φυσική τελειότης του λογικού όντος ως λογικού (το τέλειον κατά φύσιν λογικού ως λογικού)55.

Η νοητική παράστασις αποτυπώνεται εις την ψυχήν όπως αποτυπώνεται το σχήμα του δακτυλίου επί κηρίνης επιφανείας. Αι νοητικαί διεργασίαι είναι καταληπταί εφ΄ όσον αναφέρονται εις πραγματικάς εννοίας ή παραμένουν ακατάληπτοι, εφ΄όσον ανάγονται εις τον κόσμον της φαντασίας. Κριτήριον της αληθείας είναι η άμεσος σχέσις μίας εννοίας προς την πραγματικότητα. Εις το "Περί ανθρώπου φύσεως", ο Ζήνων διατείνεται ότι ο τελικός σκοπός των προσπαθειών είναι να ζήση ο άνθρωπος συμφώνως προς τας αρχάς της φύσεως, δεδομένου ότι η φύσις καθ' εαυτήν οδηγεί τον άνθρωπον εις την αρετήν. Κατ΄ επέκτασιν, η ευτυχία αποτελεί συνάρτησιν του εναρέτου βίου, ήτοι του βίου του ευθυγραμμισμένου προς τας αρχάς της φύσεως56.

Κατά τον Ζήνωνα η ιδανική πολιτεία στηρίζεται εις την ηθικήν τελείωσιν των πολιτών αυτής57. Επίστευεν και εδίδασκεν ότι δεν έχει αξίαν η ανέγερσις ναών άλλα αξίαν έχει η βίωσις του θείου εις την ψυχήν του ανθρώπου, δεδομένου ότι ο Λόγος είναι θείον στοιχείον δυνάμενον να βιωθή και υπό των ανθρώπων58.

Διά τους στωϊκούς υφίσταται ουσιώδης σχέσις μεταξύ της ουσίας και της ποιότητος και υφίσταται σταθερά τάσις των επί μέρους σωμάτων να διατηρούν ιδίαν ταυτότητα (την οικείαν ουσίαν και το ιδίως ποιόν). Την συνεκτικήν δράσιν, εν μέσω των όντων, αλλά και εις τον χώρον του μικροκόσμου, ασκεί το πνεύμα, ο τόνος του οποίου διαδραματίζει καθοριστικόν ρόλον εις τον βαθμόν και την έκτασιν της αναπτυσσομένης συνοχής59. Κατά τον στωϊκόν Ποσειδώνιον60, το πνεύμα ταυτίζεται προς το θείον, μίας ενεργητικής φυσικής δημιουργικής δυνάμεως, η οποία διατρέχει τα πάντα61, διαμορφουμένης ούτω μίας εντόνου υλοζωικής αντιλήψεως, η οποία επέδρασεν τα μέγιστα επί της ιατρικής και ιδίως της νευρολογίας των ελληνιστικών χρόνων. Ο αυτός φιλόσοφος θεωρεί ότι ο κόσμος ομοιάζει προς έλλογον οργανισμόν, ο οποίος διοικείται υπό της προνοούσης φύσεως, η οποία παραλλήλως προς το πνεύμα συνέχει οργανικώς την ύλην και διατηρεί εις τελείαν ισορροπίαν τα συστήματα του εμβίου κόσμου. Κατά τον Κλεάνθην το θείον αποτελεί την αιτίαν της υπάρξεως των πάντων και ως δημιουργός δύναμις διοικεί τον κόσμον βάσει ενός τελείου σχεδίου62.

Ο Χρύσιππος, εκ των σημαντικoτέρων στωϊκών φιλοσόφων63, επρέσβευεν ότι η φιλοσοφία είναι επιτήδευσις λόγου ορθότητος64. Εκ παραλλήλου η φύσις είναι δημιουργική, διέπεται υπό φυσικών δυνάμεων και ότι αι εκδηλώσεις της φύσεως είναι λογικαί και αγαθαί. Η άποψις αύτη, συνυφασμένη μετά της ταυτίσεως του θείου μετά της φύσεως δίδει μία έντονον φυσιοκρατικήν αντίληψιν εις την φιλοσοφίαν των στωικών.

Ο άνθρωπος από της γεννήσεως του αρχίζει να εντυπώνη τας εννοίας εις το ηγεμονικόν μέρος της ψυχής του ενώ εκ παραλλήλου η μνήμη παρέχει την δυνατότητα της διατηρήσεως των εννοιών και της συνθέσως των λογικών ολοκληρωμάτων αυτών. Εις το ηγεμονικόν μέρος της ψυχής εδράζεται η συνείδησις, διά της οποίας καθορίζεται ο έλλογος βίος και εκ της οποίας απορρέει η διεργασία της "οικειώσεως", διά της οποίας το άτομον αφ' ενός μεν γνωρίζει τας δυνάμεις του εαυτού του, αφ' ετέρου δε εξοικειούται προς το περιβάλλον και διαμορφώνει αρμονικώς την κοινωνικήν συμπεριφοράν αυτού.

Υπό του Χρυσίππου υπογραμμίζεται ιδιαιτέρως η λογικότης του ανθρώπου, χωρίς να απορρίπτεται η άποψις ότι ούτος συγχρόνως αποτελεί ενιαίαν και αδιάσπαστον ψυχοσωματικήν οντότητα, εντός της οποίας περιλαμβάνονται όλαι αι βιολογικαί, νοητικαί και ψυχολογικαί διεργασίαι65 της ψυχής. Η ιδιαιτέρα έμφασις όμως, την οποίαν δίδει εις την λογικήν φύσιν του ανθρώπου παρέχει την εντύπωσιν της εισαγωγής υπ' αυτού μίας μονιστικής ψυχολογικής και ηθικής θεωρίας, κατά την οποίαν δεν αναγνωρίζονται αι άλογοι δυνάμεις, αλλά επικρατεί μία απόλυτος νοησιαρχία, εφραζομένη χαρακτηριστικώς διά της δηλώσεως ότι "μία η της ψυχής δύναμις, ως την αυτήν πως έχουσα ποτέ μεν διανοείσθαι, ποτέ δ' οργίζεσθαι, ποτέ δ' επιθυμείν"66.

Τα αίτια των παθών, υπό των οποίων διακατέχονται οι άνθρωποι, δεν προέρχονται από τον εξωτερικόν κόσμον αλλά από τους ιδίους (των συμβαινόντων αυτοίς παθών εντός είναι) και θα υφίστανται ταύτα , εάν ο άνθρωπος δεν δυνηθή να υπερβή αυτά και ιδίως τον φόβον και την επιθυμίαν, εκ των οποίων γεννώνται τα περισσότερα των παθών67. Εκ των παθών απορρέουν πάντοτε αρνητικά συναισθήματα, γεγονός το οποίον ταλαιπωρεί τον άνθρωπον και καθιστά σύνθετον και πολύπλοκον την ψυχικήν του ζωήν, η οποία άνευ παθών θα ήτο ειρηνική και γαλήνιος68.

Η θέσις των στωϊκών έναντι του θανάτου, χαρακτηρίζεται υπό θάρρους και δυνάμεως. Ουδείς φόβος εισέρχεται εις την ψυχήν προ του θανάτου69, καθ΄όσον ούτος αποτελεί έν νομοτελικώς αναπόφευκτον φαινόμενον, το οποίον πρέπει να αντιμετωπίζεται μετά μεγίστης απλότητος και γαλήνης70. Είναι προτιμωτέρα κατά τους στωϊκούς μία βραχεία αλλά ηθικώς ωλοκληρωμένη ζωή, παρά μία μακρά αλλά άνευ νοήματος και πνευματικής χαράς71, καθ΄ όσον η αξία της ζωής δεν εξαρτάται από την διάρκειαν αυτής αλλά από την ποιότητα της. Η ψυχή των σοφών μετά θάνατον θα υποστή αποθέωσιν, ανάλογον προς την του Ηρακλέους, ο οποίος ακουλουθών την οδόν της αρετής, ενίκησεν τας αρνητικάς εσωτερικάς παροτρύνσεις και εξωτερικάς παρεμβάσεις. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά εις τον άνθρωπον υπό του Μάρκου Αυρηλίου Αντωνίνου, του οποίου η σκέψις βαθέως είχεν εμποτισθή από τας αρχάς και τας δοξασίας της στωϊκής διδασκαλίας: "Του ανθρωπίνου βίου ο μεν χρόνος στιγμή, η δε ουσία ρέουσα, η δε αίσθησις αμυδρά, η δε όλου του σώματος σύγκρισις εύσηπτος, η δε ψυχή ρεμβός, η δε τύχη δυστέκμαρτον, η δε φήμη άκριτον. Συνελόντι δε ειπείν, πάντα τα μεν του σώματος ποταμός, τα δε της ψυχής όνειρος και τύφος, ο δε βίος πόλεμος και ξένου επιδημία, η δε υστεροφημία λήθη"72.

Ο σοφός άνθρωπος, κατά τους στωϊκούς, ακολουθεί αδιαλείπτως την οδόν της αρετής και του ορθού λόγου73, παραμένων ισχυρός και αδιάφθορος, ζων εν αρμονία προς εαυτόν, τον ορθόν λόγον και τον θείον νόμον, ο οποίος διέπει το σύμπαν. Ο σοφός είναι ελεύθερος, διότι αντλεί την δύναμιν της ελευθερίας από τον θείον νόμον, ευρισκόμενος εις πλήρη αρμονίαν μετά της φύσεως74.

Η στωϊκή διδασκαλία ήσκησεν μεγάλην επίδρασιν εις την Ρώμην, διαδοθείσα ήδη από την περίοδον της Δημοκρατίας75 και ανθίσασα κυρίως κατά τα έτη της αυτοκρατορίας ως αντιστάθμισμα της ηθικής παρακμής της ρωμαϊκής κοινωνίας.

Εκ των ιατρών των Ελληνιστικών χρόνων, ο Γαληνός υπέστη την μεγαλυτέραν επίδρασιν του στωϊκισμού, δι΄αυτού μεταλαμπαδεύθη το γενικόν περίγραμμα της στωϊκής φιλοσοφίας εις τον Αραβικόν κόσμον και εις τας ιατρικάς σχολάς της Δύσεως.

Η Νευρολογία κατά την Ελληνιστικήν περίοδον

H Νευρολογία κατά την Ελληνιστική περίδον ήκμασεν κατά κύριον λόγον εις την Αλεξάνδρειαν, η οποία ευρισκομένη υπό το φιλελεύθερον πνεύμα του Πτολεμαίου του Σωτήρος και των διαδόχων του Φιλαδέλφου και Ευεργέτου, οι οποίοι ήθελον να λειτουργούν ως προστάται της φιλοσοφίας και της επιστήμης, παρείχεν κατάλληλον πολιτιστικόν και κοινωνικόν υπόβαθρον, διά την ανάπτυξιν της ιατρικής και ιδίως της προσανατολιζομένης εις την μελέτην της ανατομίας και της φυσιολογίας του νευρικού συστήματος του ανθρώπου.

Εκ παραλλήλου η βαθεία επίδρασις της φιλοσοφίας, η οποία τόσον υπό την επικούρειον όσον και υπό την πλατωνικήν και νέο-πλατωνικήν μορφήν έθετε διηνεκώς το ερώτημα της σχέσεως της ψυχής μετά του σώματος, ωδήγησεν τους ιατρούς εις τον χώρον της Νευρολογίας και της Νευροανατομίας εις την προσπάθειαν των να ανιχνεύσουν τας οδούς, διά των οποίων εκδηλούται λειτουργικώς η ανθρωπίνη ψυχή και ενδεχομένως να θέσουν υπό σοβαράν θεώρησιν, διά των ανατομικών και νευροφυσιολογικών παρατηρήσεων των, τας θέσεις εις τας οποίας ενδεχομένως εδράζει η ψυχή και να ανεύρουν τους τρόπους, διά των οποίων αύτη εκφεύγει του σώματος κατά την ώραν του θανάτου.

Μεταξύ των πλέον επιφανών αλεξανδρινών ιατρών υπήρξαν ο Ηρόφιλος και ο Ερασίστρατος, οι οποίοι, διά της πληθώρας των ανατομικών και κλινικών παρατηρήσεων των, δύνανται δικαίως να χαρακτηρισθούν ως πατέρες των Νευροεπιστημών.

Ο Ηρόφιλος

Ο Ηρόφιλος εγένετο γνωστός εις τους Ελληνιστικούς χρόνους ουχί μόνον διά τας ανατομικάς μελέτας αυτού επί του εγκεφάλου, αλλά και διά την μελέτην του επί της καρδιακής λειτουργίας και την διαγνωστικήν αξίαν, την οποίαν έδιδεν εις την εξέτασιν και παρακολούθησιν του σφυγμού των ασθενών.

Επίστευεν ότι ο σφυγμός δεν αποτελεί ιδιότητα και λειτουργικήν έκφρασιν του τοιχώματος των αρτηριών, αλλά αποτελεί ούτος έκφρασιν της λειτουργίας της καρδίας και των συστολών αυτής. Ο σφυγμός χαρακτηρίζεται από την ύπαρξιν ρυθμού, όπως και η μουσική. Διά να καταστή ο ιατρός ικανός να μελετήση τον σφυγμόν και να ερμηνεύση την σημασίαν των μεταβολών του ρυθμού αυτού θα πρέπη να είναι γνώστης της θεωρίας της μουσικής και της βαθυτέρας ερμηνείας της αρμονίας76.

Ο Ηρόφιλος ήτο ο πρώτος, ο οποίος διέκρινεν τον σφυγμόν από τον τρόμον, τον μυϊκόν σπασμόν και τας δεσμιδώσεις και εισήγαγεν ιδικής του κατασκευής φορητόν υδραυλικόν ωρολόγιον διά να μετρά τον σφυγμόν των ασθενών.

Εις τον ευρύτερον χώρον της ανατομικής του κυκλοφορικού συστήματος, ο Ηρόφιλος περιέγραψεν την πνευμονικήν αρτηρίαν, αναφέρων ότι το αίμα αυτής ομοιάζει ως προς το χρώμα αυτού προς το αίμα των φλεβών. Εκ παραλλήλου περιέγραψεν τας μεσεντερίους αρτηρίας και την σχέσιν αυτών μετά της λειτουργικής ακεραιότητος του εντέρου. Ο Ηρόφιλος ήτο ο πρώτος ο οποίος περιέγραψεν το δωδεκαδάκτυλον, αι δε περιγραφαί του ήπατος υπ' αυτού αναφέρονται υπό του Γαληνού.

Ο Ηρόφιλος ησχολήθη εν εκτάσει μετά της ανατομικής μελέτης του Νευρικού Συστήματος και μετά της Κλινικής Νευρολογίας. Προέβαινεν εις νεκροτομάς, ιδίως κατά τους χειμερινούς μήνας και εξήγαγεν τον εγκέφαλον εκ της κρανιακής κάψης, τον οποίον έτεμνεν κατά τον εγκάρσιον, τον οριζόντιον και τον οβελιαίον άξονα διά να δυνηθή να αποκτήση στερεοτακτικήν αίσθησιν των δομών και των μορφολογικών στοιχείων αυτού.

Διά των πραγματοποιουμένων τομών ηδυνήθη να διακρίνη την φαιάν από την λευκήν ουσίαν του εγκεφάλου και να περιγράψη το κοιλιακόν σύστημα αυτού77.

Αναλυτικότερον ο Ηρόφιλος περιέγραψεν λεπτομερώς την κάτω γωνίαν του ρομβοειδούς βόθρου, ήτοι του εδάφους της τετάρτης κοιλίας, το οποίον ωνόμασεν γραφικόν κάλαμον, λόγω της ομοιότητος προς την χρησιμοποιουμένην επί της εποχής του γραφίδα. Εμελέτησεν και περιέγραψεν τους δίκην πλεγμάτων αγγειακούς σχηματισμούς, οι οποίοι προβάλλουν εντός του κοιλιακού συστήματος, τους οποίους εκάλεσεν αγγειακάς μεμβράνας ή "χοριοειδή πλέγματα", όρον τον οποίον εσεβάσθη και διετήρησεν η σύγχρονος νευροανατομία. Κατά τον Ηρόφιλον τα χοριοειδή πλέγματα συνδέονται μετά της παραγωγής του εγκεφαλονωτιαίου υγρού, το οποίον φέρεται εντός του κοιλιακού συστήματος και εις τον υπαραχνοειδή χώρον. Μεταφέρων ο Ηρόφιλος εις την Νευροανατομίαν την αγωνίαν των φιλοσόφων διά την έδραν της ψυχής εις το ανθρώπινον σώμα, εθεώρησεν ότι αύτη κατασκηνοί εις το κοιλιακόν σύστημα του εγκεφάλου και ότι εκεί επίσης ευρίσκεται και το κέντρον της νοήσεως. Ο γραφικός κάλαμος αποτελεί το ουσιωδέστερον σημείον του κοιλιακού συστήματος, το οποίον έχει άμεσον σχέσιν με την εντόπισιν της ψυχής και την διατήρησιν αυτής εις το σώμα.

Ο Ηρόφιλος έδωσεν ιδιαιτέραν βαρύτητα εις την φλεβικήν κυκλοφορίαν του εγκεφάλου. Περιέγραψεν τους φλεβικούς κόλπους της σκληράς μήνιγγος και του κρανίου και επεσήμανεν ότι το φλεβικόν αίμα συγκεντρούται υπ' αυτών εις σχηματισμόν των μηνίγγων επί του έσω ινιακού ογκώματος, τον οποίον ωνόμασεν ληνόν, παρομοιάσας αυτόν προς τον χώρον συγκεντρώσεως του γλεύκους.

Είναι άξιον ιδιαιτέρας μνείας το γεγονός ότι ο Ηρόφιλος μελετών και περιγράφων τα κρανιακά και τα περιφερικά νεύρα διέκρινεν αυτά εις κινητικά, αισθητικά και εις μικτά.

Το ανατομικόν έργον του Ηροφίλου υπερβαίνει κατά πολύ τα μέτρα της εποχής του, δυνάμενον να παραλληλισθή ως προς το νευροανατομικόν σκέλος προς το έργον του Ανδρέα Βεζάλιους78.

Ο Ερασίστρατος

Ο Ερασίστρατος ο Χίος (304-250 π.Χ)79, εσπούδασεν φιλοσοφίαν και ιατρικήν εις τας Αθήνας υπό την επίβλεψιν και καθοδήγησιν του Μητροδώρου. Εν συνεχεία μετέβη εις την Κω, το 280 π.Χ, διά να σπουδάση Ιατρικήν, εις την γενέτειραν του Ιπποκράτους, υπό την καθοδήγησιν του Πραξαγόρα.

Ο Ερασίστρατος ανεγνωρίσθη ως είς των μεγαλυτέρων ιατρών και ιδίως των νευρολόγων της Ελληνιστικής περιόδου, δικαίως δυνάμενος να θεωρηθή ως ο πατήρ της Νευροφυσιολογίας και της Ψυχοσωματικής ιατρικής80.

Ο Ερασίστρατος, εν τω πλαισίω της βασικής ερεύνης και ιδίως της εντρυφήσεως του εις την νευροανατομίαν, περιέγραψεν την μορφολογίαν του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων, διακρίνας τα εγκεφαλικά ημισφαίρια εις τους επί μέρους λοβούς αυτών και περιγράψας τας αύλακας και τας έλικας αυτών. Ο Ερασίστρατος ενετόπισεν τας ανωτέρας ψυχικάς και νοητικάς λειτουργίας επί του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων, γεγονός το οποίον έχει ιδιαιτέραν βαρύτητα, δεδομένου ότι η αντίληψις αύτη ήρχισεν να διαμορφώνεται πολλούς αιώνας αργότερον υπό του Leonardo da Vinci και ιδίως υπό του Ανδρέα Βεζάλιους.

Ο Ερασίστρατος επεσήμανεν τας μορφολογικάς διαφοράς, αι οποίαι υφίστανται μεταξύ του εγκεφάλου του ανθρώπου και των ζώων, απέδωσεν την μορφολογικήν ιδιαιτερότητα του ανθρωπίνου εγκεφάλου, με τας πολλάς αύλακας και έλικας εις την ανάγκην μείζονος αναπτύξεως της επιφανείας αυτού, λόγω της πληθώρας των νοητικών και ψυχικών διεργασιών, αι οποίαι πραγματοποιούνται υπ' αυτού.

Είναι ιδιαιτέρως άξιον μνείας, ότι ο Ερασίστρατος διεχώρησεν λειτουργικώς τον εγκέφαλον από την παρεγκεφαλίδα και επεσήμανεν, ότι η κυρία λειτουργία του παρεγκεφαλιδικού φλοιού συνίσταται εις την επίτευξιν της ευταξίας των κινήσεων, θεωρών ότι η παρεγκεφαλίς αποτελεί τον κύριον αρμοστήν της βουλητικής κινητικότητος, η οποία άρχεται μεν εκ των εγκεφαλικών ημισφαιρίων συντονίζεται δε αρμονικώς υπό της παρεγκεφαλίδος.

Τα περιφερικά νεύρα, κατά τον Ερασίστρατον, δεν φέρουν πνεύμα, όπως επρέσβευεν η Ιπποκράτειος αντίληψις, αλλά ήσαν συμπαγείς σχηματισμοί, οι οποίοι συνίστανται υπό μικροσωληναρίων, τα οποία επικοινωνούν μετά αναλόγων σχηματισμών του εγκεφάλου, διά των οποίων κινείται μοριακόν υλικόν εκ του κεντρικού νευρικού συστήματος και ιδίως εκ του εγκεφαλικού στελέχους και του νωτιαίου μυελού προς τα τελικά υποδεκτικά όργανα και ιδίως τους μύες. Η αντίληψις αύτη διετυπώθη πολλούς αιώνας αργότερον υπό του Thomas Willis (1622-1675) εις το εξαίρετον έργον του Cerebri Anatome (1664), το οποίον απετέλει κατ' ουσίαν Ανατομικήν και Φυσιολογίαν του Νευρικού Συστήματος και υπό του Giovanni Alfonso Borelli εις το έργον του De motu animalium (1645), ο οποίος εθεώρη, ότι διά μέσου των περιφερικών νεύρων άγονται ουσίαι προς τας τελικάς νευρικάς απολήξεις.

Ο Ερασίστρατος διετήρει τας επικουρείους απόψεις, ότι το πνεύμα συνυφαίνεται μετά της σωματικής υποστάσεως του ανθρώπου προς διαμόρφωσιν του ψυχοσωματικού Είναι αυτού. Κατ' αυτόν το ζωτικόν πνεύμα εισέρχεται εις τον εγκέφαλον διά της αιματικής κυκλοφορίας, καθιστάμενον εντός αυτού ζωϊκόν πνεύμα, το οποίον φέρεται, διά των νεύρων, εις όλα τα όργανα και τα μέλη του σώματος και ζωοποιεί αυτά82. Την τετάρτην κοιλίαν και την παρεγκεφαλίδα εθεώρει ως τόπους εις τους οποίους κατασκηνοί η ψυχή του ανθρώπου, συνδεομένους, ως εκ τούτου, με την ζωήν και τον θάνατον αυτού.

Ο Ερασίστρατος διέκρινεν τας παθήσεις εις τας εχούσας οργανικόν υπόβαθρον, εις τας αμιγώς ψυχικάς και εις τας εχούσας ψυχοσωματικήν έκφρασιν. Χαρακτηριστική υπήρξεν η θεραπεία υπό του Ερασιστράτου του Αντιόχου, υιού του Σελεύκου του Β΄ του Νικάτωρος, βασιλέως της Συρίας, ο οποίος έπασχεν εκ σοβαράς και δυσθεραπεύτου, κατά τους ιατρούς της εποχής του, νόσου83.

Ο Γαληνός

Ο Γαληνός εγεννήθη εις την Πέργαμον το 130 μ.Χ. Υπήρξεν είς εκ των μεγαλυτέρων ιατρών όλων των εποχών, ασκήσας την μεγαλυτέραν δυνατήν επίδρασιν εις την Ιατρικήν των Ελληνιστικών χρόνων, του Βυζαντίου, της Δυτικής Αναγεννήσεως έως των νεωτέρων χρόνων. Συνέγραψεν πλέον των 400 συγγραμμάτων και διατριβών επί παντός πεδίου της Ιατρικής Επιστήμης. Αι εργασίαι του εις πολλά σημεία αντικατοπτρίζουν τας επιδράσεις του Ιπποκράτους, του Αριστοτέλους, του Ηροφίλου, του Ερασιστράτου καθώς και την βαθείαν φιλοσοφικήν επίδρασιν του στωικισμού.

Ο Γαληνός καθώρισεν επακριβώς την έννοιαν του συμπτώματος, του συνδρόμου, της νόσου, της παθήσεως, της οργανικής αλλοιώσεως και του λειτουργικού φαινομένου και προέβη εις επακριβή διάκρισιν μεταξύ των λειτουργικών φαινομένων και των φαινομένων των εχόντων σαφές οργανικόν ή παθοφυσιολογικόν υπόβαθρον84, πιστεύων όμως ότι έν παθολογικόν λειτουργικόν φαινόμενον σπανίως εκδηλούται χωρίς να υφίσταται αλλοίωσις ενός εκ των οργάνων, μετά των οποίων συνδέεται τούτο85.

Αι θέσεις του Γαληνού επί των Νευροεπιστημών

Ο Γαληνός περιέγραψεν πολλάς Νευρολογικάς και Ψυχιατρικάς παθήσεις και εταξινόμησεν αυτάς αναλόγως προς τα κλινικά φαινόμενα αυτών86.

Ο Γαληνός επίστευεν κατά τρόπον απόλυτον εις την ψυχοσωματικήν ενότητα του ανθρωπίνου προσώπου και κατά συνέπειαν εθεώρει ότι αι ψυχικαί παθήσεις δεν ήσαν ανεξάρτητοι των παθήσεων του σώματος, αλλά πολλάκις αποτελούν προέκτασιν αυτών επί της ψυχικής σφαίρας. Διά την θεμελίωσιν των απόψεων αυτών προεπάθησεν να αποκτήση καλήν γνώσιν της νευροανατομίας, διά να δυνηθή να ανεύρη τας οδούς εις τας οποίας η ψυχική υπόστασις του ανθρώπου συναντάται και συνυφαίνεται μετά της σωματικής τοιαύτης.

Αι απόψεις του Γαληνού επί του Εγκεφάλου και του Νωτιαίου Μυελού

Επί του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού ο Γαληνός επίστευεν, ότι αμφότεραι αύται αι δομαί του κεντρικού νευρικού συστήματος αποδέχονται και αναλύουν αισθητικάς πληροφορίας εκ του περιβάλλοντος και εκ παράλληλου διαμορφώνουν τον τύπον της κινητικής απαντήσεως του ατόμου, τόσον υπό την αντανακλαστκήν όσον και υπό την βουλητικήν έννοιαν, ελέγχοντα ούτως την κινητικότητα εκάστου μέλους του σώματος.

Ο Γαληνός διεπίστωσεν, ότι η ημιδιατομή του νωτιαίου μυελού ιδίως εις τα ανώτερα μυελοτόμια αυτού προκαλεί παράλυσιν του σώματος συστοίχως, κάτωθεν του σημείου της τομής, ενώ αντιστοίχως επέρχονται διαταραχαί της αισθητικότητος, αναφερόμεναι κυρίως εις την αντίληψιν του πόνου και της θερμοκρασίας. Συστοίχως δε προς την παράλυτον πλευράν δεν καθίσταται αντιληπτή η αίσθησις της θέσεως των μελών εις τον χώρον87. Επίστευεν επίσης ότι όταν οι μύες του προσώπου παραλύουν συστοίχως προς τα μέλη του σώματος η βλάβη του νευρικού συστήματος έχει επισυμβή εις τον εγκέφαλον και ουχί εις τον νωτιαίον μυελόν88.

Ο Γαληνός επίστευεν, ότι ο νωτιαίος μυελός αποτελεί προέκτασιν του εγκεφάλου εις τον σπονδυλικόν σωλήνα και έχει υψίστην σημασίαν διά την κινητικότητα του κορμού και των άκρων. Παρετήρησεν ούτος ότι τα άτομα τα οποία προέβησαν αστόχως εις προσπάθειαν αυτοκτονίας δι' απαγχονισμού, παρέμειναν παράλυτα και αναίσθητα, ως προς την αντίληψιν του άλγους και της θερμοκρασίας κατά τον κορμόν και τα άκρα. Εκ παραλλήλου παρετήρησεν ότι χαμηλά κατάγματα της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης δεν προκαλούν ουσιώδεις διαταραχάς εις την αναπνοήν89.

Ο Γαληνός επίστευεν ότι τόσον αι κεντρομόλοι όσον και αι φυγόκεντροι οδοί του κεντρικού νευρικού συστήματος χιάζονται είτε εις τον εγκέφαλον είτε εις τον νωτιαίον μυελόν90. Εις πειραματικάς παρατηρήσεις του επί των ζώων διεπίστωσεν ότι επιμήκης διατομή. καθ' όλην την έκτασιν του νωτιαίου μυελού, δεν προκαλεί παράλυσιν αλλά αισθητικάς διαταραχάς, γεγονός το οποίον συνηγορεί υπέρ της απόψεως ότι αι νευρικαί ίνες αι συνδεόμεναι μετά της κινητικότητος δεν χιάζονται εις τον νωτιαίον μυελόν.

Ο Γαληνός επίστευεν ότι σοβαραί νευρολογικαί βλάβαι προεκάλουν απώλειαν της συνειδήσεως και κατάργησιν της κινητικότητος, η οποία ενδεχομένως οφείλεται εις έξοδον μέρους του ψυχικού πνεύματος εκ του εγκεφάλου και ιδίως εκ των κοιλιών αυτού. Ο Γαληνός απεδέχετο πλήρως την Ιπποκράτειον άποψιν ότι επί εγκεφαλικής αιμορραγίας επέρχεται παράλυσις της αντιστοίχου πλευράς του σώματος και ότι οιαδήποτε αλλοίωσις των αισθητικών ή κινητικών λειτουργικών εκφράσεων του σώματος οφείλεται εις βλάβην του αντιθέτου ημισφαιρίου του εγκεφάλου.

Αι απόψεις του Γαληνού επί της παρεγκεφαλίδος

Η παρεγκεφαλίς κατά τον Γαληνόν, όπως και κατά τον Ερασίστρατον, ελέγχει τας κινητικάς εκφράσεις του κορμού και των άκρων. Παρετήρησεν δε ότι αύτη είναι ευμεγεθεστέρα εις τα δρομέα ζώα και εις τα πτηνά. Οσον δε τα ζώα ταχύτερον έτρεχον τόσον η παρεγκεφαλίς αυτών ήτο πλέον ανεπτυγμένη. Ο Γαληνός επίστευεν επίσης ότι η γέφυρα και η παρεγκεφαλίς ευρίσκονται εις άμεσον επικοινωνίαν αποτελούσαι αμφότεραι ενιαίαν λειτουργικήν ενότητα.

Η παρεγκεφαλίς κατά τον Γαληνόν οριοθετεί επίσης την ζωήν και τον θάνατον, δεδομένου ότι αύτη διά του σκώληκος προστατεύει την έξοδον της ψυχής από της τετάρτης κοιλίας. Όταν ο σκώληξ ανέρχεται προς τα άνω και οπίσω και διευρύνεται το τρήμα της επικοινωνίας της τετάρτης κοιλίας μετά της μείζονος δεξαμενής, η ψυχή εξέρχεται εκ του κοιλιακού συστήματος του εγκεφάλου, επερχομένου ούτω του θανάτου του ατόμου.

Αι απόψεις του Γαληνού επί των κρανιακών και των νωτιαίων νεύρων

Ο Γαληνός περιέγραψεν επτά συζυγίας κρανιακών νεύρων και εθεώρει ότι το υπογλώσσιον νεύρον οριοθετεί τον εγκέφαλον και τον νωτιαίον μυελόν, δεδομένου ότι δεν ανεγνώριζεν την ύπαρξιν του προμήκους και εθεώρει ότι ο νωτιαίος μυελός απετέλει άμεσον προέκτασιν του εγκεφάλου91.

Ο Γαληνός ανεγνώρισεν ότι το φρενικόν νεύρον, το οποίον καταλήγει εις το διάφραγμα και αποτελεί το κινητικόν κέντρον αυτού, αναδύεται εκ του τρίτου μυελοτομίου και αποτελεί το κύριον νεύρον διά του οποίου επιτελείται η αναπνευστική λειτουργία. Μία εκ των ουσιωδών συμβολών του Γαληνού εις την μελέτην των κρανιακών νεύρων ήτο ο καθορισμός του σημαντικού ρόλου, τον οποίον διαδραματίζει το παλίνδρομον νεύρον εις την λειτουργίαν της φωνήσεως. Διεπίστωσεν διά σειράς ανατομικών παρατηρήσεων επί των ζώων ότι το παλίνδρομον νεύρον αποτελεί κλάδον του πνευμονογαστρικού νεύρου και νευροί τούτο τας φωνητικάς χορδάς, ετερόπλευρος δε βλάβη αυτού προκαλεί δυσφωνίαν ενώ η αμφοτερόπλευρος τοιαύτη πλήρη αφωνίαν. Εκ παραλλήλου ο Γαληνός εμελέτησεν όλα τα νεύρα, τα οποία συνδέονται μετά των μυών του λάρυγγος και δύνανται να επηρεάσουν την φωνήν και την ομιλίαν του ατόμου.

Επί των νωτιαίων νεύρων ο Γαληνός παρετήρησεν ότι όλα εξ αυτών αναδύονται εκ του νωτιαίου μυελού διά δύο εκφυτικών ριζών, προσθίας και οπισθίας εκ των οποίων η μεν οπισθία συνδέεται μετά της αισθήσεως η δε προσθία μετά της κινήσεως των μελών και του σώματος92.

Αι απόψεις του Γαληνού επί των επιληπτικών κρίσεων

Επί των επιληπτικών κρίσεων ο Γαληνός επρέσβευεν ότι τόσον οι γενικευμένοι τονικο-κλονικοί σπασμοί, όσον και αι εστιακαί επιληπτικαί κρίσεις αποτελούν φαινόμενα εντόνου ερεθισμού του εγκεφάλου συνδεόμενα ενίοτε μετά της αποφράξεως των πόρων,των αγωγών και των εν γένει οδών επικοινωνίας του κοιλιακού συστήματος93. Η έλλειψις εγκεφαλονωτιαίου υγρού εκ παραλλήλου από τας κοιλίας προκαλεί ερεθισμόν του εγκεφάλου και κατ' επέκτασιν την έκλυσιν επιληπτικών σπασμών94. Η αύρα ως πρόδρομον επιληπτικόν φαινόμενον προέρχεται κυρίως εκ των σπλάγχνων έχουσα πολλάκις τον χαρακτήρα μίας ασυνήθους γαστρικής αισθήσεως95.

Επί της θεραπευτικής αντιμετωπίσεως των επιληπτικών κρίσεων, ο Γαληνός υπεστήριζεν ότι η χορήγησις ωρισμένων ουσιών δύναται να είναι ευεργετική, ενώ η χρήσις ετέρων συνήθων ουσιών97 ή φαρμακευτικών φυτών δύναται να είναι επιβλαβής προκαλούσα επιδείνωσιν των κρίσεων. Μεταξύ των βλαπτικών παραγόντων περιελάμβανεν και τον λευκόν και μέλανα ελλέβορον97.

Ο Γαληνός υπεστήριζεν ότι αι αληθείς επιληπτικαί κρίσεις έχουν οργανικόν υπόβαθρον, ενώ αι επιλητικόμορφοι κρίσεις αποτελούν υστερικόν φαινόμενον.

Αι απόψεις του Γαληνού επί της συνειδήσεως

Η απώλεια της συνειδήσεως περιεγράφη υπό του Γαληνού ως λιποθυμία, οφειλομένη εις διαταραχήν του συντονισμού των εγκεφαλικών λειτουργιών ή εις διαταραχήν της καρδιακής λειτουργίας και των πνευμόνων. Κατά τον Γαληνόν αι σοβαρότεραι λιποθυμικαί καταστάσεις επισυμβαίνουν επί διαταραχών της καρδιακής λειτουργίας ή επί βαρείας εγκεφαλικής βλάβης98.

Ο Γαληνός απεκάλει εκ παραλλήλου λήθαργον, την ασυνήθη εκείνην κατάστασιν κατά την οποίαν υφίσταται νοητική θόλωσις και επέρχεται επιδείνωσις των νοητικών λειτουργιών, ιδίως της μνήμης, της προσοχής και της μαθήσεως99. Ο λήθαργος κατά τον Γαληνόν είναι κατ' ουσίαν "των ηγεμονικών ενεργειών βλάβη". Κατ' αντιδιαστολήν προς τον λήθαργον, ο κάρος100 ο οποίος χαρακτηρίζεται από απώλειαν των νοητικών λειτουργιών και μετάπτωσιν του ατόμου εις κατάστασιν ύπνου διά κεκλεισμένων των οφθαλμών101, οφείλεται προφανώς εις βλάβην της μίας εκ των πλαγίων κοιλιών του εγκεφάλου. Κατά τον Γαληνόν η ανάνηψις εκ του κάρου είναι συνήθως πλήρης, εν αντιθέσει προς την αποπληξίαν, κατά την οποίαν επέρχονται σοβαρά λειτουργικά υπολείμματα. Η διαφορά αύτη αποτελεί το κύριον διαφοροδιαγνωστικόν κριτήριον μεταξύ αυτών.

Τα υπναγωγικά φάρμακα κατά τον Γαληνόν δεν εισάγουν φυσιολογικόν ύπνον, αλλά προκαλούν νάρκην, κάρος ή κώμα, επιδρώντα ουχί μόνον επί του εγκεφάλου, αλλά εφ' ολοκλήρου του σώματος.

Το κώμα κατά τον Γαληνόν αποτελεί την σοβαροτέραν μορφήν απωλείας της συνειδήσεως, διαφέρουσα ουσιωδώς εκ του κάρου. Ούτος διέκρινεν το κώμα εις δύο επί μέρους μορφάς, ήτοι (α) το βαθύ κώμα, κατά το οποίον ο πάσχων έχει κλειστούς τους οφθαλμούς και (β) το βαθύ κώμα, κατά το οποίον ο πάσχων έχει ανοικτούς τους οφθαλμούς, το οποίον εκάλει άγρυπνον κώμα102. Είναι απαραίτητον να υπογραμμισθή ότι ο Γαληνός είναι ο πρώτος συγγραφεύς, ο οποίος περιέγραψεν το άγρυπνον κώμα, ΄μία κατάστασιν η οποία παρατηρείται εις το σύνδρομον του εγκλεισμού και εις τα αρχικά κυρίως στάδια του συνδρόμου της αποφλοιώσεως.

Αναφερόμενος εις τας συνειδησιακάς διαταραχάς ο Γαληνός προέβη και εις την περιγραφήν της καταλήψεως, της κατοχής και της καταφοράς. Περιέγραψεν ως κατάληψιν την ημικωματώδη κατάστασιν, η οποία συνοδεύεται υπό τετανικών σπασμών ή υπό υστερικής δυσκαμψίας ή παραληρήματος, συνοδευομένου ενίοτε υπό πυρετικής κινήσεως103.

Εις μίαν εκ των κλινικών περιγραφών της καταλήψεως ο Γαληνός περιέγραψεν τα κλινικά φαινόμενα της νόσου του Parkinson (Paralysis Agitans), ως είναι ο τρόμος, η δυσκαμψία, η βραδυκινησία και η βραδυφρενεία, το άμιμον προσωπείον, μετά στιλβόντων οφθαλμών, η ελάττωσις του σκαρδαμισμού και αι ενίοτε νοητικαί εκπτώσεις, τας οποίας παρουσιάζουν οι πάσχοντες104. Επεσήμανεν δε ότι τα ίδια κλινικά φαινόμενα παρατηρούνται και εις περιπτώσεις τοξικώσεως διά μαγγανίου.

Αι απόψεις του Γαληνού επί της κεφαλαλγίας

Η περιγραφή της κεφαλαλγίας υπό του Γαληνού είναι ανεκτιμήτου αξίας, αποτελούσα πρότυπον κλινικής περιγραφής. Ούτος περιέγραψεν την ετερόπλευρον κεφαλαλγίαν ως ημικρανίαν ή ετεροκρανίαν, η οποία συνδέεται ως προς την έναρξιν της μετά επί πολλής ερεθισμάτων της κεφαλής, ενώ η παθογένεια της συνδέεται μετά αλλοιώσεων ή λειτουργικών διαταραχών, αι οποίαι επισυμβαίνουν εις τον ενδοκράνιον χώρον, αναφερόμεναι εις τον εγκέφαλον ή τας μήνιγγας105.

Η κεφαλαλγία εκ τάσεως, κατά τον Γαληνόν, συνδέεται μετά του άγχους, έχουσα ως εκ τούτου ψυχογενή προέλευσιν ή ενίοτε οφείλεται εις στομαχικάς διαταραχάς. Αντιθέτως η κεφαλαλγία, η οποία έχει ως συνοδά φαινόμενα την ερυθρότητα του προσώπου, το περιοφθαλμικόν οίδημα οφείλεται εις την κυκλοφορίαν θερμού χυμού, ο οποίος ερεθίζει τον εγκέφαλον, o οποίος ουχί σπανίως συνδέεται μετά της λήψεως ακαταλλήλου τροφής.

Ο Γαληνός εθεώρει ότι η κεφαλαλγία ενίοτε οφείλεται εις παθήσεις του ουροποιητικού συστήματος και ιδίως εις λοιμώξεις αυτού106.

Είναι ιδιαιτέρως σημαντικόν ότι ο Γαληνός περιέγραψεν την κεφαλαλγίαν την συνδεομένην μετά ιλίγγου, εμέτων, ασταθείας της βαδίσεως και ελαττώσεως της ακουστικής αντιλήψεως, καταστάσεως η οποία ενθυμίζει την νόσον του Meniere107.

Αι απόψεις του Γαληνού επί της ανοίας και του παραληρήματος

Ο Γαληνός περιέγραψεν το παραλήρημα υπό δύο κλινικάς μορφάς ήτοι (α) ως παραλήρημα άνευ πυρετού, το οποίον εκάλεσεν παραφροσύνην και (β) ως παραλήρημα μετά πυρετού, το οποίον εκάλεσεν φρενίτιδα.

Τα κύρια διαγνωστικά χαρακτηριστικά της παραφροσύνης είναι αι ψευδαισθησίαι, αι διαταραχαί του περιεχομένου της σκέψεως και αι διαταραχαί της συμπεριφοράς. Η φρενίτις συνδέεται πάντοτε υπό εμπυρέτων καταστάσεων και είναι απότοκος του ερεθισμού του εγκεφάλου ή της επιδράσεως επ΄ αυτού τοξικών παραγόντων. Εις σοβαράς περιπτώσεις η φρενίτις παρατηρείται εις τα προκεχωρημένα στάδια της κυρίας νόσου, ως επιπλοκή αυτής έχουσα βαρείαν προγνωστικήν αξίαν. Ο Γαληνός προσεπάθη να θεραπεύση την φρενίτιδα διά ηρεμιστικών παραγόντων, καταλλήλου διαίτης και φυσικοθεραπείας.

Την φθίνουσα πορείαν των νοητικών λειτουργιών ο Γαληνός ωνόμασεν μώρωσιν ή μωρίαν. Η μώρωσις κατά τον Γαληνόν αποτελεί την ηπίαν μορφήν της ανοίας. Η αληθής άνοια, χαρακτηρίζεται υπό σοβαράς διαταραχής της μνήμης108 και της κριτικής ικανότητος του πάσχοντος, αποτελούσα μίαν μορφήν παραλύσεως της σκέψεως και των γνωστικών λειτουργιών109. Επίστευεν ότι η άνοια επέρχεται κατά το γήρας λόγω της παραγωγής βλαπτικών χυμών υπό των οργάνων του σώματος ή από ψύξιν του εγκεφάλου. Η προγεροντική άνοια συνήθως οφείλεται εις κατ' επανάληψιν τραυματικάς κακώσεις της κεφαλής110, εις φρενίτιδα, υψηλόν πυρετόν, βλαπτικήν επίδρασιν φαρμάκων, ως είναι ο κρόκος, η σμύρνα και ο στύραξ111.

Ο Γαληνός έδωσεν θαυμασίαν περιγραφήν της φαινομενολογίας της μανίας112 και της μελαγχολίας. Υπεγράμμισεν ούτος, ότι η μελαγχολία είναι δυνατόν να υποδυθή την άνοιαν κυρίως κατά τα αρχικά στάδια αυτής και ενώ μεν η άνοια εκ μελαγχολίας είναι αναστρέψιμος η αληθής άνοια σπανίως υφίεται113. Διετύπωσεν δε ούτος την άποψιν, ότι η υπερβολική χρήσις αλκοόλης είναι δυνατόν να οδηγήση εις άνοιαν μετά οπτικών ψευδαισθησιών και ουχί σπανίως εις κώμα και θάνατον. Η βλαπτική αύτη επίδρασις της αλκοόλης οφείλεται κατά τον Γαληνόν εις άμεσον τοξικήν δράσιν αυτής επί του στομάχου114.

Την αναστολήν της νοητικής αναπτύξεως ο Γαληνός ωνόμασεν μικρόνοιαν, παρατηρήσας εκ παραλλήλου ότι τα εκ μικρονοίας πάσχοντα παιδία παρουσιάζουν δυσμορφικά στοιχεία, ως είναι ο υπερτελορισμός και τα ευμεγέθη πτερύγια των ώτων115.

Αι απόψεις του Γαληνού επί της θεραπείας των ψυχικών παθήσεων

Ο Γαληνός εθεράπευεν τας ψυχικάς παθήσεις και τας ψυχοπαθολογικάς καταστάσεις διά της χορηγήσεως ηρεμιστικών φαρμάκων ως ήτο ο ελλέβορος και ο μανδραγόρας, ο υισκίαμος και το όπιον, φαρμακευτικά φυτά και φάρμακα τα οποία γνωρίζομεν εκ του έργου του Διοσκουρίδου "Περί ύλης ιατρικής"116. Εκ παραλλήλου ο Γαληνός εφήρμοζεν φυσικοθεραπείαν, υδροθεραπείαν διά καταλλήλων λουτρών, ηλιοθεραπείαν και διαθερμίας. Εισήγαγεν επίσης κατά τρόπον μεθοδικόν την ψυχοθεραπείαν117 διά να αυξήση την ψυχικήν ισχύν και την λογικήν θεώρησιν και δι' αυτών τον αυτοέλεγχον118. Εις ηπίας περιπτώσεις, ψυχολογικών κυρίως διαταραχών ή ψυχοσωματικών καταστάσεων, συνήθως προέτρεπεν τον πάσχοντα εις εργασιοθεραπείαν, εις συμμετοχήν εις συζητήσεις, εις μελέτην συγγραμμάτων και συμμετοχήν εις εκπαιδευτικά προγράμματα, εις εκπαιδευτικά ταξίδια και δημιουργικάς εργασίας. Συνίστα πάντοτε εις τους συγγενείς των πασχόντων να επιδεικνύουν ευγένειαν και καλήν συμπεριφοράν, ιδίως δε όταν ο ασθενής έπασχεν εκ καταθλίψεως και να αποφεύγουν τον έλεγχον και την αυστηράν κριτικήν. Επί της θεραπείας των ψυχοσωματικών παθήσεων ο Γαληνός υπεγράμμιζεν: 'Διά να κατανοήση την φυσιολογίαν του σώματος, την υφισταμένην διαφοράν μεταξύ των επί μέρους παθήσεων και τας καταλλήλους εκάστοτε θεραπευτικάς ενδείξεις, ο ιατρός θα πρέπη να διέπεται υπό της λογικής της επιστημονικής σκέψεως. Διά να εφαρμόση αυτάς τας αρχάς κατά τρόπον αλάνθαστον ο ιατρός θα πρέπη να απέχη του πλούτου, να ασκή την σωφροσύνην και να γνωρίζη βαθέως όλας τας φιλοσοφικάς απόψεις, την λογικήν, τας φυσικάς επιστήμας και την ηθικήν. Ο ιατρός χρειάζεται την γνώσιν της φιλοσοφίας τόσον κατά την έναρξιν των ιατρικών του σπουδών, όσον και κατά την άσκησιν της ιατρικής αργότερον. Ούτως έκαστος ιατρός έχει άμεσον ανάγκην της φιλοσοφίας και κατ' ουσίαν ο ιατρός θα πρέπη να είναι φιλόσοφος...'


  1. Η Ελληνιστική περίοδος άρχεται από του θανάτου του Μ.Αλεξάνδρου έως της ανόδου εις τον Αυτοκρατορικόν θρόνον της Ρώμης του Οκταβιανού Αυγούστου ήτοι από το 323-30 π.Χ.. Κατά τινας η Ελληνιστική περίοδος διήρκησεν κατ΄ουσίαν έως της ανόδου εις τον θρόνον του Μ. Κωνσταντίνου ήτοι επί εξακόσια περίπου έτη. Κατά την περίοδον ταύτην το Ελληνικόν πνεύμα και η Ελληνική γλώσσα επεκράτουν παγκοσμίως και συνέβαλον εις την ταχείαν πολιτιστικήν άνοδον όλων των λαών της Μεσογείου, της Νοτίου Ευρώπης και της Ασίας, έως των Ινδιών.
  2. Tusculanae Disputationes III,6.
  3. Η ακμή της Αλεξανδρείας συνεχίσθη και κατά την Ρωμαϊκήν και Βυζαντινήν περίοδον της ιστορίας αυτής. To 46 π.Χ ο Ιούλιος Καίσαρ επέτρεψεν την διατήρησιν του Κράτους των Πτολεμαίων υπό την βασίλισσαν Κλεοπάτραν, ενώ ολίγα έτη αργότερον το 30 π.Χ ο Οκταβιανός Αύγουστος κατέστησεν αυτήν Ρωμαϊκήν επαρχίαν. Μεγάλην ακμήν είχεν η Αλεξάνδρεια κατά την χριστιανικήν περίοδον, ότε κατέστη αύτη κέντρον θεολογικών σπουδών, αναπτύξασα την σχολήν της αλληγορικής ερμηνείας της Αγίας Γραφής υπό τον Κλήμεντα και τον Ωριγένην και διαλάμψασα κυρίως κατά την περίοδον της Πατριαρχίας των Αγίων Αθανασίου και Κυρίλλου. Το 642 μετά την μάχην της Ηλιουπόλεως η Αλαξάνδρεια κατεκτήθη από τον Αμρ ιμπν αλ-Ας και περιήλθεν εις τας χείρας των Αράβων. Διά ευρυτέραν θεώρησιν της Αλεξανδρείας βλέπε συν τοις άλλοις το εξαίρετον έργον του Fraser PM: Ptolemaic Alexandria Oxford University Press 1972, καθώς και τα πρακτικά του συμποσίου το οποίον επραγματοποιήθη εις το J.Paul Getty Museum και Getty Cender for the History of Art and the Humanities με θέμα Alexandria and Alexandrism (J. Paul Getty Museum, Malibu, California 1996).
  4. Η σχολή των κυνικών έχει ως κύριον εκπρόσωπον τον Διογένην της Σινώπης , ο οποίος επρέσβευεν ότι ο άνθρωπος θα πρέπη να ακολουθή φυσικόν τρόπον ζωής και να διατηρή την αυτοεπάρκειαν του και την ελευθερίαν του, μη δεσμευόμενος εντός των κοινωνικών θεσμών.
  5. Ο σκεπτικισμός εισήχθη κυρίως υπό του Πύρρωνος (360-275 π.Χ), ο οποίος επρέσβευεν εις την αρχήν της φαινομενολογικής θεωρήσεως των πραγμάτων και την αποφυγήν του δογματισμού. Κατά τον δεύτερον και τρίτον μετά Χριστόν αιώνα ο σκεπτικισμός προσέλαβεν τον χαρακτήρα του ακαδημαϊκού σκεπτικισμού, διεισδύων εις τας πλατωνικάς θεωρήσεις.
  6. Ο Επίκουρος (341-270 π.Χ). κατήγετο εκ της Σάμου, γεννηθείς υπό Αθηναίων γονέων, οι οποίοι είχον εγκατασταθή ως κληρούχοι εις την νήσον, την οποίαν ηναγκάσθησαν να εγκαταλείψουν το 322, μετωκίσαντες εις τον Κολοφώνα. Ήδη κατά την παιδικήν του ηλικίαν ο Επίκουρος έζησεν τας πολιτικάς και πολιτιστικάς μεταβολάς, αι οποίαι επήλθαν εις τον Ελληνικόν κόσμον διά της ενώσεως του Ελληνισμού υπό τον Μέγαν Αλέξανδρον, της καταλύσεως του περσικού κράτους και της εξαπλώσεως του Ελληνικού πολιτισμού και της Ελληνικής γλώσσης εις όλον τον τότε γνωστόν κόσμον. Μετά τον θάνατον του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 323, ο Επίκουρος, ο οποίος υπηρέτη τότε εις τον Αθηναϊκόν Στρατόν, έζησαν την αναταραχήν και τας πολιτικάς μεταβολάς εις τας Αθήνας και εγνώρισεν την επίδρασιν, την οποίαν ήσκησαν αι εσωτερικαί αναταραχαί επί των φιλοσοφικών τάσεων της εποχής του.
  7. O Επίκουρος εσπούδασεν αρχικώς φιλοσοφίαν υπό τον Πλατωνικόν φιλόσοφον Πάμφιλον, εν συνεχεία δε εις τας Αθήνας εγνώρισεν διδασκάλους του Λυκείου, το οποίον ίδρυσεν ο Αριστοτέλης και το οποίον, κατά τα έτη εκείνα, διηυθύνετο υπό του Θεοφράστου. Εν συνεχεία εγνώρισεν τας αρχάς της ατομικής θεωρίας του Δημοκρίτου, διδαχθείς αυτάς υπό του Νεοφάνους από την Τέω.
  8. Εκ της Λέσβου ο Επίκουρος εδιώχθη, λόγω των επαναστατικών διά την εποχήν του αρχών, αι οποίαι συνεκρούσθησαν μετά του συντηρητικού αριστοτελικού και πλατωνικού πνεύματος, το οποίον επεκράτει εις τους φιλοσοφικούς και εκπαιδευτικούς κύκλους της νήσου, το οποίον εκαλλιεργείτο και υπό του Αντιγόνου του Μονοφθάλμου, εις την επικυριαρχίαν του οποίου ήτο τότε η Λέσβος.
  9. Οι Επικούρειοι φιλόσοφοι αναφέρονται και εις την Καινήν Διαθήκην "τινές δε και των Επικουρείων και Στωϊκών φιλοσόφων περιέβαλλον αυτώ, και τινές έλεγον…" Πράξεις των Αποστόλων 17,18.
  10. Ο Επίκουρος συνέγραψεν περί τα 42 έργα, μεταξύ των οποίων ήτο και το μνημειώδες έργον "Περί Φύσεως" εις 37 τόμους, από το οποίον δυστυχώς εσώθησαν μόνον ολίγα αποσπάσματα. Ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει ότι ο Επίκουρος ήτο "πάντας υπερβαλλόμενος πλήθει βιβλίων"
  11. Οι Καρχηδόνιοι πόλεμοι ήρχισαν το 264 και έληξαν το 146 διά της ολοσχερούς καταστροφής της Καρχηδόνος. Διακρίνονται ούτοι εις (α) τον πρώτον (264-241 π.Χ), (β) τον δεύτερον (218-202 π.Χ) και (γ) τον τρίτον (149-146 πΧ). Μετά το πέρας των Καρχηδονίων πολέμων ήρχισαν οι κατακτητικοί πόλεμοι της Ρώμης, διά των οποίων κατέστη αύτη κοσμοκράτειρα.
  12. Αμφότεροι οι επικούρειοι εξεδιώχθησαν εκ της Ρώμης λόγω των φιλελευθέρων αρχών των, αλλά ο Αμαφίνιος και ο Ραβίριος εξηκολούθησαν να διδάσκουν τον επικουρισμόν και να διαδίδουν αυτόν κυρίως εν μέσω των πεπαιδευμένων και ιδίως των ποιητών, εκ των οποίων κυρίως ο Λουκρήτιος και κατά δεύτερον λόγον ο Οράτιος και ο Βιργίλιος απεδέχθησαν αυτόν και διέδωσαν τας αρχάς του διά των έργων του. Κύριος αντίπαλος του Επικουρισμού εις την Ρώμην υπήρξεν ο Κικέρων, ο οποίος από της αποσύρσεως του εκ της πολιτικής ζωής ήρχισεν να συγγράφη διατριβάς εναντίον των επικουρείων φιλοσόφων, αι οποίαι αποτελούν πολυτίμους πηγάς διά την γνώσιν των δοξασιών της επικουρείου φιλοσοφίας.
  13. Δυστυχώς εκ της εκρήξεως του Βεζουβίου το 79 μ.Χ. εχάθησαν πολύτιμοι βιβλιοθήκαι του Ηρακλείου και ιδίως η διατηρουμένη εις την οικίαν του Καλπουρνίου Πείσωνος, αι οποίαι εμπεριείχον πολλά εκ των συγραμμάτων του Επικούρου και των μαθητών του, τα οποία διετηρούντο υπό των μαθητών του κύκλου της Νεαπόλεως. Το 1752 ανεκαλύφθησαν εις την οικίαν του Πείσωνος αποσπάσματα από τα έργα του Φιλοδήμου, διά των οποίων εμπλουτίζεται η γνώσις επί της επικουρείου διδασκαλίας.
  14. "Κενός εκείνου φιλοσόφου λόγος, υφ' ού μηδέν πάθος ανθρώπου θεραπεύεται, ώσπερ γαρ ιατρικής ουδέν όφελος μη τας νόσους των σωμάτων εκβαλλούσης, ούτως ουδέ φιλοσοφίας, ει μη το της ψυχής εκβάλλει πάθος" Πορφυρίου προς Μαρκέλλαν 31.
  15. " Επί μεν των άλλων επιτηδευμάτων μόλις τελειωθείσιν ο καρπός έρχεται, επί δε της φιλοσοφίας συντρέχει τη γνώσει το τερπνόν, ου γαρ μετά μάθησιν απόλαυσις, αλλά άμα μάθησις και απόλαυσις". Επικούρου προσφώνησις 27.
  16. "Η ψυχή σώμα εστίν λεπτομερές παρ' όλον το άθροισμα παρεσπαρμένον, προσεμφερέστατον δε πνεύματι θερμού τινά κρασί έχοντι και πη μεν τούτο προσεμφερές πη δε τούτω". Επικούρου Επιστολή προς Ηρόδοτον 63.
  17. Ο Αέτιος επ' αυτού αναφέρει: " Επίκουρος διμερή την ψυχήν, το μεν λογικόν έχουσαν εν τω θώρακι καθιδρυμένον, το δε άλογον καθ' όλην την σύγκρισιν του σώματος διεσπαρμένον". Αέτιος IV,4.6.
  18. Ο Σενέκας επ' αυτού αναφέρει: "Epicurus ait: Non accedet ad rem publicam sapiens, nisi si quvid intervenerit" ήτοι: "Ο σοφά σκεπτόμενος δεν εμπλέκεται εις την πολιτικήν, εκτός εάν συντρέχουν σοβαροί λόγοι".
  19. "Μαθέ βιώσας" Βλέπε Πλουτάρχου " Ει καλώς είρηται το λάθε βιώσας" 1128.
  20. Ο γενναίος περί σοφίαν και φιλίαν μάλιστα γίγνεται, ων το μεν θνητόν αγαθόν το δε αθάνατον. Επικούρου Προσφώνησις 78.
  21. "Πλουσιώτατον αυτάρκεια πάντων". Επικούρου απόσπασμα 70, Κλήμης ο Αλεξανδρεύς Στρωματείς VII 2. "Της αυταρκείας καρπός μέγιστος ελευθερία". Επικούρου Προσφώνησις 77.
  22. Πρβλ. προς το εν τη Καινή Διαθήκη "μακάριον εστί μάλλον διδόναι ή λαμβάνειν" Πράξεις 20,36.
  23. "Βλάβας εξ ανθρώπων ή διά μίσος ή διά φθόνον ή διά καταφρόνησιν γίνεσθαι, ων τον σοφόν λογισμώ περιγίγνεσθα"ι. Διογένης ο Λαέρτιος, Επίκουρος 117.
  24. Ut satis multo iam sit parere quietum quam regere imperio res velle et regna tenere. Lucretius De rerum natura 1129.
  25. Η χαρά ή η ηδονή, κατά τους επικουρείους φιλοσόφους, διαφέρει της ηδονής όπως αύτη προεβάλλετο υπό της Κυρηναϊκής σχολής. Κατά τους επικουρείους η χαρά, η οποία αποτελεί διαρκή κατάστασιν, απορρέει από την έλλειψιν ή την ορθήν αντιμετώπισιν του σωματικού άλγους και από την ψυχικήν ειρήνην. Κατά τους οπαδούς της κυρηναϊκής σχολής η χαρά έχει προσωρινότητα και απορρέει από την εκπλήρωσιν των επιταγών του σωματικής υποστάσεως του ανθρώπου.
  26. " Τούτων δε πάντων αρχή και το μέγιστον αγαθόν η φρόνησις, δι' ό και φιλοσοφίας τιμιώτερον υπάρχει φρόνησις, εξ ής αι λοιπαί πάσαι πεδύκασιν αρεταί, διδάσκουσα ως ουκ έστιν ηδέως ζην άνευ του φρονίμως και καλώς και δικαίως ουδέ φρονίμως και καλώς και δικαίως άνευ του ηδέως". Επικούρου Επιστολή προς Μενοικέα 132.
  27. " Συμπεφώκασιν αι αρεταί του ζην ηδέως και το ζην ηδέως τούτων εστίν αχώριστον" Επικούρου Επιστολή προς Μενοικέα 132.
  28. "Ουκ έστι ηδέως ζην άνευ φρονίμως και καλώς και δικαίως-ουδέ φρονίμως και καλώς και δικαίως- άνευ του ηδέως, ότε δε τούτο μη υπάρχει, ουκ έστιν τούτο ηδέως ζην". Επικούρου κυρία Δόξα 5.
  29. Nihil dulcius est,bene quam munita tenere edita doctrina sapientum templa serena. Lucretius De rerum natura 7-8.
  30. "Ο δίκαιος αταρακτότατος, ο δ' άδικος πλείστης ταραχής γέμων". Επικούρου κυρία Δόξα 17.
  31. "Το μακάριον και άφθαρτον ούτε αυτό πράγματα έχει ούτε άλλω παρέχει, ώστε ούτε οργαίς ούτε χάρισι συνέχεται, εν ασθενή γαρ παν το τοιούτον. Επικούρου κυρία Δόξα 1.
  32. Η επικούρειος θέσις έναντι του θείου εκτίθεται και υπό του Κικέρωνος εις το έργον αυτού De Natural Deorum. Κατ' ουσίαν ο Επίκουρος δεν αρνείται το θείον, αντιθέτως αποδεχόμενος αυτό προσπαθεί να του απόδοση πνευματικήν υποστασίων να το απαλλάξει από τον ανθρωπομορφισμόν και να απελευθερώση τον άνθρωπον από τας δεισιδαιμονίας, τας προλήψεις, τας μαντείας, τον φόβον, την εξάρτησιν εκ της τύχης, την μοιρολατρίαν και να υπογραμμήση την αξίαν του αληθούς σεβασμού και της ευλαβείας προς το Αληθές και Άριστον θείον..
  33. "Ο δε βίος μελλησμώ παραπόλλυται και είς έκαστος ημών ασχολούμενος αποθνήσκει". Επικούρου Προσφώνησις 14.
  34. "Ηδύ γίνεται το ζην όταν απή θανάτου φόβος". Διογένης Οινοανδέας, απόσπασμα 130.
  35. Αναφέρει σχετικώς ο Πλούταρχος: "Οθεν αυτοί μοι δοκεί, τούτων αισθόμενοι των ατοπημάτων εις την απονίαν και την ευστάθειαν υποφεύγειν της σαρκός, ως εν τω ταύτην επινοείν περί τινας εσομένην και γεγενημένην του ηδέως ζην όντως". Ότι ουκ ηδέως ζην εστίν κατ΄Επίκουρον 1089, D 5.
  36. Εις το Ταλμούδ αναφέρεται " Ο λαός του Ισραήλ, ως προεφήτευσεν ο Ησαϊας, θα κληρονομήση τον κόσμον. Οσοι είστε ενάρετοι θα ζήσετε εις την αιωνιότητα και θα κληρονομήσετε την γην. Δεν προκειται να κληρονομήσουν τον μέλλοντα κόσμον όσοι δεν πιστεύουν εις την ανάστασιν των νεκρών, όσοι αρνούνται ότι ο Νόμος (Τορά) είναι εξ ουρανού και οι Επικούρειοι".
  37. Εν μέσω των νεωτέρων υποστηρικτών της επικουρείου διδασκαλίας ήσαν ο P. Gassendi John Lock,o Isaac Newton και ο Thomas Jefferson.
  38. O Νέο-Πλατωνισμός είναι έννοια εισαχθείσα κυρίως κατά τον 19ον αιώνα, με σκοπόν να διακρίνη την Πλατωνικήν φιλοσοφίαν εις χρονικάς περιόδους και να επισημάνη την σταδιακήν διαφοροποίησιν αυτής. Ο Πλωτίνος εθεώρει εαυτόν ως γνήσιον Πλατωνικόν φιλόσοφον. Του Νέο-Πλατωνισμού προηγήθη ο μέσος Πλατωνισμός, ανθήσας από το 100 π.Χ έως το 200 μ.Χ, εις τα πλαίσια του οποίου ανεπτύχθη η φιλοσοφία του Φίλωνος του Αλεξανδρέως, ο οποίος προσεπάθησεν να εναρμονίση τον Ιουδαϊσμόν μετά της Πλατωνικής φιλοσοφίας.
  39. Η κυρία πηγή των γνώσεων μας επί του Πλωτίνου είναι το έργον του Πορφυρίου επί του βίου του Πλωτίνου. Ο Πλωτίνος εγεννήθη το 205, ενδεχομένως εις την Λυκόπολιν της Αιγύπτου. Οι γονείς του δεν αναφέρονται υπό του Πορφυρίου. Εις ηλικίαν 28 ετών μετέβη εις την Αλεξάνδρειαν διά να σπουδάση φιλοσοφίαν πλησίον του Αμμωνίου Σακκά. Ηκολούθησεν τον αυτοκράτορα Γορδιανόν τον ΙΙΙ, εις την εκστρατείαν του εις την Περσίαν (242-243) και μετά την ήτταν και την δολοφονίαν αυτού κατέφυγεν αρχικώς εις την Αντιόχειαν , εν συνεχεία δε εις την Ρώμην , ένθα έζησεν αυστηρόν και αξιοπρεπή βίον διδάσκων φιλοσοφίαν, προσελκύσας πληθώραν μαθητών, πολλοί εκ των οποίων προήρχοντο εκ της αρχούσης τάξεως της Ρώμης.Κατά τας διαλέξεις του αναφέρετο εις τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλην και εν συνεχεία εξέθετε τας ιδικάς του απόψεις. Ενεθάρρυνεν τα μέγιστα την συζήτησιν και προσεπάθη η διδασκαλία του να έχη πηγαιότητα και γνησιότητα και να απέχη της τυπικότητος και της επισημότητος. Ενεπνεύσθη την ίδρυσιν μίας ιδανικής πόλεως της Πλατωνοπόλεως εις την Καμπανίαν, της οποίας οι πολίται θα έζων επί τη βάσει των πλατωνικών αρχών. Κατά τα τελευταία έτη της ζωής του ο Πλωτίνος ενόσησεν εκ λοιμώδους νόσου η οποία ενδέχεται να ήτο η φυματίωσις ή η λέπρα. Απεσύρθη συνεπεία της ασθενείας του εις την Καμπανίαν, δεχόμενος κατά διαστήματα τας επισκέψεις του ιατρού του Ευστοχίου. Απεβίωσεν το 270 μ.Χ, εντός ενός έτους από της απομονώσεως του .
  40. Ο Πορφύριος αναφέρει συγκεκριμένως " Πλωτίνος ο καθ΄ ημάς γεγονός φιλόσοφος εώκει μεν αισχυνομένω, ότι εν σώματι είη, από δε της τοιαύτης διαθέσεως, ούτε περί του γένους αυτού διηγείσθαι ηνείχετο ούτε περί των γονέων ούτε περί της πατρίδος".
  41. Βλέπε Πλωτίνου Εννεάδες III 8. 1; V 1. 7, 9; V 3. 15, 33; VI 9. 5, 36.
  42. Βλέπε Πλωτίνου Εννεάδες V 4. 2, 27-33.
  43. Βλέπε Πλωτίνου Εννεάδες V 4. 1, 1-4; VI 7. 42, 21-23.
  44. "Ηδοναί και λύπαι τε και θάρρη επιθυμίαι τε και αποστροφαί και το αλγείν τινος αν είεν; Ή γαρ ψυχής,ή χρωμένης ψυχής σώματι,ή τρίτου τινος εξ αμφοίν, διχώς δε και τούτο., ή γαρ το μίγμα ή άλλο έτερον εκ του μίγματος. Ομοίως και τα εκ τούτων των παθημάτων γενόμενα και πραττόμενα και δοξαζόμενα". Εννεάς Ι,1,1-5
  45. Βλέπε Εννεάδα I 6. 7.
  46. "Ου γαρ αν πώποτε είδεν οφθαλμός ήλιον ηλιοειδής μη γενόμενος, ουδέ το καλόν αν ίδοι ψυχή μη καλή γενομένη" Εννεάς Ι,6.9,33-33.
  47. Aι θεωρίαι της ηθικής καθάρσεως και του φωτισμού συνέβαλον εις την διαμόρφωσιν της ηθικής και της μεταφυσικής πολλών θρησκευτικών τάσεων των ελληνιστικών χρόνων, αι οποίαι υπεγράμμιζον την ανάγκην της επί τα βελτίω ηθικής αλλοιώσεως του ανθρώπου διά να καταστή εφικτή η πνευματική ανοδική πορεία αυτού.
  48. Ο Ζήνων μετέβη εις τας Αθήνας εκ της Κύπρου το 310 π.Χ., εις ηλικίαν 22 ετών . Αρχικώς εγένετο μαθητής του κυνικού φιλοσόφου Κράτητος και παρηκολούθησεν εκ παραλλήλου διαλέξεις του Στίλπωνος του Μεγαρέως. Αργότερν προσπαθήσας να απαλλαγή από την κυνικήν φιλοσοφίαν ήρχισεν να περιφέρεται και να διδάσκει φιλοσοφίαν εις την Ποικίλην ή Πεισιανάκτιον Στοάν, η οποία ωνομάζετο ποικίλη, λόγω των έργων ζωγραφικής του Πολυγνώτου, διά των οποίων απεικονίζετο η μάχη του Μαραθώνος το 490 π.Χ, υπό των οποίων εκοσμείτο αύτη. Οι Αθηναίοι ετίμησαν πολύ τον Ζήνωνα, του ενεπιστεύθησαν τας κλείδας των τειχών, του προσέφερον χρυσούν στέφανον και κατεσκεύασαν χάλκινον άγαλμα . Ιδιαιτέρως τον ετίμα και ο Αντίγονος Γονατάς, οποίος οσάκις επεσκέπτετο τας Αθήνας παρηκολούθη τας διαλέξεις του. Παρέμεινεν μνημιώδης η λιτότης, η σεμνότης και η εγκράτεια του, με αποτέλεσμα να παραμένη επί μακρόν η έκφρασις "…και φιλοσόφου Ζήνωνος εγκρατέστερος". Απεβίωσεν εις ηλικίαν εβδομήκοντα δύο ετών, πίπτων εις το έδαφος και λέγων εις την γήν "Ερχομαι τι μ΄ αύεις". Ετάφη εις τον Κεραμεικόν τιμηθείς υπερμέτρως υπό των Αθηναίων. Ο Αντίπατρος ο Σιδώνιος έγραψεν χαρακτηριστικώς "Τήνος όδε Ζήνων Κιτίω φίλος, ός ποτ' Ολυμπον έδραμεν, ουκ Οσση Πήλιον ανθέμενος, ουδέ τα γ' Ηρακλήος αέθλεε, ταν δε ποτ' άστρα ατραπιτόν μούνος εύρε σοφροσύνας". Βλέπε .Διογένους Λαερτίου, Βιβλίον 7,6 και Lynch JP: Aristotle's School. California 1972, pp. 38-41.
  49. Κατά τον Σέξτον Εμπειρικόν η διάκρισις αύτη εγένετο υπό του Πλάτωνος,του Ξενοκράτους και των Περιπατητικών. Βλέπε Σέξτου Εμπειρικού "Προς μαθηματικούς" VII,16,19.
  50. Βλέπε Διογένους Λαερτίου 7,40.
  51. Ετεροι φιλόσοφοι εις την αυλήν του Πτολεμαίου κατά την περίοδον αυτήν ήσαν ο Δημήτριος ο Φαληρεύς, ο οποίος κατέφυγεν εις την Αλεξάνδρειαν ως πολιτικός φυγάς και ο Στράτων, ο οποίος υπήρξεν διδάσκαλος του Πτολεμαίου του Φιλαδέλφου.
  52. Stoicorum Veterum Fragmenta H.von Arnim 1.338, (Stuttgart 1903-1905).
  53. Την αρετήν διάθεσιν είναι ομολογουμένην και αυτήν δι' αυτήν είναι αρετήν, ου διά τινα φόβον ή ελπίδα ή τι των έξωθεν, εν αυτή τα΄είναι την ευδαιμονίαν, ατ΄ούση ψυχή πεποιημένη προς την ομολογίαν παντός του βίου.
  54. Βλέπε Διογένους Λαερτίου 7.92.
  55. Βλέπε Διογένους Λαερτίου 7.94.
  56. Βλέπε Διογένους Λαερτίου 7.87 και Stoicorum Veterum Fragmenta H.von Arnim 1.179, (Stuttgart 1903-1905) Rist 1977: 167 ff
  57. Αι ιδέαι του Ζήνωνος επί της Πολιτείας και της αρετής των πολιτών και των αρχόντων, εχρησιμοποιήθησαν ως ιδεολογικόν υπόβαθρον εις τον αγώνα εναντίον των Αντιγονιδών, ο οποίος παρέμεινεν γνωστός ως Κρεμονίδιος πόλεμος.
  58. Stoicorum Veterum Fragmenta H.von Arnim ΙΙ.528, (Stuttgart 1903-1905).
  59. Stoicorum Veterum Fragmenta H.von Arnim ΙΙ. 441, (Stuttgart 1903-1905). Η στωϊκή αύτη άποψις είναι η πρώτη διατύπωσις της σχέσεως η οποία υφίσταται μεταξύ ύλης και ενεργείας, την μαθηματικήν έκφρασιν της οποίας έδωσεν κατά τον εικοστόν αιώνα ο Α. Einstein.
  60. Ο Ποσειδώνιος εγεννήθη εις την Απάμειαν της Συρίας το 135 π.Χ, υπήρξεν μαθητής του Παναιτίου ή του στωϊκού Αντιπάτρου και εδίδαξεν φιλοσοφίαν εις την Ρόδον εις την οποίαν εγκατεστάθη, ιδρύσας σχολήν την οποίαν διετήρησεν μέχρι του θανάτου του το 51π.Χ. Υπό του Στράβωνος χαρακτηρίζεται ως πολυμαθέστατος (Edelstein-Kidd T48).Βλέπε επίσης την μελέτην Καραμπαζάκη-Περδίκη Ε: Ο Ποσειδώνιος και η Αρχαία Στοά Ιωάννινα 1998.
  61. Stoicorum Veterum Fragmenta H.von Arnim ΙΙ.1021, (Stuttgart 1903-1905).
  62. Ο Κλεάνθης Φανίου Ασσιος (331-232 π.Χ), υπήρξεν μαθητής του Ζήνωνος. Παρέμεινεν ούτος σταθερός επί των δογμάτων του διδασκάλου του. Εζησεν πτωχός, εργαζόμενος κατά την διάρκειαν της νυκτός, αρδεύων τους κήπους, αντλών ύδωρ εκ των φρεάτων (Φρεάντλης) και κατά την διάρκειαν της ημέρας εσπούδαζεν και ησκείτο εις την φιλοσοφίαν. Εκ των έργων του Κλεάνθους ιδιαιτέραν αξίαν διά τας επί του θείου απόψεις αυτού έχει ο Υμνος προς τον Δία. Βλέπε εκ παραλλήλου διά πληρεστέραν ανάλυσιν την μελέτην Δραγωνά-Μονάχου Μ: Ο ύμνος στον Δία και τα χρυσά Επη: Η ποιητική θεολογία του Κλεάνθη και η Ορφική-Πυθαγορική Παράδοση. Φιλοσοφία 1971: 339-376. Ο Κλεάνθης ως προς την κοσμογονικήν αντίληψιν προσεγγίζει προς τον Ηράκλειτον, δεδομένου ότι δέχεται ότι το πυρ (η έννοια της ενεργείας) είναι η κυρίαρχος δύναμις, η οποία διέπει τας κοσμικάς διεργασίας.
  63. Ο Χρύσιππος Απολλωνίου, Σολεύς ή Ταρσεύς ήτο μαθητής του Κλεάνθους, διακρινόμενος διά την ευφυίαν , την εργατικότητα του και την σταθερότητα των ιδεών του. Ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει ότι εάν δεν υπήρχεν ο Χρύσιππος δεν θα υπήρχεν και η στοά (ει μη γαρ ήν Χρύσιππος, ουκ αν ήν στοά).Απέθανεν εις ηλικίαν εβδομήκοντα τριών ετών, κατά την εκατοστή τεσσαρακοστήν τρίτην Ολυμπιάδα (208-204 πΧ). Το έργον του, το οποίον, ως αναφέρεται υπό του Διογένους του Λαερτίου ήτο πλουσιώτατον δεν διεσώθη παρά μόνον υπό μορφήν αποσπασμάτων, αναφερομένων υπό των Κικέρωνος, Πλουτάρχου, Σενέκα και Aulus Gellius.
  64. Stoicorum Veterum Fragmenta ΙΙΙ, 293,ΙΙ,131. H.von Arnim (Stuttgart 1903-1905).
  65. ...και το ηγεμονικόν εν ταυτώ φαντασίαν, συγκατάθεσιν, ορμήν, λόγον συνείληφεν. Stoicorum Veterum Fragmenta ΙΙ, 826. H.von Arnim (Stuttgart 1903-1905).
  66. Stoicorum Veterum Fragmenta ΙΙ, 823. H.von Arnim (Stuttgart 1903-1905).
  67. Οι στωϊκοί διακρίνουν τέσσαρα κατ' ουσίαν είδη παθών ήτοι την επιθυμίαν, τον φόβον, την λύπην και την ηδονήν. Ο Στοβαίος αναφέρει ότι κατά τους στωίκούς η επιθυμία και ο φόβος προηγούνται της ηδονής και της λύπης. Stoicorum Veterum Fragmenta ΙΙΙ, 394. Τα είδη της επιθυμίας, η οποία ευρύτερον αποτελεί το μείζον των παθών είναι η οργή, ο θυμός, ο χόλος, η πικρία, η μήνις, ο κότος, ο έρως, ο ίμερος, ο πόθος, η δυσμένεια, η δύσνοια, η αψικαρία, η ριψοφθαλμία, η σπάνις, η τραχύτης, η έρις, η προσπάθεια, η φιληδονία, η φιλοχρηματία, η φιλοτιμία, η φιλοζωϊα, η φιλοσωματία, η γαστριμαργία, η οινοφλυγία και έτεραι. Stoicorum Veterum Fragmenta ΙΙΙ, 397 H.von Arnim (Stuttgart 1903-1905).
  68. Αναλόγους αντιλήψεις εκφράζει και ο Γαληνός εις το "Περί των της ψυχής παθών" έργον αυτού.Galenus Scripta Minora,editerunt Marquard, Muller Helmreich, Teuber.Lipsiae 1886,v.1.
  69. Βλέπε Επικτήτου: " ου γαρ θάνατος ή πόνος φοβερόν, αλλά το φοβείσθαι πόνου ή θανάτου". Εις: Epicteti Dissertationes ab Arriani digestae 4,13. H.Schenkl, Stutgardiae aed.Teubneri 1965 .
  70. "Επί πάσιν δε τον θάνατον ιλέω τη γνώμη περιμένοντα ως ουδέν άλλο ή λύσιν των στοιχείων, εξ ών έκαστον ζώον συγκρίνεται" Μάρκου Αυρηλίου. "Τα εις εαυτόν" Β,17.
  71. Βλέπε σχετικώς συν τοις άλλοις και την μελέτην Μπαλoγιάvvης Σ.I: "H αυτoκτovία και o θάvατoς κατά τoυς Στωϊκoύς φιλoσόφoυς" Πρoσφoρά Παvτελεήμovι Β', Θεσσαλovίκη 1990, σελ. 380-391.
  72. Μάρκου Αυρηλίου "Τα εις εαυτόν" Β,17. Το έργον τούτο συνέγραψεν εις δώδεκα επί μέρους βιβλία ο Μάρκος Αυρήλιος Αντωνίνος κατά την διάρκειαν του πολέμου εναντίων των Πάρθων. Ούτος υπήρξεν κατά κύριον λόγον φιλόσοφος και κατά δεύτερον λόγον Αυτοκράτωρ. Δυστυχώς παρά την συνεχή προσπάθειαν του να καλλιεργήση τας αρετάς, δεν κατενόησεν την αλήθειαν του Χριστιανισμού και επί της εποχής του επραγματοποιήθησαν διωγμοί εις πολλάς περιοχάς της Αυτοκρατορίας και ιδίως εις την περιοχήν της Λυόνος της Νοτίου Γαλατίας, κατά τους οποίους εμαρτύρησεν ,συν τοις άλλοις, η Αγία Γλανδίνη μετά των συντρόφων της (177 μ.Χ).
  73. Η έννοια του λόγου εις τους στωϊκούς προσεγγίζει την άποψιν του Ηρακλείτου περί του Λόγου, ο οποίος αρμονικώς διέπει το σύμπαν, τον οποίον όμως οι άνθρωποι είναι δυσχερές να κατανοήσουν. Diels Η, Kranz W, Die Fragmente der Vorsokratiker,Berlin: Weidmannsche Verlags-buchhandlung,1951. και Kirk GS: Natural changes in Heraclitus.Mind 1951; 60:35-42.
  74. Stoicorum Veterum Fragmenta H.von Arnim ΙΙΙ.567, (Stuttgart 1903-1905).
  75. Εις την Ρώμην η στωϊκή διδασκαλία εισήχθη κυρίως υπό του Παναιτίου (185-109 π.Χ), ο οποίος υπήρξεν προσωπικός φίλος του νικητού της Καρχηδόνος Σκιπίωνος Αιμιλιανού, ο οποίος εχαρακτηρίζετο διά τον φιλελληνισμόν του, διαμορφώσας πέριξ αυτού κύκλον ελληνιστών, τον καλούμενον σκιπιονικόν κύκλον. Εκ των πρώτων στωϊκών εις την Ρώμην ήτο επίσης ο Cato Uticensis, o οποίος έζησεν και απέθανεν εμφορούμενος από τας αρχάς της στωϊκής διδασκαλίας. Κατά τα δυσχερή από κοινωνικής και ηθικής απόψεως έτη, τα οποία ηκολούθησαν από του θανάτου του Αυγούστου έως της δολοφονίας του Δομετιανού, η στωϊκή διδασκαλία ήκμασεν και διεδόθη εν εκτάσει, αποτελούσα παρηγορίαν και αντιστάθμισμα εις την υπό των αυτοκρατόρων καταβαράθρωσιν των ηθικών αξιών. Οι Seneca, Helvidius Priscus, Cornutus, Musonius Rufus και οι ποιηταί Persius και Juvenalis απετέλουν εκφραστάς της στωϊκής διδασκαλίας . Οι πλέον επιφανείς των στωϊκών εις την Ρώμην υπήρξαν ο Επίκτητος, τας διατριβάς και το Εγχειρίδιον του οποίου έγραψεν και διεφύλαξεν ούτω μέχρις ημών ο Αρριανός, και ο Αυτοκράτωρ Μάρκος Αυρήλιος Αντωνίνος (121-160 μ.Χ), ο οποίος συνέγραψεν εις την Ελληνικήν γλώσσαν τους στοχασμούς του εις Εαυτόν.
  76. Αι απόψεις αύται του Ηροφίλου αντικατοπτρίζουν την επίδρασιν αυτού από τον Αριστογένην τον Ταραντινόν, μαθητήν του Αριστοτέλους και αργότερον φιλόσοφον της περιπατητικής σχολής, ο οποίος ησχολήθη εν εκτάσει μετά της θεωρίας της μουσικής και της αρμονίας των ήχων.
  77. Η περιγραφή του κοιλιακού συστήματος του εγκεφάλου υπό του Ηροφίλου ήτο ακριβεστέρα από την γενομένην πολλά έτη αργότερον υπό του Leonardo da Vinci. Bλέπε σχετικώς συν τοις άλλοις Μπαλoγιάvvης ΣI: Ο εγκέφαλος υπό την γραφίδα του Leonardo da Vinci. Θεσσαλovίκη, Εκδόσεις Π. Πoυρvάρα 2001.
  78. Βλέπε σχετικώς και την μελέτην Μπαλoγιάvvης Σ.I: Ο εγκέφαλος του Ανθρώπου υπό την λαβίδα του Ανδρέα Βεζάλιους Θεσσαλovίκη 1995
  79. Ο Ερασίστρατος ήτο υιός του Κλεομβρότου και της Κρητοξένης. Ο πατήρ του ήτο ιατρός και η μήτηρ του αδελφή του Μηδίου, ο οποίος ήτο ιατρός. Ο αδελφός του Κλεόφαντος ήτο επίσης ιατρός . Ο Ερασίστρατος μετά την ολοκλήρωσιν των σπουδών του ηργάσθη ως ιατρός εις την αυλήν του Σελεύκου του Α' του Νικάτωρος εις την Αντιόχειαν περί το 293 π.Χ. Εις προκεχωρημένην ηλικίαν μετέβη εις την Αλεξάνδρειαν και ήσκησεν την Ιατρικήν, συνδυάσας την κλινικήν εφαρμογήν μετά της ερεύνης, διαμορφώσας εργαστήρια βασικής ερεύνης του Νευρικού συστήματος εις το Μουσείον της Αλεξανδρείας. Εκ του ευρυτάτου έργου αυτού μόνον αποσπάσματα σώζονται. ΄Εν εκ των χειρογράφων αυτού ευρίσκεται εις την βιβλιοθήκην της Ιατρικής Ακαδημίας της Φιλαδελφίας των ΗΠΑ.
  80. Ο Αναξαγόρας επίστευεν ότι υφίσταται άρρηκτος ανατομική και λειτουργική σύνδεσις μεταξύ του εγκεφάλου, του νωτιαίου μυελού και των περιφερικών νεύρων. Προσεπάθη ούτος να αναζητήση την λειτουργικήν σημασίαν εκάστης ανατομικής δομής και να ανεύρη τας παθολογικάς εκφράσεις της ανατομικής βλάβης αυτής.
  81. Βλέπε σχετικώς συν τοις άλλοις και το πόνημα Μπαλογιάννης ΣΙ: Από τον Vesalius εις τον Santiago Ramon y Cajal.Θεσσαλονίκη 2000.
  82. Πολλαί θεωρίαι προσεπάθησαν κατά καιρούς να ερμηνεύσουν το φαινόμενον της ψυχοσωματικής ενότητος του ανθρώπου και να ανεύρουν τας οδούς επικοινωνίας της ψυχής μετά του σώματος. Ούτως ο Πυθαγόρας ο Σάμιος επίστευεν ότι το κέντρον της συνειδητής ζωής και των συναισθηματικών αντιδράσεων του ανθρώπου δεν είναι η καρδία, ως επρέσβευον οι προγενέστεροι, αλλά ο εγκέφαλος. Ο Πλάτων επίστευεν επίσης ότι η ζωτική αρχή ήτο εις τον εγκέφαλον και ότι η ζωτική δύναμις εφέρετο εις το σώμα και εξεφράζετο εις αυτό διά μέσου του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού. Ο Στράτων εθεώρει ότι η ζωτική αρχή ευρίσκετο εις το πρόσθιον τμήμα του εγκεφάλου, άνωθεν των οφθαλμικών κόγχων. Ο Ιπποκράτης, έθετε τον εγκέφαλον ως έδραν της συνειδήσεως και της ψυχής. Ο Γαληνός επίστευεν σαφώς, ότι η ψυχή εδράζει εις την τετάρτην κοιλίαν του εγκεφάλου του ανθρώπου. Ο Ιππόλυτος τον τρίτον μ.Χ αιώνα ισχυρίζετο ότι αι λεπταί μήνιγγες κινούνται υπό του πνεύματος, το οποίον κατευθύνεται προς το κωνάριον και δι' αυτού προς την παρεγκεφαλίδα και τον νωτιαίον μυελόν, καθισταμένης ούτω εφικτής της βουλητικής κινητικότητος. Ο Άγιος Αυγουστίνος εθεώρει ότι υ ψυχή είχεν ως έδραν την τρίτην κοιλίαν του εγκεφάλου. Οι Αραβες φιλόσοφοι εθεώρουν ότι η ψυχή και το κέντρον της συνειδητής ζωής εδράζει εις το κοιλιακόν σύστημα του εγκεφάλου. Ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος προέβαλεν την άποψιν ότι η ψυχή, εξορμουμένη εκ του κοιλιακού συστήματος του εγκεφάλου διαχέεται εις όλον το σώμα και ζωοποιεί αυτό,
  83. Ο Αντίοχος διεκατείχετο υπό ισχυράς συναισθηματικής διακινήσεως, συνεπεία της οποίας ηρνείτο την λήψιν τροφής, ενεφάνιζεν δε σταδιακώς αυξανομένην ελάττωσιν της ισχύος, είχεν σταδιακήν απώλειαν βάρους και πλήρη αναστολήν της κοινωνικής λειτουργικότητος, εις σημείον ώστε να εκλαμβάνεται ως βαρέως πάσχων, ευρισκόμενος ενδεχομένως εις προθανάτιον στάδιον. Ο Ερασίστρατος κληθείς υπό του Σελεύκου να αποφανθή επί της υγείας του υιού του, αντελήφθη τον ψυχοσωματικόν χαρακτήρα της νόσου του, μελετών τον σφυγμόν αυτού και τας συναισθηματικάς αντιδράσεις του τας εκπεφρασμένας διά της μεταβολής του καρδιακού ρυθμού, της εφιδρώσεως, της υπεραιμίας του προσώπου και της μεταβολής του τόνου της φωνής αυτού. Συζητήσας την περίπτωσιν του Αντιόχου μετά του πατρός του κατωρθωσεν να επιλύση καταλλήλως το συναισθηματικόν πρόβλημα αυτού, γεγονός το οποίον συνέβαλεν εις την πλήρη ανάκτησιν της υγείας του.
  84. "Εκαστον μη φυσιολογικόν αίσθημα επί του σώματος καλείται σύμπτωμα. Η επιδείνωσις του συμπτώματος και η συνύπαρξις πολλών συγχρόνως συμπτωμάτων καλείται σύνδρομον. Νόσος είναι μία μη φυσιολογική κατάστασις του ανθρωπίνου σώματος, η οποία προκαλεί διαταραχήν πολλών λειτουργιών" Βλέπε σχετικώς: Kuehn vol.7, pp.50, 135, vol. 10, pp. 71 ff.
  85. De locis affectis Kuehn vol. 8, pp. 22
  86. Η πλέον ουσιαστική πηγή των απόψεων του Γαληνού επί των νευρολογικών παθήσεων είναι τα κεφάλαια της διατριβής αυτού, η οποία υπό την λατινικήν μετάφρασιν αυτής φέρεται ως De locis affectis. Kuehn vol. 8, pp.1-452.
  87. Το εν λόγω σύνδρομον της ημιδιατομής του νωτιαίου μυελού περιεγράφη πολλούς αιώνας αργότερον το 1849 υπό του Brown-Sequard και φέρει έως σήμερον το όνομα αυτού..Βλέπε εκ παραλλήλου και το έργον του Souques A: Etapes de la neurologie dans antiquite Greque. Masson Paris 1936.
  88. Βλέπε Kuehn vol. 8, pp. 209 ff.
  89. Βλέπε Galen vol. 7, p. 111.
  90. Τον χιασμόν των πυραμιδικών ινών περιέγραψεν διά πρώτην φοράν ο Αρεταίος ο Καππαδόκης έγραψεν επ' αυτού ούτος χαρακτηριστικώς " Η αιτία της χιαστής παραλύσεως του κορμού και των άκρων είναι η αλλαγή της θέσεως και ο χιασμός μεταξύ των νευρικών ινών, καθ' όσον αύται δεν φέρονται κατά μήκος της ιδίας πλευράς από την εκπόρευσιν έως της καταλήξεως των, αλλά εκάστη εξ αυτών φέρεται εις την ετέραν πλευράν, την αντίστοιχον της επορεύσεως της, διασταυρουμένη μετά της αναλόγου αντιστοίχου ινός υπό την μορφήν του γράμματος X'. Βλέπε σχετικώς Areteus Cappadocius: The extant works. Ed and transl. by Francis Adams, The Sydenham Society, London 1846, pp.63, 306.
  91. Είναι άξιον μνείας ότι το 500 π.Χ ο Αλκμαίων ο Κρωτωνιάτης κατόπιν ανατομικών παρατηρήσεων επί των ζώων, περιέγραψεν το οπτικόν νεύρον μετά του χιάσματος και υπεγράμμισεν, ότι διά του χιάσματος το ζώον έχει ισότιμον αμφοτερόπλευρον οπτικήν αντίληψιν. Ούτος περιέγραψεν επίσης τρείς τύπους περιφερικών νεύρων, ήτοι των κινητικών, των αισθητικών και των μεικτών. Κατά τον Αλκμαίονα ο εγκέφαλος αποτελεί την έδραν της ψυχής και το κέντρον όλων των συναισθημάτων του ανθρώπου. Εκ παραλλήλου η συμπεριφορά προς εαυτόν και η κοινωνική συμπεριφορά του ατόμου καθορίζεται εκ των λειτουργιών του εγκεφάλου και εκ της συναισθηματικής καταστάσεως του ατόμου.
  92. "Οι ιατροί δεν γνωρίζουν ότι υφίσταται μία ειδική ρίζα εκ της οποίας εκφύεται το σκέλος του νεύρου , το οποίον κατανέμεται εις όλην την χείρα και εκ του οποίου άρχεται όλη η αποδοχή της αισθητικότητος, ενώ εκ παραλλήλου υπάρχει ετέρα ρίζα, διά της οποίας εκφύεται το σκέλος του νεύρου, το οποίον νευροί τους μύες και προκαλεί την κίνησιν" Galen Vol. 8, p. 213. Αι κινητικαί και αι αισθητικαί ρίζαι των νεύρων περιεγράφησαν πολλούς αιώνας αργότερον υπό των Bell το 1811 και Magendie το 1822, η δε σχέσις των προσθίων ριζών μετά της κινητικότητος και των οπισθίων μετά της αισθητικότητος αποτελεί τον νόμον των Bell-Magendie.
  93. Εις τον πέμπτον αιώνα π.Χ ο Ιπποκράτης διετύπωσεν την άποψιν ότι η επιληψία δεν αποτελεί ιεράν νόσον , ως επιστεύετο υπό των προγενεστέρων ιατρών, αλλά αύτη ήτο νόσος του εγκεφάλου, η οποία εκ παραλλήλου συγχρόνως προς τους σπασμούς προκαλεί και εμφανείς διαταραχάς της προσωπικότητος του πάσχοντος ατόμου, αι οποίαι έχουν σαφή επίδρασιν επί της συμπεριφοράς αυτού . Ο Ιπποκράτης περιέγραψεν τρείς τύπους επιληπτικών κρίσεων, ήτοι τας γενικευμένας, τας ετεροπλεύρους και τας εστιακάς δίδων επί πλέον μεγάλην βαρύτητα εις την αύραν, η οποία προηγείται εις πολλάς εκ των κρίσεων. Εις την περίπτωσιν των ετεροπλεύρων κρίσεων, αι οποίαι είναι απότοκοι κρανιοεγκεφαλικών κακώσεων, διεπίστωσεν ότι αι βλάβαι αι οποίαι επήλθον εις τον εγκέφαλον ευρίσκονται εις το αντίστοιχον ως προς τα επιληπτικά φαινόμενα ημισφαίριον, υπογραμμίζων χαρακτηριστικώς ότι κατά το πλείστον οι σπασμοί καταλαμβάνουν την αντίστοιχον πλευράν του σώματος, ούτως ώστε όταν το τραύμα ευρίσκεται εις την αριστεράν πλευράν τουεγκεφάλου οι σπασμοί καταλαμβάνουν την δεξιάν πλευράν του σώματος. Βλέπε σχετικώς Ιπποκράτης Περί ιερής νούσου XV, 1-8.
  94. Βλέπε Kuehn vol. 18a, pp. 279.
  95. Βλέπε Γαληνού Vol.8, p.340.Ο Γαληνός επίστευεν ότι η αύρα απορρέει από ερεθισμόν του καρδιακού στομίου του στομάχου και ότι ο ερεθισμός του στομάχου δύναται να οδηγήση τον εγκέφαλον εις την έκλυσιν επιληπτικών φαινομένων. Πολλά έτη αργότερον ο Αλέξανδρος ο Τραλλεύς (525-605), υπό την επήρειαν των γαληνικών απόψεων επρέσβευεν ότι η επιληψία άρχεται εκ του στομάχου, καθ΄όσον το αίσθημα της ανησυχίας και της δυσανεξίας άρχεται εκ του στομάχου και προηγείται των επιληπτικών σπασμών.
  96. Ο Αλέξανδρος ο Τραλλεύς υπεγράμμιζεν ότι ο οίνος επιδεινώνει την κατάστασιν του πάσχοντος εξεπιληψίας.
  97. Ο ελλέβορος (Veratrum album και veratrum niger) εχρησιμοποιείτο υπό αμφοτέρας τας μορφάς, ως ηρεμιστικός παράγων τόσον κατά την αρχαιότητα όσον και κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους. Πολλάκις οι ιατροί εχρησιμοποίουν αυτόν και ως εμετικόν και υπακτικόν παράγοντα.
  98. Βλέπε Γαληνού Vol. 15, pp. 608 ff. Ο Αριστοτέλης εκάλει λιποψυχίαν την κατά τον Γαληνόν λιποθυμίαν, αποδίδων αυτήν εις διαταραχάς της αιματώσεως του εγκεφάλου, είτε λόγω καρδιολογικής παθήσεως είτε λόγω αλλοιώσεως των καρωτίδων. Βλέπε Αριστοτέλους "Περί ύπνου και εγρηγόρσεως" 456b.
  99. Βλέπε Γαληνού Vol. 8, p. 166.
  100. Η καρωτίς έλαβεν το όνομα αυτής εκ του κάρου, καθ' όσον αμφοτερόπλευρος πίεσις επί των καρωτίδων προκαλεί κατάργησιν των νοητικών λειτουργιών και απώλειαν της συνειδήσεως.
  101. Βλέπε Γαληνού Vol. 8, p. 128
  102. Βλέπε Γαληνού Vol. 8, p. 163. Το άγρυπνον κώμα, καλούμενον coma vigilante υπό των Λατίνων συγγραφέων παρατηρείται εις καταστάσεις κατά τας οποίας με εξαίρεσιν το σύνδρομον εγκλεισμού οι ασθενείς οδηγούνται εις χρονίαν φυτικήν κατάστασιν.
  103. Ο Riverius (1589-1655) εχαρακτήριζεν την κατάληψιν ως σπανιοτάτην πάθησιν χρήζουσα νοσοκομειακής αντιμερωπίσεως (rarissimus affectus et administratione dignissimus). Riverius: Opera medica universa. De Tournres. Geneva 1737.
  104. Βλέπε Γαληνού vol 16, p. 684.
  105. Βλέπε Γαληνού Vol.12, p. 591
  106. Bλέπε Γαληνού (Kuehn) vol.17b, pp. 753-755.
  107. Meniere Prosper (1799-1862). Γάλλος ιατρός, ο οποίος περιέγραψεν την ομώνυμον νόσον.
  108. Ο Παρμενίδης ο Ελεάτης (475 π.Χ) έλεγεν ότι ο εγκέφαλος είναι το κέντρον της μνήμης, η οποία εντοπίζεται εις το μέσον αυτού πλησίον της κάτω επιφανείας αυτού. Ο Αριστοτέλης επίστευεν ότι η μνήμη είναι η διατήρησις των αισθήσεων, των αισθητηριακών εμπειριών και των νοητικών διεργασιών, μετά την αποδρομήν της αμέσου αισθητικοαισθητηριακής επειρίας. Αριστοτέλης " Περί ψυχής" 425 b 25.
  109. Βλέπε Γαληνού Vol. 7, p. 60.
  110. Συσχέτισεν την άποψιν ταύτην προς την άνοιαν των πυγμάχων.
  111. Βλέπε Γαληνού Vol. 11, p. 767.
  112. Ο Ιπποκράτης περιέγραψεν επίσης την μανίαν ως οξείαν ψυχιατρικήν διαταραχήν , χαρακτηριζομένην κυρίως υπό διεγέρσεως, εξάρσεως του θυμικού και επιθετικότηος. Διεπίστωσεν ότι η μανία παρατηρείται συνότερον το φθινόπωρον και ότι ενίοτε συνοδεύεται και υπό σωματικών αιτιάσεων.
  113. Η άνοια επί μελαγχολίας εις την σύγχρονον Νευρολογίαν και Ψυχιατρικήν χαρακτηρίζεται ως ψευδοάνοια και δέον όπως εισέλθη, κατά την γεροντικήν ηλικίαν, εις την διαφορικήν διάγνωσιν της οργανικής ανοίας και ιδίως της νόσου του Alzheimer και της αγγειακής ανοίας.
  114. Βλέπε Γαληνού (Kuehn) vol. 7, p. 135.
  115. Βλέπε Γαληνού Kuehn vol. 4, p. 797. Ο Πλάτων εκ παραλλήλου έλεγεν ότι το πρόσωπον εκφράζει την κατάστασιν του νου και του πνεύματος. Επί τραυματικών καταστάσεων της ψυχής τούτο αλλοιούται, επανερχόμενον εις την προτέραν αρμονίαν μετά από άσκησιν αυτό ελέγχου και αυτό αναλύσεως.
  116. Ο Διοσκουρίδης ήτο ιατρός εις την Ρώμην κατά την διάρκειαν του πρώτου μετά Χριστόν αιώνος Συνέγραψεν εγχειρίδιον "Περί ύλης ιατρικής", εις το οποίον περιέγραφεν τα φαρμακευτικά φυτά, τα οποία εχρησιμοποιούντο εις την θεραπευτικήν των νόσων υπό των Ελλήνων ιατρών των Ελληνιστικών χρόνων . Το εν λόγω έργον περιλαμβάνει περί τα εξακόσια φαρμακευτικά φυτά, χρησιμοποιούμενα εις την θεραπευτικήν διαφόρων παθήσεων.
  117. Βλέπε Γαληνού (Kuehn) vol. 5, pp.1-57
  118. Βλέπε Γαληνού (Kuehn) vol. 5, p. 24


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Areteus Cappadocius: The extant works. Ed and transl. by Francis Adams, the Sydenham Society, London 1846

Aristotle: De anima. Greek text and English transl. by WS Hat. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1957.

Aristotle: Movement of animals. Greek text and English transl. by ES Foster. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1955.

Aristotle: Nichomacian ethics. Greek text and English transl. by H.Rackham. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1953.

Aristotle: Physiognomics; in Minor works. Greek text and English transl. by WS Hett. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1957.

Baloyannis SJ: St.Eustathius of Thessaloniki and the medicine of his times Annals of the School of Medicine. Aristotelian University Press, 1991.

Baloyannis SJ: The psychotherapy in the antiquity. Annals of the School of Theology. Aristotelian University Press 1992, pp. 432-438.

Baloyannis SJ: Avicenna: The mysticism of the Greek medicine in the Arabian World. Encephalos 1997; 34:11-29.

Baloyannis SJ: Heracletus of Ephesos, from the profundity of the melancholy to the harmony of the Word. Encephalos 2001; 38: 5-27.

Baloyannis SJ: The Neurosciences in the Greek World In KK.Sinha and DK.Jha (Eds) Some aspects of history of Neurosciences. Catholic Press, Ranchi 2003, pp.97-117.

Blumenthal, H.J: Plotinus' Psychology. The Hague, 1971.

Diehls H: Die Fragmente der Vorsokratiker; 6th ed. by W. Kranz 3 vols. Weidmann. Berlin 1951/1952.

Δραγωνά-Μονάχου Μ: Ο ύμνος στον Δία και τα χρυσά Επη: Η ποιητική θεολογία του Κλεάνθη και η Ορφική-Πυθαγορική Παράδοση. Φιλοσοφία 1971:339-376.

Duckworth WLH: Galen on anatomical procedures; the later books. Cambridge University press 1962.

Dufour R: Plotinus. A Bibliography 1950-2000. Leiden, 2002.

Emilsson, E: Plotinus on Sense-Perception. Cambridge, 1988.

Επικτήτoυ:Εγχειρίδιαov Εις .Epicteti Dissertations ab Arriani digestae H.Schenkl, Stutgardiae aed. Teubneri 1965

Erskine A: The Hellenistic stoa. Cornell University Press, Ithaca, New York 1990.

Farquharson A.S.L (ed.): The Meditations of the Emperor Marcus Antoninus, 2 vol. 1944.

Farquharson A.S.: Marcus Aurelius: His Life and His World, ed. by D.A. Rees 1951.

Ferrington B: The faith of Epicurus.Weidenfeld and Nicolson, London 1967.

Fraser PM: Ptolemaic Alexandria Oxford University Press 1972.

Galen: Opera Omnia. Volums 22. Edited by DCG Kuhen. Gnobloch, Leipzig 1821-1833.

Galen: On the natural faculty's English transl. by AJ Brock. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1963.

Galenus Scripta Minora, editerunt Marquard, Muller Helmreich, Teuber. Lipsiae 1886.

Heracletus: On the universe. English transl. by WHS Jones. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1967.

Hippocrates: Oeuvre completes; traduction nouvelle avec le text grec by E.Littre. 10 vols Bailliere, Paris 1839-1891.

Hippocrates: English transl. by WHS Jones in 4 vols. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1923.

Ilberg G: Das neurologisch-psychiatrische Wissen und Konmen des Aretaus von Kappadokien. Ztschr. f d ges Neurol. 1923; 86: 227.

J. Paul Getty Museum: Alexandria and Alexandrism. J. Paul Getty Museum, Malibu, California 1996.

Καραμπαζάκη-Περδίκη Ε: Ο Ποσειδώνιος και η Αρχαία Στοά. Ιωάννινα 1998.

Kirk GS: Natural changes in Heraclitus.Mind 1951; 60:35-42.

Kirk G.S, Raven J.E, and Schofield M: Τhe Presocratic Philosophers: A critical History with a selection of texts. Second Edition, Cambridge University press 1995

Κλεάvθης:Υμvoς εις τov Δία Εις Stobaeus I, 537 Stoicorum Veterum Fragmenta H. von Arnim, Stuttgart 1903-1905.

Lynch JP: Aristotle's School. California 1972

Miller T: The birth of the Hospital in the Byzantine Empire. John Hopkins University Press. Baltimore and London 1997.

Morris J: "The Dating of the Column of Marcus Aurelius," in Journal of the Warburg and Courtauld Institutes, 15:33-47, 1952.

Μπαλoγιάvvης Σ.I. Η Ψυχoθεραπεία κατά τηv αρχαιότητα. Τόμoς I. Καλoγήρoυ. Θεσσαλovίκη 1990, σελ. 7-13.

Μπαλoγιάvvης Σ.I. H αυτoκτovία και o θάvατoς κατά τoυς Στωϊκoύς φιλoσόφoυς. Πρoσφoρά Παvτελεήμov Β', Θεσσαλovίκη 1990, σελ. 380-391.

Μπαλoγιάvvης Σ.I. Ο εγκέφαλος του Ανθρώπου υπό την λαβίδα του Ανδρέα Βεζάλιους Θεσσαλovίκη 1995.

Μπαλογιάννης Σ.Ι. Από τον Vesalius εις τον Santiago Ramon y Cajal. Θεσσαλονίκη 2000.

Μπαλoγιάvvης Σ.I. Ηράκλειτoς o Εφέσιoς, o πρόδρoμoς της υπαρξιακής φιλoσoφίας Γρηγόριoς Παλαμάς 2000; 83:291-336.

Μπαλoγιάvvης Σ.I. Ο εγκέφαλος υπό την γραφίδα του Leonardo da Vinci. Θεσσαλoνίκη, Εκδόσεις Π. Πoυρvάρα 2001.

O'Meara, Dominic: Plotinus. An Introduction to the Enneads. Oxford,1993.

Paulus of Aegina: The seven books of Paulus of Aegina. English tranl. by Francis Adams The Sydenham Society, London 1844-1847.

Plato: Timaeus English transl. by R.G.Bury. London W. Heinemann, Cambridge MA Harvard University Press, 1961.

Πλωτίvoυ Εργα: Tomus II, Enneades IV-V Edit.Paul Henry et Hans-Rudolf Schwyzer, Oxonii 1977

Riverius: Opera medica universa. De Tournres. Geneva 1737.

Siegel R: Galen on Psychology, Psychopathology, and function and disease of the nervous system. S. Karger, Basel 1973.

Souques A: Etapes de la neurologie dans antiquite Greque. Masson Paris 1936

Stanton G.R: "Marcus Aurelius, Emperor and Philosopher," Historia, 18:570-587, 1969.

von Arnim H: Stoicorum Veterum Fragmenta. Stuttgart 1903

Zilboorg G: A history of medical psychology. Norton, New York 1941