Η Νευρολογία όπως εκφράζεται εις την Ζωγραφικήν
Σ.Ι. ΜΠΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
Καθηγητής Νευρολογίας Α.Π.Θ.
Περίληψις
Η τέχνη, αποτελεί έν ιδανικόν κάτοπτρον των διεργασιών του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων, καθισταμένη η πλέον σαφής και διαυγής έκφρασις του νευροψυχολογικού περιγράμματος, των αισθητικών επιλογών και της εμπειρίας του καλλιτέχνου. Πολυάριθμα νευρολογικά νοσήματα αποκαλύπτονται εις τον χώρον της ζωγραφικής υπό ζωγράφων, οι οποίοι είτε οι ίδιοι έπασχον εξ αυτών ή αντελήφθησαν αυτά επί των πασχόντων και ευαισθητοποιηθέντες υπό του ανθρωπίνου πόνου προσεπάθησαν να εκφράσουν αυτά διά του χρωστήρος των. Είναι γεγονός ότι παθήσεις, αι οποίαι είναι δυνατόν να εκδηλωθούν αργότερον, διά αδρών φαινομενολογικών στοιχείων και κλινικών καταστάσεων, εκφράζονται πολλά έτη ενωρίτερον διά των πονημάτων της τέχνης, τα οποία ουχί σπανίως προδικάζουν την φθίνουσαν πορείαν και την τελικήν εξέλιξιν του φορέως, προαναγγέλοντα την νόσον, εις την παθογενετικήν διαδρομήν της οποίας ήδη ούτος ευρίσκεται. Eκ παραλλήλου, νευρολογικά νοσήματα είναι δυνατόν να μεταβάλουν την αντίληψιν της ζωγραφικής και να εισαγάγουν παρερμηνευτικάς διαστάσεις εις πονήματα, τα οποία κατενοούντο και ερμηνεύοντο ορθώς προ της νόσου. Εις τον χώρον των διαταραχών της κινητικότητος, από την εποχήν ήδη της αρχαίας Αιγύπτου, απεικονίζεται ο Ιερεύς Ruma, πάσχων προφανώς εκ πολιομυελίτιδος συνοδευόμενος υπό της συζύγου του, υποβασταζόμενος υπό βακτηρίας, έχων τον δεξιόν πόδα βραχύτερον του αριστερού. Ο Pieter Bruegel εφιλοτέχνησεν έργα, εις τα οποία αι κινητικαί διαταραχαί των κάτω άκρων συνδυάζονται κατά εκφραστικώτατον τρόπον μετά αυχενοπροσωπικών δυστονιών. Η πάρεσις του προσωπικού νεύρου, προκαλούσα ανάλογον δυσμορφίαν του προσώπου, απετέλεσεν αντικείμενον απεικονίσεως αυτής διά της τέχνης, ως είναι αι χαρακτηριστικαί παραστάσεις εις τον μητροπολιτικόν ναόν του Trondheim. Το βάδισμα του εμφανίσαντος ημιπληγίαν απεικονίζεται μετά ιδιαιτέρας πιστότητος εις το έργον του Jacque Callot. Η νόσος του Parkinson απετέλεσεν αντικείμενον ευρείας απεικονίσεως εις την τέχνην της ζωγραφικής, ήδη από τα πρώτα σχέδια του Paul Richer, εις τας εικονογραφικάς εκδόσεις του Salpêtrière, έως τα πονήματα της συγχρόνου ζωγραφικής. Εις το έργον του Durer το άμιμον προσωπείον και αι χαρακτηριστικαί δυσκαμπτικαί θέσεις του κορμού και των άκρων προηγούνται χρονικώς της κλινικής περιγραφής της νόσου υπό του James Parkinson. Η επιληψία απετέλεσεν και αποτελεί αντικείμενον ευρείας αναφοράς εις την τέχνην. Ίσως το εκφραστικότερον έργον, το οποίον απεικονίζει επιληπτικήν κρίσιν είναι "Η μεταμόρφωσις του Κυρίου" υπό του Raffaelo Santi. Ο πλέον εκφραστικός ζωγράφος διά την απεικόνισιν του κενού και ανεκφράστου προσώπου του επιληπτικού ασθενούς ήτο ο Vincent van Gogh. Η κροταφική επιληψία εκφράζεται εμφανώς εις το έργον του Giorgio de Chirico, ενός εκ των σημαντικοτέρων υπερρεαλιστών ζωγράφων του εικοστού αιώνος. Η ημικρανία ή η ημικρανική μορφή της επιληψίας απεικονίζεται διά της χαρακτηριστικής κατατμήσεως του οπτικού πεδίου ή των φωτεινών λάμψεων των σπινθηροβόλων σκοτωμάτων, κυρίως εις το έργον της μοναχής και θεολόγου Hildegard του Bingen. Η αντιπροσωπευτικοτέρα απεικόνισις των κακώσεων της σπονδυλικής στήλης απεικονίζεται εις το έργον της μεξικανής ζωγράφου Frida Kahlo, η οποία υπέφερεν επί μακρόν εξ αυτών, συνεπεία τροχαίου ατυχήματος. Η άνοια και ιδίως η νόσος του Αlzheimer αφήνει έντονα τα ίχνη της εις το έργον των ζωγράφων. Οι πάσχοντες εξ ανοίας εμφανίζουν ιδιαιτέραν δυσχέρειαν εις την διαμόρφωσιν της εκφραστικότητος του προσώπου, τείνοντες εις την απλοποίησιν αυτού. Εκ παραλλήλου εμφανής είναι η δυσχέρεια διαμορφώσεως της προοπτικής, του βάθους και του ορθού προσανατολισμού των στοιχείων του πίνακος, ως προς την φωτεινότητα και των χώρον. Εν κατακλείδι, η ζωγραφική παρέχει ευρύ πεδίον μελέτης εις τας νευροεπιστήμας και ιδιαιτέρως εις την νευροψυχολογίαν, η αξιοποίησις του οποίου δίδει νέαν διάστασιν εις την προσέγγισιν και κατανόησιν του λειτουργικού περιγράμματος του εγκεφάλου και των επί μέρους διεργασιών αυτού.
Λέξεις κλειδιά: Νευρολογία, ζωγραφική, νευρολογικαί παθήσεις, νευροεπιστήμαι.
Εισαγωγή
Η τέχνη αποτελεί το παράθυρον της ψυχής, από το οποίον εξωτερικεύονται βιώματα και συναισθήματα, τα οποία πολλάκις είναι δύσκολον να εκφρασθούν διά του συνήθους λόγου, ακόμη και εις τας πλέον προηγμένας και εκλεπτυσμένας γλώσσας.
Κατά ένα τρόπον πολύ φυσικόν, αυθόρμητον και πηγαίον διά τον εκφραζόμενον διά της τέχνης, τα συναισθήματα, αι σκέψεις, αι προσδοκίαι, αι διαπιστώσεις, αι ελπίδες, αι ανησυχίαι, οι οραματισμοί, αι πολιτικαί και κοινωνικαί θέσεις και αι μεταφυσικαί προεκτάσεις διατυπώνονται εις τους ήχους της μουσικής, εις τον χρωστήρα του ζωγράφου, εις την σμίλευσιν του λίθου ή του μετάλλου, εις τους στίχους της ποιήσεως ή τους διαλόγους του θεάτρου, συντήκοντα την υποκειμενικήν και την αντικειμενικήν διάστασιν, μέσα από πολλάς εσωτερικάς διεργασίας, αι οποίαι προβάλλονται κατά τρόπον εύγλωττον, διά των πονημάτων της τέχνης, από τας πολλάς διαφοροποιημένας θυρίδας εξόδου των ψυχικών και νοητικών φαινομένων,
Η τέχνη, εκ παραλλήλου, αποτελεί έν ιδανικόν κάτοπτρον των διεργασιών του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων, καθισταμένη, αφ' ενός μεν η πλέον σαφής και διαυγής έκφρασις του νευροψυχολογικού περιγράμματος, των αισθητικών επιλογών και της εμπειρίας του καλλιτέχνου (Zeki 2001), αφ' ετέρου δε της εποχής, της ιστορικής πραγματικότητος, της φιλοσοφικής και θρησκευτικής ατμοσφαίρας και του κοινωνικού περιγράμματος, εντός του οποίου έζησεν ούτος και ανέπτυξεν την δεξιότητα της τέχνης του.
Διά μέσου της τέχνης, όπως αύτη εκφράζεται εις μίαν χρονικήν περίοδον, αντιλαμβανόμεθα τας δυναμικάς κοινωνικάς τάσεις και τας κοινωνικάς συνθήκας της περιόδου αυτής και την επίδρασιν, την οποίαν ήσκουν αύται επί της αισθητικής αντιλήψεως και του ιδεολογικού υποβάθρου των μελών του κοινωνικού χώρου. Η τέχνη είναι δυνατόν να εκφράζη την αποδοχήν ή την διαμαρτυρίαν και την άρνησιν των κοινωνικών τάσεων μίας εποχής και διά του τρόπου αυτού να αντικατοπτρίζη την κριτικήν ανάλυσιν και την βούλησιν των ατόμων ή μέρους του κοινωνικού χώρου, την αίσθησιν της ελευθερίας και την δυνατότητα λήψεως αποφάσεων υπό των εκφραστών της τέχνης, ως ατόμων ή ως μελών μίας διαφοροποιημένης κοινωνικής ομάδος1. Εν τούτοις, παρ' όλας τας πολλάς ιδαιτερότητας και διαφοροποιήσεις, υπό των οποίων χαρακτηρίζεται η τέχνη των διαφόρων χρονικών περιόδων, αντικατοπτρίζει αύτη, εν γένει, έν κοινόν υπόβαθρον αντιλήψεως του αισθητού κόσμου και μία κοινήν οδόν εξωτερικεύσεως των νοητικών και ψυχικών διεργασιών του ανθρώπου όλων των εποχών.
Όπως ο Kant υποστηρίζει, παρ' όλην την συμμετοχήν της φαντασίας του καλλιτέχνου εις το έργον του, ούτος κατ΄ ουσίαν, εις άλλοτε άλλην έκτασιν, απεικονίζει την αντικειμενικήν πραγματικότητα, όπως εκφράζεται αύτη εις τον αισθητόν κόσμον και όπως καθίσταται αντιληπτή υπό του ιδίου2.
Είναι γεγονός, ότι είναι απέραντος η έκτασις των δυνατοτήτων, τας οποίας παρέχει η τέχνη διά νευροψυχολογικήν ανάλυσιν και εκτίμησιν των ιδιοτήτων του εκφραστού αυτής, τόσον εις φυσιολογικόν όσον και εις παθολογικόν επίπεδον.
Παθήσεις, αι οποίαι είναι δυνατόν να εκδηλωθούν αργότερον, διά αδρών φαινομενολογικών στοιχείων και κλινικών καταστάσεων, εκφράζονται πολλά έτη ενωρίτερον διά των πονημάτων της τέχνης, τα οποία ουχί σπανίως προδικάζουν την φθίνουσαν πορείαν και την τελικήν εξέλιξιν του φορέως, προαναγγέλοντα την νόσον, εις την παθογενετικήν διαδρομήν της οποίας ήδη ούτος ευρίσκεται. Κατά συνέπειαν, η τέχνη άλλοτε φέρει την σφραγίδα της προνοσηράς προσωπικότητος του εκφραστού της, άλλοτε δε εκφράζει την σταδιακήν πορείαν και εξέλιξιν της νόσου, την οποίαν ούτος φέρει και ακόμη επιτρέπει, ουχί σπανίως, την αποτύπωσιν επί του πονήματος της τοπογραφικής εκφράσεως των νευροπαθολογικών αλλοιώσεων της νόσου (Μπαλογιάννης 1996, 2000).
Τόσον εις την αντίληψιν όσον και εις την δόμησιν και έκφρασιν της τέχνης, μετέχουν πολυάριθμα νευρωνικά δίκτυα εις φλοιϊκόν και εις υποφλοιώδες επίπεδον, εις σημείον ώστε να θεωρήται ότι η τέχνη εκφράζει, παραλλήλως προς τον λόγον, την τελικήν συνισταμένην των συνθέτων νευρωνικών διεργασιών, διά των οποίων εξωτερικεύονται αι ψυχικαί και νοητικαί λειτουργίαι του ατόμου.
Η τέχνη της ζωγραφικής
Η ζωγραφική αποτελεί μία ιδιαιτέρως εκφραστικήν γλώσσαν, διά της οποίας αποκαλύπτεται ο τρόπος διά του οποίου ο ζωγράφος αντιλαμβάνεται τα στοιχεία του αισθητού κόσμου, υπό την πραγματικήν σχηματικήν των υπόστασιν, υπό την αισθητικήν των έκφρασιν, υπό την χρωματικήν των ιδιαιτερότητα, υπό την συμβολικήν των έννοιαν και υπό την ειδικήν των, διά τον ζωγράφον, σπουδαιότητα, βαρύτητα και βαθυτέραν συναισθηματικήν προέκτασιν εντός του ψυχικού κόσμου αυτού.
Από το απλούστερον σχήμα, έως την πλέον λεπτομερή προσωπογραφίαν ο ζωγράφος εκφράζει διά του έργου του τον τρόπον, διά του οποίου αντιλαμβάνεται ούτος το πραγματικόν ή ιδεατόν πρότυπον, τον τρόπον διά του οποίου εσωτερικεύει τούτο και το εντάσσει εις τον συναισθηματικόν του χώρον, την κριτικήν ανάλυσιν, εις την οποίαν το υποβάλλει και την ιδίαν εξατομικευμένην δυνατότητα να το αναπαραγάγη διά των καταλλήλων εκφράσεων της ζωγραφικής, εις τας οποίας συντήκει το πραγματικόν στοιχείον μετά της υποκειμενικής ερμηνείας αυτού και ουχί σπανίως μετά της φαντασίας του, εις έν ενιαίον και αρμονικώς διά τον ίδιον σύνολον.
Η ζωγραφική, ως μέσον εκφράσεως και επικοινωνίας, προηγήθη όλων των άλλων μορφών της τέχνης εκτός της στοιχειώδους κατασκευής εργαλείων διά την επίλυσιν των αμέσων βιοτικών αναγκών του ανθρώπου. Η έκφρασις του αισθητού κόσμου διά της ζωγραφικής, ως υψηλόν δείγμα νοήσεως, προηγείται κατά πολλάς εκατονταετίας της γλυπτικής, της ποιήσεως, της λογοτεχνίας και αυτής ταύτης της επιστήμης3.
Η ανάπτυξις του γραπτού λόγου, η οποία απετέλεσεν το μεγαλύτερον και το ουσιωδέστερον βήμα του πολιτισμού, προέκυψεν από την ζωγραφικήν, η οποία σταδιακώς εσχηματοποιήθη και απέκτησεν ειδικόν συμβολικόν χαρακτήρα είτε εντός των πλαισίων της ιδεογραφικής εκφράσεως είτε εντός των πλαισίων της οπτικοηχητικής συνδέσεως αυτής μετά των εν χρήσει εις τον προφορικόν λόγον φωνημάτων4.
Η εξέλιξις της ζωγραφικής, όπως και η εξέλιξις εκάστης μορφής τέχνης βαίνει παραλλήλως προς την εξέλιξιν της ανθρωπίνης νοήσεως και ειδικότερον της δημιουργικότητος. Εν τούτοις, τα εκφραστικά μέσα αυτής, ως είναι το σχήμα, το χρώμα, η φωτεινότης, η προοπτική, αι συμμετρίαι παραμένουν βασικαί παράμετροι, διαφοροποιούμεναι υπό εκάστου ζωγράφου5, συναρτήσει της προσωπικότητος και της νοητικής ιδιαιτερότητος αυτού και των επιδράσεων, τας οποίας δέχεται ούτος υπό της εποχής του6 και υπό των συγχρόνων ή προγενεστέρων ζωγράφων7. Η έμπνευσις του ζωγράφου από τας συνθήκας, τα ιστορικά γεγονότα και τας επικρατούσας φιλοσοφικάς και πολιτικάς αρχάς, εκφράζει αφ΄ενός μεν την ευαισθησίαν του εις τας τρεχούσας καταστάσεις και τας διακυμάνσεις ή ανακατατάξεις της εποχής του, αφ' ετέρου δε τον βαθμόν της λειτουργικής μεθέξεως του εις τον κοινωνικόν χώρον8.
Εκ των εκφραστικών μέσων της ζωγραφικής πολλάκις έν μόνον στοιχείον, όπως είναι το χρώμα ή η φωτεινότης είναι δυνατόν να αποκαλύψη τας ψυχικάς διεργασίας και τον συναισθηματικόν κόσμον του ζωγράφου9 ή να αποτελέση κίνητρον διά μίαν νέαν αισθητικήν αντίληψιν10.
To σχήμα και το χρώμα είναι δυνατόν να εισαγάγουν νέας διαστάσεις εις την αισθητικήν της ζωγραφικής και να συμβάλλουν εις την διαμόρφωσιν του αισθητικού παραδόξου, συμφώνως προς το οποίον, ενώ η αισθητική εκάστου σχήματος ή εκάστης παραστάσεως απέχει ουσιωδώς της ωραιότητος, το εκφραζόμενον σύνολον καθίσταται αισθητικώς αποδεκτόν11. Εν γένει διαπιστούται, ότι η ζωγραφική δεν εκφράζει μόνον το αισθητικώς αποδεκτόν ούτε αποσκοπεί εις την αισθητικήν τελείωσιν, αλλά κατά την πορείαν της εις τον χρόνον προσπαθεί να αποκαλύψη όλον και περισσότερον κεκρυμμένα βιώματα της ψυχής και να εισαγάγη νέους ορίζοντας σκέψεως και προβληματισμού.
Η αντίληψις των έργων της τέχνης, ως είναι οι πίνακες ζωγραφικής, δεν περιορίζεται εις την απλήν παρατήρησιν και επισκόπησιν αυτών και εις την αναγνώρισιν του περιεχομένου ή του εκφραζομένου στοιχείου υπ΄ αυτών. Αποτελεί αντιθέτως ιδιαιτέρως σύνθετον διεργασίαν, διά της οποίας η οπτική αντίληψις καθίσταται βαθυτέρα αίσθησις και προσπάθεια ερμηνείας του έργου και διά μέσου αυτού του ζωγράφου και της ψυχικής και συναισθηματικής καταστάσεως αυτού κατά την περίοδον της εκπονήσεως του έργου, των βαθυτέρων προβληματισμών, του φιλοσοφικού υποβάθρου του και του μηνύματος, το οποίον απευθύνει διά του έργου του εις τον κοινωνικόν χώρον. Πολλάκις το μήνυμα είναι δυσνόητον ή εγκρύπτεται καταλλήλως υπό του ζωγράφου, εις σημείον ώστε να απαιτήται ανάλογος ευφυΐα, προηγμένη γνώσις, εμπειρία και συνθετική ικανότης, διά την αποκρυπτογράφησιν και την ευρυτέραν κατανόησιν αυτού12.
Εκ παραλλήλου, η μελέτη ενός έργου ζωγραφικής κινητοποιεί τας διεργασίας της μνημονικής αναπλάσεως αναλόγων έργων, του συμβολισμού τον οποίον εκφράζουν και της φιλοσοφίας την οποίαν εκπροσωπούν, εις σημείον ώστε να πραγματοποιούνται πολυάριθμοι σύνθετοι νοητικαί διεργασίαι, εις τας οποίας κινητοποιείται έν ευρύ μέρος του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων και των υποφλοιωδών κέντρων, τα οποία συμμετέχουν αφ΄ ενός μεν εις τας διεργασίας της μνημονικής αναπλάσεως, της συσχετίσεως και του παραλληλισμού αυτών αφ' ετέρου δε της συναισθηματικής κινητοποιήσεως του παρατηρητού13.
Η μελέτη ενός έργου ζωγραφικής φέρεται ούτως και ανάγεται από το επίπεδον της παθητικής οπτικής αντιλήψεως εις το επίπεδον της συνθέτου ενεργητικής αισθήσεως, της αισθητικής εκτιμήσεως και της ψυχικής μεθέξεως, εις την οποίαν τα προβαλλόμενα στοιχεία υπό του ζωγράφου, τα οποία καλείται ο παρατηρητής να αντιληφθή και να ερμηνεύση, συνυφαίνονται μετά του ψυχικού κόσμου αυτού, ως ιδία αυτού πραγματικότης14.
Η αντίληψις του έργου της ζωγραφικής και ιδίως του βαθυτέρου νοήματος αυτού, του συμβολισμού, της αλληγορίας, της μεταφοράς της αφαιρέσεως15 και της μετ' εμφάσεως εκφράσεως του πραγματισμού καθίσταται εφικτή διά της συμμετοχής όλων των φλοιϊκών περιοχών των εγκεφαλικών ημισφαιρίων και ιδίως της προσθίας έσω μοίρας της άνω μετωπιαίας έλικος (Zysset και συνεργ. 2002) και των περισσοτέρων δομών του μεταιχμιακού συστήματος και του διεγκεφάλου, εις σημείον ώστε όσον περισσότερον μελετάται έν έργον τόσον περισσότερον καθίσταται τούτο αντιληπτόν, διότι όλον και περισσότερον εμπλέκονται νευρωνικά δίκτυα, τα οποία συμβάλλουν εις την διεξοδικωτέραν ανάλυσιν των στοιχείων και των επί μέρους παραμέτρων αυτού και διαμορφώνουν το πεδίον της ευρυτέρας συναισθηματικής μεθέξεως του παρατηρητού (Goodman 1976).
Διαταραχαί της εγκεφαλικής λειτουργίας είτε υπό μορφήν παροδικών καταστάσεων είτε υπό μορφήν εξελισσομένων νευρολογικών παθήσεων είναι δυνατόν να μεταβάλουν την έκφρασιν της ζωγραφικής και να τροποποιήσουν την τεχνοτροπίαν του ζωγράφου (Blanke et al. 2003), κατ' αναλογίαν προς την τροποποίησιν των συναισθημάτων, της νοητικής στάθμης, της προσωπικότητος και της συμπεριφοράς αυτού (Carota et al. 2002). Σπανιώτερον νευρολογικαί παθήσεις είναι δυνατόν να κινητοποιήσουν τον πάσχοντα εις την εικαστικήν έκφρασιν και να δημιουργήσουν έφεσιν προς την ζωγραφικήν μετά ικανών επιδόσεων, παρά το προκεχωρημένον της ηλικίας αυτού και την φύσιν της ασθενείας του16.
Eκ παραλλήλου, νευρολογικά νοσήματα είναι δυνατόν να μεταβάλουν την αντίληψιν της ζωγραφικής και να εισαγάγουν παρερμηνευτικάς διαστάσεις εις πονήματα, τα οποία κατενοούντο και ερμηνεύοντο ορθώς προ της νόσου (Horne 1988).
Νευρολογικαί παθήσεις απεικονιζόμεναι εις την ζωγραφικήν
Πολυάριθμα νευρολογικά νοσήματα αποκαλύπτονται εις τον χώρον της ζωγραφικής υπό ζωγράφων, οι οποίοι είτε οι ίδιοι έπασχον εξ αυτών είτε αντελήφθησαν αυτά επί των πασχόντων και ευαισθητοποιηθέντες υπό του ανθρωπίνου πόνου προσεπάθησαν να εκφράσουν αυτά διά του χρωστήρος των.
Διαταραχαί της κινητικότητος
Η πολιομυελίτις
Εις τον χώρον των κινητικών φαινομένων από της εποχής ήδη της αρχαίας Αιγύπτου απεικονίζεται ο Ιερεύς Ruma (Εικ. 1), συνοδευόμενος υπό της συζύγου του, υποβασταζόμενος υπό βακτηρίας, έχων τον δεξιόν πόδα βραχύτερον του αριστερού και ιστάμενος εις ιπποποδικήν θέσιν, κατά τον δεξιόν πόδα17, προσβεβλημένος ίσως υπό πολιομυελίτιδος, η οποία προεκάλεσεν την ατροφίαν του άκρου. Παράστασις, αποτυπώσεων ανισοτίμων πελμάτων, του ενός όντος ατροφικού, Έλληνος ιερέως, ανευρεθείσα εις το Δίον, απεικονίζει, πολλούς αιώνας αργότερον, την προσβολήν εκ της αυτής νόσου18.
Κατά την Αναγέννησιν, αι εικόνες της ατροφίας των κάτω άκρων δεν είναι σπάνιαι, αποδιδόμεναι κατά κύριον λόγον εις την πολιομυελίτιδα, ως είναι η εικών επαίτου, έχοντος ατροφίαν αμφοτέρων των κάτω άκρων, τον οποίον θεραπεύει ο απόστολος Πέτρος, διερχόμενος διά της σκιάς του (Εικ. 2), η οποία εφιλοτεχνήθη υπό του Masaccio τo 142619. Ο Pieter Bruegel παρουσιάζει κατά ιδιαιτέρως εκφραστικόν τρόπον κινητικάς διαταραχάς, αι οποίαι προεκάλεσαν οριστικάς αναπηρίας εις το έργον του "Σπουδαί επί των αναπήρων, ανδρών και γυναικών"20 (Εικ. 3).
Αι δυστονίαι
Ο Pieter Bruegel εφιλοτέχνησεν επιπροσθέτως έργα, εις τα οποία αι κινητικαί διαταραχαί των κάτω άκρων συνδυάζονται κατά εκφραστικότατον τρόπον μετά αυχενοπροσωπικών δυστονιών, όπως είναι ο πίναξ "Οι ανάπηροι"21 (Εικ. 4). Εκφραστικήν επίσης αυχενοπροσωπικήν δυστονίαν απεικονίζει ο ίδιος εις το έργον του "Η γηραιά Βαυαρή" (Εικ. 5) εις το οποίον το πρόσωπον της γυναικός φέρεται μετά ανοικτού στόματος και τους οφθαλμούς στρεφομένους προς τα άνω22. Ο Pieter Bruegel απεικόνισεν εκ παραλλήλου τον βλεφαρόσπασμον εις την μορφήν ετέρας Βαυαρής γυναικός, η οποία καθημένη διατηρεί τα βλέφαρα της εν συσπάσει23 (Εικ. 6) .
Η πάρεσις του προσωπικού νεύρου
Η πάρεσις του προσωπικού νεύρου, προκαλούσα ανάλογον δυσμορφίαν του προσώπου, απετέλεσεν αντικείμενον απεικονίσεως αυτής διά της τέχνης. Είναι χαρακτηριστικαί αι παραστάσεις αυτής εις τον μητροπολιτικόν ναόν του Trondheim, αι οποίαι εκφράζουν την αδυναμίαν συγκλείσεως του βλεφάρου και την απόκλισιν της γωνίας του στόματος επί περιφερικής παρέσεως του προσωπικού νεύρου24. Ανάλογος παράστασις περιφερικής παρέσεως του προσωπικού νεύρου υπάρχει εις τον ναόν του Αγίου Θωμά εις το Στρασβούργον, αναγομένη εις τον 15ον αιώνα (Εικ. 7).
Η χορεία
Η χορεία, όπως ενεφανίσθη υπό ενδημικήν μορφήν εις την κεντρικήν Ευρώπην, καλουμένη " Χορός του Αγίου Βίτου", απεικονίσθη υπό του Pieter Bruegel εις το έργον του "Η πορεία προσκυνητών επιληπτικών εις τον Άγιoν Ιωάννην του Molenbeeck" (Εικ. 8), το οποίον παριστάνει δύο γυναίκας, αι οποίαι επιτελούν ευρείας χορειακάς ή χορειομόρφους κινήσεις, τας οποίας προσπαθούν να συγκρατήσουν oι συνοδοιπόροι των25.
Η ημιπληγία και η σπαστική παραπάρεσις
Το βάδισμα του εμφανίσαντος ημιπληγίαν απεικονίζεται μετά ιδιαιτέρας πιστότητος εις το έργον του Jacque Callot "Ο επαίτης" (Εικ. 9), εις το οποίον φαίνεται η δρεπανοειδής κίνησις του δεξιού ποδός, ατόμου υποβασταζομένου υπό δύο βακτηριών26. Η σπαστική παραπάρεσις απεικονίζεται κατά τρόπον πολύ παραστατικόν υπό του ιδίου ζωγράφου εις το έργον του "Οι επαίται" (Εικ. 10), εις το οποίον ο πάσχων ανήρ προσπαθεί να βαδίση υποστηριζόμενος υπό δύο βακτηριών, έχων τα κάτω άκρα εν απαγωγή και έσω στροφή27.
Η νόσος του Parkinson
Η νόσος του Parkinson απετέλεσεν αντικείμενον ευρείας απεικονίσεως εις την τέχνην της ζωγραφικής. Από τα πρώτα σχέδια του Paul Richer εις τας εικονογραφικάς εκδόσεις του Salpêtrière (Εικ. 11) έως τα πονήματα της συγχρόνου ζωγραφικής, αι δυσκαμπτικαί θέσεις και στάσεις των πασχόντων και το άμιμον προσωπείον αυτών απεικονίσθησαν εν εκτάσει, καλύπτουσαι έν ευρύ φάσμα σχολών εικαστικής εκφράσεως. Εις το έργον του Dürer28 (Εικ. 12), το άμιμον προσωπείον και αι χαρακτηριστικαί δυσκαμπτικαί θέσεις του κορμού και των άκρων προηγούνται χρονικώς της κλινικής περιγραφής της νόσου υπό του James Parkinson (1755-1824).
Είναι εντυπωσιακόν το γεγονός, ότι η καθήλωσις των μορφών, η άμιμος έκφρασις και αι θέσεις και στάσεις αι εκφράζουσαι δυσκαμψίαν απεικονίζονται εις το έργον ζωγράφων, οι οποίοι αργότερον ενόσησαν εκ της νόσου του Parkinson, πολλά έτη ήδη προ της κλινικής εκφράσεως της νόσου των, ως τούτο παρατηρείται εις τα έργα του Grόn29, του Αδόλφου Hitler30 (Εικ. 13), του Dali31.
H προνοσηρά προσωπικότης εις την νόσον του Parkinson, παραλλήλως προς τον άκαμπτον και πολλάκις καταναγκαστικόν χαρακτήρα του ατόμου, εκφράζεται εις την τέχνην, διά της αμίμου εκφράσεως και της ελλείψεως της πλαστικότητος κατά την κίνησιν, παραλλήλως προς την αποφυγήν χρησιμοποιήσεως εντόνων χρωμάτων (Baloyannis και Baloyannis 2003).
Επιληψία
Η επιληψία απετέλεσεν και αποτελεί αντικείμενον ευρείας αναφοράς εις την τέχνην. Η ζωγραφική, ως η πλέον προσιτή μορφή οπτικής εκφράσεως των επιληπτικών φαινομένων απεικονίζει υπό πολλών ζωγράφων, την θέσιν και την στάσιν των πασχόντων εξ επιληψίας κατά την διάρκειαν των εστιακών ή των γενικευμένων κρίσεων, παριστά δε μετά ιδιαιτέρας εμφάσεως την χαρακτηριστικήν έκφρασιν των οφθαλμών και το όλον προσωπείον των ασθενών.
Η θεραπεία των επιληπτικών υπό του Κυρίου, όπως αύτη περιγράφεται εις τας Ευαγγελικάς περικοπάς απετέλεσεν προσφιλές θέμα πολλών ζωγράφων της Αναγεννήσεως.
Ίσως το εκφραστικότερον έργον, το οποίον απεικονίζει επιληπτικήν κρίσιν είναι "Η μεταμόρφωσις του Κυρίου"32 (Εικ. 14, 15) υπό του Raffaelo Santi (Ραφαήλ)33, εις το οποίον έν παιδίον παρουσιάζει βολβοστρόφους κρίσεις, ανυψώνει τον δεξιόν βραχίονα, ενώ φέρει το αριστερόν άνω άκρον προς τα κάτω και οπίσω, έχων την άκραν χείρα εν υπερεκτάσει και τους δακτύλους εις απαγωγήν. Ο κορμός ευρίσκεται εις στροφικήν θέσιν, κατά τον κατακόρυφον άξονα. Το κυανούν χρώμα της γλώσσης και των χειλέων καταδεικνύει, ότι το παιδίον ευρίσκεται εις κατάστασιν υποξίας συνεπεία της κρίσεως. Η εμφανής επιληπτική κρίσις κινητοποιεί και εντυπωσιάζει τους παρισταμένους, οι οποίοι στρέφονται προς το παιδίον, το οποίον κρατεί ο πατήρ του, έχων έκδηλον ύφος φόβου και απελπισίας, απευθυνόμενος προς του μαθητάς του Κυρίου, παρά το γεγονός ότι ο Κύριος την στιγμήν εκείνην ευρίσκεται εν μεταμορφώσει εις την κορυφήν του όρους Θαβώρ, εν μέσω του Μωυσέως και του Προφήτου Ηλία.
Ανάλογον έργον προς την μεταμόρφωσιν του Ραφαήλ εξεπόνησεν ο Rubens34, εμπνευσθείς υπό του έργου του Ραφαήλ κατά την παραμονήν αυτού εις την Ρώμην. Εκ παραλλήλου εις τα θαύματα του Αγίου Ιγνατίου Loyola (Εικ. 16), ο Rubens παρουσιάζει την θεραπείαν των επιληπτικών, οι οποίοι απεικονίζονται ωχροί ή κυανωτικοί, εις θέσεις και στάσεις, αι οποίαι προσλαμβάνονται συνήθως υπό των πασχόντων κατά την διάρκειαν κρίσεων μείζονος επιληψίας35.
Η κροταφική επιληψία εκφράζεται εμφανώς εις το έργον του Giorgio de Chirico36, ενός εκ των σημαντικοτέρων ζωγράφων του εικοστού αιώνος, εκπροσώπου του υπερρεαλιστικού κινήματος εις τας εικαστικάς τέχνας, καθώς και εις το έργον της Patricia Bernard, η οποία πολλάκις εις το έργον της αποδίδει μετά αδρών γραμμών την στροφικότητα των αντικειμένων, η οποία χαρακτηρίζει κυρίως τα έργα του Vincent van Gogh.
Ο πλέον εκφραστικός ζωγράφος διά την απεικόνισιν του κενού και ανεκφράστου προσώπου του επιληπτικού ασθενούς ήτο ο Vincent van Gogh37 (Εικ. 17) . Εις το έργον του "Οι πατατοφάγοι"38 (Εικ. 18) απεικονίζει πέντε άτομα εκ των οποίων τα δύο φερόμενα κατά πρόσωπον, τα δύο πλαγίως και το έν ραχιαίως, αντικατοπτρίζουν εις την έκφρασιν των την ανέχειαν, την απόσβεσιν όλων των προσδοκιών διά την αναβάθμισιν του τρόπου της ζωής των, τον πόνον και την καρτερίαν. Το έν πρόσωπον εις την δεξιάν πλευράν του πίνακος, έχει την έκφρασιν επιληπτικού ατόμου εις μετακριτικόν στάδιον. Πρυτανεύουν τα σκοτεινά χρώματα και ιδίως το μαύρο, το πράσινον της ελαίας και το φαιόν. Την ιδίαν έκφρασιν μετακριτικού ασθενούς έχει και ο πίναξ αυτού υπό τον τίτλον "L'Arlesienne" (Προσωπογραφία της Mme Ginoux)39 (Εικ. 19), τον οποίον εξεπόνησεν εις περίοδον κατά την οποίαν αι κρίσεις αυτού εγένοντο εις συχνότερον βαθμόν.
Εις τας αυτοπροσωπογραφίας του ο van Gogh (Εικ. 20) δίδει χαρακτηριστικήν έκφρασιν μετακριτικού ασθενούς, του οποίου το βλέμμα άλλοτε είναι έμφοβον, άλλοτε κενόν, άλλοτε ανήσυχον και άλλοτε οργίλον40.
Εις τα τοπία δίδει πολλάκις ιδιαιτέραν στροφικότητα εις τα δένδρα ή τα σύννεφα, γεγονός το οποίον εκφράζει ενδεχομένως την εμπειρίαν της αιθουσαίας αύρας, η οποία ουχί σπανίως προηγείται των επιληπτικών κρίσεων. Χαρακτηριστικόν επ' αυτού είναι το έργον του "Η έναστρος νύξ"41 (Εικ. 21), το οποίον εξεπόνησεν εις το τέλος της ζωής του, όταν τόσον αι κρίσεις όσον και τα εκ της ψυχικής σφαίρας φαινόμενα είχον πλέον κορυφωθή. Το φώς της σελήνης και των άστρων φέρεται στροβιλοειδώς πέριξ αυτών, ενώ εκ παραλλήλου τα σύννεφα ακολουθούν κυματοειδή και στροβιλοειδή πορείαν. Πρυτανεύουν το κίτρινον, το πράσινον, το φαιόν και το μέλαν χρώμα. Μία κυπάρισσος φέρει τους κλάδους της φλογοειδώς προς τα άνω.
Η ημικρανία
Η ημικρανία ή η ημικρανική μορφή της επιληψίας απεικονίζεται διά της χαρακτηριστικής κατατμήσεως του οπτικού πεδίου ή των φωτεινών λάμψεων των σπινθηροβόλων σκοτωμάτων, εις το έργον της Hildegard του Bingen42 (Εικ. 22), η οποία πάσχουσα από ημικρανίαν ενεφάνιζεν σπινθηροβόλα σκοτώματα, κατατμήσεις του οπτικού της πεδίου, παροδικήν πλήρη αμαύρωσιν, φαινόμενα τα οποία περιέγραψεν εις το έργον της. Εκ παραλλήλου, η μετά την ημικρανίαν κατάστασις άλλοτε μεν εχαρακτηρίζετο υπό κινητικής αδυναμίας ημιπαρετικού χαρακτήρος, άλλοτε δε υπό καταθλίψεως, ενώ αντιθέτως η προ της ημικρανικής κρίσεως αύρα συνίστατο εις την ανερμήνευτον ευφορικήν διάθεσιν, η οποία διαφαίνεται εις πολλά σημεία του έργου της.
Αι κακώσεις του νευρικού συστήματος
Η αντιπροσωπευτικοτέρα παράστασις των κακώσεων της σπονδυλικής στήλης απεικονίζεται εις το έργον της Μεξικανής ζωγράφου Frida Kahlo (1907-1954). Ένα τραγικόν τροχαίον ατύχημα το 1925 προεκάλεσεν εις την Frida κατάγματα της σπονδυλικής στήλης, της πυέλου και των κάτω άκρων και την ηνάγκασεν να παραμείνη κλινήρης επί αρκετόν χρόνον, κατά την διάρκειαν του οποίου είχεν την δυνατότητα να σκεφθή και να αναθεωρήση πολλάς από τας προγενεστέρας σκέψεις και αποφάσεις της και να προσπαθήση να αγωνισθή να νικήση την κατάθλιψιν, η οποία ευλόγως προσεπάθει να την κυριεύση43. Τα περισσότερα έργα της αναφέρονται εις εαυτήν και ιδίως εις το ατύχημα της και τας συνεπείας αυτού. Συνήθως, παρουσιάζει εαυτήν, έχουσαν ως σπονδυλικήν στήλην ένα κατατετμημένον ιωνικόν κίονα ή να μεταγγίζει αίμα εις το ομοίωμα του εαυτού της. Οι πίνακες της χαρακτηρίζονται διά την τραγικότητα των (Εικ. 23, 24). Εις έτερον έργον της εμφανίζει εαυτήν κατά το έν ημιμόριον του προσώπου της σκελετώδη και έχουσα τεθραυσμένα τα οστά του θώρακος.
Η άνοια
Η άνοια και ιδίως η νόσος του Αlzheimer αφήνει έντονα τα ίχνη της εις το έργον των ζωγράφων. Οι πάσχοντες εξ ανοίας εμφανίζουν ιδιαιτέραν δυσχέρειαν εις την διαμόρφωσιν της εκφραστικότητος του προσώπου, τείνοντες εις την απλοποίησιν αυτού, εις σημείον ώστε εις προκεχωρημένα στάδια της νόσου, αι προσωπογραφίαι, αι εκπονούμεναι υπ' αυτών να ομοιάζουν προς τας απλουστευμένας μορφάς τας εκπονουμένας υπό των παιδίων. Εκ παραλλήλου εμφανής είναι η δυσχέρεια διαμορφώσεως της προοπτικής και του βάθους και του ορθού προσανατολισμού των στοιχείων του πίνακος, ως προς την φωτεινότητα και τον χώρον. Αι δυσχέρειαι αύται είναι ιδιαιτέρως εμφανείς εις το έργον του Carolus Horn44 (Εικ. 25, 26), ενός διαπρεπούς Γερμανού ζωγράφου, ο οποίος ενόσησεν εκ της νόσου του Alzheimer.
Μεταξύ των αντιπροσωπευτικών ζωγράφων, των οποίων το έργον ενεφάνισεν σημαντικήν αλλοίωσιν από της ενάρξεως της νόσου, είναι ο Willem de Kooning45 (Εικ. 27, 28), o οποίος μετέβαλεν σημαντικώς την χρωματικήν έκφρασιν εις τα έργα του, τόσον περσσότερον, όσον η νόσος εξεδηλούτο πληρέστερον (Espinel 1996).
Σημαντικήν αλλοίωσιν ενεφάνισεν επίσης το έργον της Danae Chambers46, η οποία παρά την εμφάνισιν μνημονικών διαταραχών και διαταραχών του προσανατολισμού εις τον χώρον, συνέχισεν να παράγη έργα ζωγραφικής, εις τα οποία όμως καταφανή καθίσταντο τα σημεία της ασθενείας, δεδομένου ότι τόσον η χρωματική έκφρασις όσον και αι αναλογίαι εις τα πρόσωπα είχον ουσιωδώς τροποποιηθή, εν σχέσει προς τα προ της ασθενείας έργα της.
Είναι παράδοξον το γεγονός, ότι εις την μετωποκροταφικήν άνοιαν αρχικώς αυξάνεται η δημιουργικότης των πασχόντων, οι οποίοι προσπαθούν να ζωγραφίσουν, δίδοντες ιδιαιτέραν έμφασιν κυρίως εις τας προσωπογραφίας, παρά το γεγονός ότι τα έργα των καθίστανται όλον και περισσότερον ασύμμετρα και σκοτεινόχρωα (Μπαλογιάννης 2000).
Συμπεράσματα
Η μελέτη των έργων της ζωγραφικής αποκαλύπτει τας πλέον εσωτερικάς πτυχάς της ψυχής των ζωγράφων και επιτρέπει την διείσδυσιν εις τας νευρωνικάς διεργασίας των εγκεφαλικών ημισφαιρίων, του μεταιχμιακού συστήματος και του διεγκεφάλου, δίδουσα εκ παραλλήλου την δυνατότητα κατανοήσεως της συμπεριφοράς αυτών εντός του κοινωνικού χώρου. Προνοσηραί καταστάσεις και νευρολογικά νοσήματα αποκαλύπτονται και απεικονίζονται διά της ζωγραφικής υπό πασχόντων ζωγράφων ή υπό ευαισθήτων παρατηρητών της λειτουργικότητος και των διακυμάνσεων της ψυχοσωματικής υποστάσεως του ανθρώπου.
Ο μελετών τα έργα της ζωγραφικής και ερμηνεύων αυτά προβάλλει εκ παραλλήλου την έκτασιν της μεθέξεως του εις την ατμόσφαιραν, εντός της οποίας έζησεν, ελειτούργησεν και εξέφρασεν εαυτόν ο ζωγράφος.
Η ζωγραφική παρέχει ευρύ πεδίον μελέτης εις τας νευροεπιστήμας και ιδιαιτέρως εις την νευροψυχολογίαν, η αξιοποίησις του οποίου δίδει νέαν διάστασιν εις την προσέγγισιν του λειτουργικού περιγράμματος του εγκεφάλου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Antoni JM, Devuyst G, Carota A, Bruggimann L, Bogousslavsky J: Changes in artistic style after minor posterior stroke. J. Neurol. Neurosurg. Psychiat 76:797-803, 2005.
Baloyannis SJ, Baloyannis JS: Some issues on the profile of the premorbit personality of patients suffered from Parkinson's disease Int.Psychogeriatr. 17:333-334, 2005.
Baloyannis SJ, Costa V, Papistas P: Some ethical issues on the quality of life in Dementias. Neurobiology of Aging 25:2, 2004.
Billeter E: The Blue House The World of Frida Kahlo, Univ. of Washington Press, 1993.
Blanke O, Ortigue S, Landis T: Color neglect in an artist. Lancet 361:264, 2003.
Bogousslavsky J: Neurology of the Art. The example of Giorgio de Chirico. Eur Neurol 50:189-190, 2003.
Carota A, Staub F, Bogousslavsky J: Emotions, behaviours and mood changes in stroke. Curr Opin Neurol 15:57-69, 2002.
Clifford Rose F: A short History of Neurology. Butterworth, Heinemann, Oxford 1999.
Clifford Rose F: Neurology of the Arts. Imperial College Press, London 2004.
De Chirico G: Hebdomeros. Paris. Editions de Carrefous 1929.
Espinel CJ: de Kooning's late colours and forms: dementia, creativity and the healing power of art. The Lancet 347:1096-1098, 1996.
Fornazzari LR: Preserved painting in an artist with Alzheimer's disease Eur. J. Neurol 12:419-424, 2005.
Goodman N: Language of art: an approach to a theory of symbols. Indianapolis. Hacket Publications 1976.
Grusser O, Selke T, Zynda B.: Cerebral lateralization and some implications for art, aesthetic perception, and artistic creativity. Beauty and the Brain. Basel, Germany: Birkhauser Verlag. 1988.
Gustafson L: Frontal lobe degeneration of non-Alzheimer type. II. Clinical picture and differential diagnosis. Arch. Gerontol. Geriatr. 6:209-223, 1987.
Heilman K, Nadeau S, Beversdorf D: Creative innovation: possible brain mechanisms. Neurocase 9:369-379, 2003.
Horne J: Sleep loss and divergent thinking ability. Sleep 11:528-536, 1988.
Hume D: Of the standard of taste in Esssays moral, political and literary. Indianapolis, Liberty Classics 1987.
Janson HW: History of Art. 3rd edition New York, Abrams 1963.
King-Lenzmeier, Anne H: Hildegard of Bingen: an integrated vision. Collegeville, Minn.: Liturgical Press, 2001.
Langer S: Feeling and form New York. Charles Scriber and Sons 1953.
Lippard LR: Overlay Contemporary Art and the Art of Prehistory. New York: Pantheon. 1983.
Maddocks Fiona: Hildegard of Bingen: the woman of her age. Doubleday, 2001.
Markou A, Anastasiadis J, Baloyannis SJ: Francisco de Goya: The transformation of the art through neurological disease. European Neurology 12:158, 2005.
Maurer K, Prvulovic D: Paintings of an artist with Alzheimer's disease:visuo-constructura deficits during dementia. Journal of Neural Transmission 111:235-245, 2004.
Mazzucchi A, Pesci G, Trento D: Cervello e pittura: Effetti delle lesioni cerebrali sul linguaggio pittorico. Rome: Fratelli Palombi Editori, 1994.
Miller B et al: Enhanced artistic creativity with temporal lobe degeneration. Lancet, 348:1744-1745, 1996.
Miller B, Cummings J, Mishkin F et al.: Emergence of artistic talent in frontotemporal dementia. Neurology 51:978-982, 1998.
Miller BL, Hou CE: Portraits of artists: emergence of visual creativity in dementia. Arch Neurol 61:842-844, 2004.
Μπαλoγιάvvης ΣI: Η ψυχoλoγική διάστασις της διαταραχής της κoιvωvικής συμπεριφoράς τoυ συγχρόvoυ αvθρώπoυ. Γρηγόριoς Παλαμάς 761:41-65, 1996.
Μπαλoγιάvvης Σ: Μετωπιαία άvoια: Μία φλoιική άvoια καλυπτoμέvη υπό τov μαvδύαv της vόσoυ τoυ Alzheimer. Εγκέφαλoς 37:165-174, 2000.
Μπαλoγιάvvης Σ: Η συμβoλή της εικόvoς εις τηv διαμόρφωσιv τωv ψυχικώv βιωμάτωv τoυ Αvθρώπoυ. Εις Πρακτικά Κ΄ Θεoλoγικoύ Συvεδρίoυ με θέμα: Ο Άγιoς Iωάvvης o Δαμασκηvός. Θεσσαλovίκη, σελ. 169-193, 2000.
Μπαλογιάννης Σ: Ο εγκέφαλος υπό την γραφίδα του Leonardo da Vinci Θεσσαλovίκη 2001. Εκδόσεις Π. Πoυρvάρα.
Perry RJ, Hodges JR: Differentiating frontal and temporal variant frontotemporal dementia from Alzheimer's disease. Neurology 54:2277-84, 2000.
Schema S: Citizens: A chronicle of the French revolution New York, Knopf 1989.
Stien R: Hjernen og kunsten. Nevrolitteraere klubb. Oslo 2001.
Strachan A: In the Brain of the Beholder: The Neuropsychological Basis of Aesthetic Preferences. The Harvard Brain, 7:6-14, 1999.
Yannou D, Baloyiannis S, Kostaridou-Eukleides A, Kiosseoglou G, Damianou-Marinis E, Klonari D, Nakopoulou E, Tsedaki K: Music perception in patients with dementia due to Alzheimer's disease. In: Kopiez R, Lehmann C, Wolther I, Wolf C (Eds). Proceedings of the 6th Triennial ESCOM Conference pp.548-551.
Zamora M: Frida Kahlo the Brush of Anguish. Chronicle Books, 1990.
Zeki S: Essays on science and society. Artistic creativity and the brain Science 293:51-52, 2001.
Zysset S Huber O, Ferstl E et al: The anterior fronto-median cortex and evaluative judgment: an fMRI study. Neuroimage 15: 983-991, 2002.