Ενεργειακό ισοζύγιο και διατροφική συμπεριφορά
ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ Α.
MD, Ενδοκρινολόγος
Περίληψη
Η αύξηση του σωματικού βάρους είναι αποτέλεσμα της αυξημένης πρόσληψης τροφής σε σχέση με τις ενεργειακές μας ανάγκες. Το ερώτημα είναι αν το ενεργειακό αυτό περίσσευμα οφείλεται σε αυξημένη ενεργειακή πρόσληψη ή/και σε μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης.
Η διαιτητική μας συμπεριφορά είναι, κύρια, περιβαλλοντικό φαινόμενο που όμως επιδρά δευτερογενώς στο βιολογικό υπόστρωμα και στο ενεργειακό ισοζύγιο. Αναφέρεται στην ποιότητα της τροφής, στις διαιτητικές προτιμήσεις αλλά και αποστροφές, καθώς και στην ηδονική δράση των τροφών. Στο παχύσαρκο άτομο η πρόσληψη τροφής αυξάνει με την επίδραση συναισθηματικών ερεθισμάτων και αυτό βελτιώνει το στρες και τα καταθλιπτικά φαινόμενα. Η σχέση αυτή λειτουργεί αργότερα αντανακλαστικά και κάθε φορά που υπάρχει συναισθηματική αστάθεια, το άτομο καταφεύγει στην κατευναστική λύση ενός γεύματος το οποίο είναι σχεδόν πάντα υδατανθρακούχο.
Ο άνθρωπος, λοιπόν τρώει σήμερα περισσότερο. Eίναι όμως αυτό αρκετό για να δικαιολογήσει τη συνεχή και υπέρμετρη αύξηση του βάρους των πληθυσμών;
Οι περισσότερες επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι τα τελευταία 20 χρόνια είναι πολύ μικρή η μέση αύξηση της κατανάλωσης τροφών, ενώ έχει αυξηθεί σημαντικά η κατανάλωση προϊόντων που μειώνουν τις αναγκαστικές καθημερινές μας σωματικές δραστηριότητες (αυτοκίνητα, οικιακές συσκευές, ανελκυστήρες, τηλεχειρισμοί κτλ).
Για τη σύγχρονη, λοιπόν, πανδημία της παχυσαρκίας, έχει σήμερα ενοχοποιηθεί σε μεγάλο ποσοστό η μείωση των καθημερινών σωματικών δραστηριοτήτων, αυτό που ονομάζεται στην αγγλο-σαξονική "Non-exercise activity thyrmogenesis".
Οι καθημερινές δραστηριότητες είναι το ότι κάνουμε κάθε μέρα, εκτός από την οποιασδήποτε μορφής άσκηση. Καλύπτουν χρονικά τα 2/3 της ζωής μας που σημάινει ότι ακόμα και μικρές μεταβολές αυτών, έχουν αθροιστικά πολύ μεγάλες επιδράσεις στο ενεργειακό ισοζύγιο και βέβαια στο σωματικό βάρος.
Διακρίνονται:
Ως λειτουργοί της υγείας, αν θέλουμε να ανακόψουμε τους τραγικά γρήγορους ρυθμούς αύξησης της συχνότητος παχυσαρκίας, θα πρέπει, εκτός από την τροποποίηση της διατροφικής συμπεριφοράς των πληθυσμών, να επανασχεδιάσουμε το περιβάλλον στην εργασία και στο σχολείο για μιά πιό "δραστήρια ζωή".
Λέξεις κλειδιά: Παχυσαρκία, πρόσληψη τροφής, σωματική δραστηριότητα.
Η παχυσαρκία, ως νόσος πλέον, έχει πάρει παγκοσμίως διαστάσεις πανδημίας. Στη χώρα μας, πρόσφατη Πανελλαδική μελέτη της Ελληνικής Ιατρικής Εταιρείας Παχυσαρκίας έδειξε ότι σε άτομα μέσης ηλικίας η συχνότητα υπέρβαρων (Δείκτης μάζας σώματος-ΔΜΣ >25 κλ/μ2) είναι 33% και παχύσαρκων (ΔΜΣ >30) 21%.
Η αύξηση του σωματικού βάρους είναι αποτέλεσμα της αυξημένης πρόσληψης τροφής σε σχέση τις ενεργειακές μας ανάγκες. Το ερώτημα είναι αν το ενεργειακό αυτό περίσσευμα οφείλεται σε αυξημένη ενεργειακή πρόσληψη ή/και σε μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης.
Αιτιολογικά, είναι αναμφισβήτητη σήμερα η επίδραση του κληρονομικού παράγοντα στην εμφάνιση και επιδείνωση της παχυσαρκίας. Μία νέα παράμετρος που έχει δειχθεί ότι επιδρά στο ενεργειακό ισοζύγιο είναι η ενδομήτρια ανάπτυξη, η φάση δηλαδή που τα κύτταρα "προγραμματίζουν" για πρώτη φορά τις μεταβολικές τους λειτουργίες. Νεογνά υπέρβαρα ή ελλειποβαρή έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν αργότερα παχυσαρκία και άλλες μεταβολικές διαταραχές, όπως διαβήτη 2, υπέρταση, δυσλιπιδαιμία και καρδιο-αγγειακές νόσους.
Όμως, η διαιτητική μας συμπεριφορά είναι, κύρια, περιβαλλοντικό φαινόμενο που όμως επιδρά δευτερογενώς στο βιολογικό υπόστρωμα και στο ενεργειακό ισοζύγιο. Aναφέρεται στην ποιότητα της τροφής, στις διαιτητικές προτιμήσεις αλλά και αποστροφές, καθώς και στην ηδονική δράση των τροφών.
Όπως έχει δειχθεί σε μεγάλες και μακροχρόνιες επιδημιολογικές μελέτες στις ΗΠΑ (ΝΗΑΝΕS), η ενεργειακή πρόσληψη του πληθυσμού έχει αυξηθεί τα τελευταία 30 χρόνια κατά 170 Kcal/ημ στους άνδρες και κατά 330 kcal/ημ στις γυναίκες, ποσότητες που δικαιολογούν αύξηση του βάρους, αλλά όχι στα τραγικά σημερινά επίπεδα.
Η αύξηση της θερμιδικής πρόσληψης οφείλεται, εκτός άλλων, στην αύξηση της ενεργειακής πυκνότητος των καταναλισκομένων τροφών. Σήμερα, οι επικρατούσες διατροφικές προτιμήσεις είναι τα γλυκά, οι σοκολάτες, οι πίτσες, τα τυριά, τα λίπη, τα τηγανιτά και γενικά τρόφιμα που σε πολύ μικρό βάρος και όγκο έχουν πολλές θερμίδες. Αυτό είναι ένα κλασσικό φαινόμενο που ευνοεί την αυξημένη ενεργειακή πρόσληψη. Επίσης, έχει δειχθεί (The Baltimore Lingitudinal Study of Aging) ότι άτομα που καταναλώνουν περισσότερο κόκκινο κρέας, πατάτες, γλυκά και αλκοόλ, παχαίνουν περισσότερο και μάλιστα κάνουν μεγαλύτερη εναπόθεση λίπους στην κοιλιακή χώρα, κατανομή που όπως γνωρίζουμε είναι λίαν αθηρωγόνος.
Σημαντική συμμετοχή στην αύξηση της ενεργειακής πρόσληψης έχει και η κατανάλωση χυμών και αναψυκτικών με ζάχαρη, κυρίως στα παιδιά και στους εφήβους.
Τα Fast Food, είναι ένα ακόμα "πλήγμα" στο σωματικό βάρος του σύγχρονου ανθρώπου. Λέγεται ότι είναι νόστιμα και συχνά αποτελλούν λύσεις 1ης ανάγκης. Για το πόσο νόστιμα είναι, απόδειξη είναι το όνομά τους. Λέγεται γρήγορο φαγητό γιατί φαίνεται νόστιμο μόνο όταν τρώγεται γρήγορα....
Και βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε τις "μεγάλες μερίδες" και τις "μεγάλες συσκευασίες". Η βιομηχανία, στην προσπάθειά της να αυξήσει τις πωλήσεις και να κερδίσει νέους πελάτες, προωθεί στη διαφήμιση τη λογική της αγοράς μεγαλύτερης ποσότητας με λιγότερα χρήματα. Αν βέβαια πεισθούμε και "αγοράσουμε", θα αναγκασθούμε να το φάμε "για να μην πεταχθεί".
Ποιοτικοί διατροφικοί παράγοντες που επηρεάζουν το σωματικό βάρος είναι:
Η σχέση πρόσληψης τροφής έχει όμως σημαντική συσχέτιση και με τη ψυχική διάθεση.
Στο παχύσαρκο άτομο η πρόσληψη τροφής αυξάνει με την επίδραση συναισθηματικών ερεθισμάτων και αυτό βελτιώνει το στρες και τα καταθλιπτικά φαινόμενα. H σχέση αυτή λειτουργεί αργότερα αντανακλαστικά και κάθε φορά που υπάρχει συναισθηματική αστάθεια, το άτομο καταφεύγει στην κατευναστική λύση ενός γεύματος το οποίο είναι σχεδόν πάντα υδατανθρακούχο και χρονικά κατανέμεται στις απογευματινές και νυχτερινές ώρες.
Και μια πολύ απλή συμβουλή στο σημείο αυτό. Αν αισθανόμαστε ενοχές την ώρα που τρώμε, συνήθως τρώμε πιο γρήγορα και έτσι τρώμε περισσότερο και βέβαια η ηδονική δράση της τροφής είναι πολύ μικρότερη...
Αν αποφασίσουμε να φάμε κάτι, δεν έχουν θέση οι τύψεις! Ετσι, θα το φάμε αργά, θα το ευχαριστηθούμε περισσότερο και τελικά θα φάμε πολύ λιγότερο...
Ο άνθρωπος λοιπόν τρώει σήμερα περισσότερο. Είναι όμως μόνο αυτό αρκετό για να δικαιολογήσει τη συνεχή και υπέρμετρη αύξηση του βάρους των πληθυσμών;
Οι περισσότερες επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι αν και έχει αυξηθεί λίγο η μέση κατανάλωση τροφίμων, η αύξηση της κατανάλωσης προϊόντων που μειώνουν τις αναγκαστικές καθημερινές μας σωματικές δραστηριότητες (αυτοκίνητα, οικιακές συσκευές, ανελκυστήρες, τηλεχειρησμοί κτλ) είναι σημαντικότερη .
Για τη σύγχρονη λοιπόν πανδημία της παχυσαρκίας, έχει σήμερα ενοχοποιηθεί σε μεγάλο ποσοστό η μείωση των καθημερινών σωματικών δραστηριοτήτων, αυτό που ονομάζεται στην αγγλο-σαξωνική "Non-exercise activity thyrmogenesis".
Οι καθημερινές δραστηριότητες είναι το ότι κάνουμε κάθε μέρα, εκτός από την οποιασδήποτε μορφής άσκηση. Καλύπτουν χρονικά τα 2/3 της ζωής μας που σημαίνει ότι ακόμα και μικρές μεταβολές αυτών, έχουν αθροιστικά πολύ μεγάλες επιδράσεις στο ενεργειακό ισοζύγιο και βέβαια στο σωματικό βάρος.
Διακρίνονται:
Ως λειτουργοί της υγείας, αν θέλουμε να ανακόψουμε τους τραγικά γρήγορους ρυθμούς αύξησης της συχνότητος παχυσαρκίας, θα πρέπει, εκτός από την τροποποίηση της διατροφικής συμπεριφοράς των πληθυσμών, να επανασχεδιάσουμε το περιβάλλον στην εργασία και στο σχολείο για μια πιο "δραστήρια ζωή".