Ενδοκοιλιακή αιμορραγία προωρότητας-Υδροκέφαλος
ΑΛΕΞΙΟΥ Γ.Α., ΓΟΥΒΙΑΣ Θ.Χ. , ΣΦΑΚΙΑΝΟΣ Γ., ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ Ν.
Νευροχειρουργική Κλινική, Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία», Αθήνα
Περίληψη
Η ενδοκοιλιακή αιμορραγία είναι σημαντική αιτία νοσηρότητας και θνητότητας στα νεογνά πολύ χαμηλού βάρους γέννησης. Στην παρούσα ανασκόπηση γίνεται αναφορά στα νεότερα δεδομένα σχετικά με την ταξινόμηση και αιτιοπαθογένεια της αιμορραγίας προωρότητας. Επίσης γίνεται αναφορά στους ως τώρα γνωστούς παράγοντες κινδύνους και στη συμβολή των νεότερων μεθόδων διάγνωσης και πρόγνωσης. Τέλος γίνεται αναφορά στις τρέχουσες θεραπευτικές επιλογές και στις προσπάθειες πρόληψης της. Εγκέφαλος 2010, 47(1):43-48.
Λέξεις κλειδιά: Ενδοκοιλιακή αιμορραγία, προωρότητα, υδροκέφαλος.
Εισαγωγή
Η ενδοκοιλιακή αιμορραγία (ΕΑ) και η περικοιλιακή αιμορραγία (ΠΕ) είναι σημαντική αιτία νοσηρότητας και θνητότητας στα νεογνά πολύ χαμηλού βάρους γέννησης (VLBW). Περισσότερα από 50% των επεισοδίων αιμορραγίας συμβαίνουν στο 1ο 24ωρο ζωής και λιγότερο από 5% αυτών συμβαίνουν μετά την 4η ημέρα.1 Ο κίνδυνος εμφάνισης είναι αντιστρόφως ανάλογος της ηλικίας κύησης και κυμαίνεται από 7 έως 23%. Περίπου το 1/3 των VLBW νεογνών με ΕΑ θα αναπτύξουν μεθαιμορραγικό υδροκέφαλο λόγω απόφραξης του κοιλιακού συστήματος ή των σημείων απορρόφησης του ΕΝΥ και 15% αυτών θα χρειαστούν τοποθέτηση κοιλιο-περιοναϊκής βαλβίδας2.
Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η ανασκόπηση των σύγχρονων δεδομένων σχετικά με την επιδημιολογία, την αιτιοπαθογένεια, τους παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη ΕΑ και τη θεραπευτική αντιμετώπιση αυτής και των επιπλοκών της.
Ταξινόμηση
Η ενδο-περικοιλιακή αιμορραγία μπορεί να ταξινομηθεί σε 4 βαθμίδες (Ταξινόμηση κατά Papile's). Η κατάταξη αυτή, η οποία είναι χρήσιμη για προγνωστικούς λόγους, βασίζεται στα απεικονιστικά ευρήματα και όχι στην παθοφυσιολογία.
Grade I: Υποϋπενδυματική αιμορραγία
Grade II: Ενδοκοιλιακή αιμορραγία χωρίς διάταση των κοιλιών
Grade III: Ενδοκοιλιακή αιμορραγία με διάταση των κοιλιών
Grade IV: Ενδοκοιλιακή και ενδοπαρεγχυματική αιμορραγία
Παθογένεια
Η περι-ενδοκοιλιακή αιμορραγία πιστεύεται ότι προκαλείται από τριχοειδική αιμορραγία. Η πρωτοπαθής βλάβη αρχίζει από τα μικρά αγγεία της υποεπενδυματικής βλαστικής στιβάδας (ΒΣ). Η ΒΣ είναι μια μεταβατική ζελατινώδης περιοχή, που βρίσκεται στο επίπεδο του τρήματος του Monro και προς τις πλάγιες κοιλίες. Κατά τη διάρκεια της εμβρυικής ανάπτυξης είναι η περιοχή όπου οι νευρώνες πολλαπλασιάζονται και μεταναστεύουν προς τις άλλες περιοχές του εγκεφάλου. Περίπου στην 20η εβδομάδα κύησης η των νευρώνων σταματά αλλά συνεχίζεται αυτή των νευρογλοιακών κυττάρων. Η βλαστική στοιβάδα υποστηρίζει τον πολλαπλασιασμό και τη διαφοροποίηση των νευρογλοιακών κυττάρων μέχρι την 32η εβδομάδα κύησης. Η αιμάτωση αυτής της περιοχής γίνεται από ένα εύθραυστο τριχοειδικό δίκτυο. Τα κύτταρα της βασικής στιβάδας είναι πλούσια σε μιτοχόνδρια και γι' αυτό παρουσιάζουν μεγάλη ευαισθησία στην ισχαιμία3,4.
Δύο παράγοντες που συμβάλουν στην ανάπτυξή της ΕΑ είναι η απώλεια του εγκεφαλικού αυτορρυθμιστικού μηχανισμού και οι απότομες αλλαγές στην εγκεφαλική ροή αίματος και την πίεση. Τα περισσότερα υγιή νεογνά που γεννήθηκαν πρόωρα έχουν κάποια δυνατότητα να ρυθμίσουν την εγκεφαλική ροή αίματος μέσω της αυτορρύθμισης. Ωστόσο, η δυνατότητα αυτορρύθμισης χάνεται σε ορισμένες περιστάσεις και συχνά διαταράσσεται στα πολύ πρόωρα νεογνά με πνευμονική νόσο. Οι Perlman και συνεργάτες (συν) και o Volpe και συν απέδειξαν ότι η απώλεια αυτού του αυτορρυθμιστικού μηχανισμού οδηγεί στην εμφάνιση της αιμορραγίας3-7.
Παράγοντες κινδύνου
Ένας μεγάλος αριθμός παραγόντων έχουν ενοχοποιηθεί για την ανάπτυξη περι-ενδοκοιλιακής αιμορραγίας. Η μικρή ηλικία κύησης και το χαμηλό βάρος γέννησης,8-15 το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της κύησης16, η ισχιακή προβολή12, το φύλο12,14,17, η πρόωρη ρήξη των υμένων13,18, η ενδομήτρια λοίμωξη13,18-20, το είδος του τοκετού12,17,18,21,22, ο παρατεταμένος τοκετός8,23, η ανάγκη ανάνηψης και διασωλήνωσης8,14,23, η μεταφορά του νεογνού σε άλλη μονάδα14,23, ΣΑΔ14,18, η σήψη24,25, ο πνευμοθώρακας9, οι συχνές ενδοτραχειακές αναρροφήσεις8,23, η μεταβολική οξέωση και η ταχεία χορήγηση διττανθρακικών17,23, ο αερισμός υψηλής συχνότητας26. Η υπέρταση της κύησης σχετίζεται σε μικρότερο βαθμό με IVH12,27.
Σύμφωνα με τον Linder και συν η πρώιμη σήψη και η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή φαίνεται να είναι ανεξάρτητοι παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη ΕΑ1.
Διάγνωση
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '70 η διάγνωση της περι-ενδοκοιλιακής αιμορραγίας στηριζόταν στην νευρολογική εξέταση του ασθενούς και σε ορισμένες περιπτώσεις επιβεβαιωνόταν από τα νεκροτομικά ευρήματα. Με την είσοδο της η αξονική τομογραφία (ΑΤ) χρησιμοποιήθηκε ως απεικονιστική μέθοδο εκλογής. Ωστόσο, διαπιστώθηκε ότι πολλές περιπτώσεις περι-ενδοκοιλιακής αιμορραγίας που διαπιστώθηκαν με την ΑΤ ήταν κλινικά σιωπηλές, όπως και περιπτώσεις με κλινική σημειολογία και φυσιολογική ΑΤ. Βέβαια και η ακτινική επιβάρυνση της ΑΤ δεν είναι αμελητέα.
Σήμερα πλέον χρησιμοποιείται το υπερηχογράφημα εγκεφάλου, μια εύκολη και μη επεμβατική μέθοδος, η οποία αντικατέστησε την αξονική τομογραφία εγκεφάλου και αποτελεί τη μέθοδο πρώτης εκλογής. Επίσης, η μαγνητική τομογραφία αποδεικνύεται χρήσιμη στην παρακολούθηση των απώτερων αποτελεσμάτων της σοβαρής αιμορραγίας28.
Αντιμετώπιση μεθαιμορραγικού υδροκέφαλου
Στο 15% των νεογνών που θα εγκατασταθεί μεθαιμορραγικός υδροκέφαλος απαιτείται άμεση αντιμετώπιση. Η αντιμετώπιση είναι πιο δύσκολη από αυτή υδροκεφάλων άλλης αιτιολογίας, μιας και οι μεγάλες ποσότητες αίματος και πρωτεϊνών στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό (ΕΝΥ) σε συνδυασμό με την κλινική αστάθεια του ασθενή καθιστούν αδύνατη την τοποθέτηση κοιλιο-περιτοναικής βαλβίδας στα αρχικά στάδια. Έτσι, αρχικά συνίσταται η διαλείπουσα αφαίρεση ΕΝΥ μέσω παρακέντησης του κοιλιακού συστήματος, τοποθέτησης reservoir ή οσφυονωτιαίας παρακέντησης. Η τακτική όμως αυτή δεν φαίνεται να καθυστερεί την εξέλιξη προς την πιθανή τοποθέτηση κοιλιο-περιτοναϊκής βαλβίδος. Στην περίπτωση που τα προηγούμενα μέσα δεν αποδώσουν, τοποθετείται αρχικά εξωτερική παροχέτευση του ΕΝΥ και σε δεύτερο χρόνο, μετά την μείωση των αιμορραγικών στοιχείων, τοποθέτηση κοιλιο-περιτοναϊκής βαλβίδος. Κατά αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται άμεση λύση στο πρόβλημα του υδροκεφάλου. Ωστόσο, διαχρονικά υπάρχει πάντα ο κίνδυνος επιπλοκών. Η ενδοσκοπική κοιλιοστομία της 3ης κοιλίας, κατά την οποία δημιουργείται επικοινωνία μεταξύ της 3ης κοιλίας και του υπαραχνοειδούς χώρου, έχει επίσης εφαρμοστεί αλλά αναδείχθηκε αναποτελεσματική λόγω της επικοινωνούσας φύσης του υδροκέφαλου.
Προσπάθειες μη επεμβατικής αντιμετώπισης με χρήση φουροσεμίδης και ακεταζολαμίδης όχι μόνο δεν απέδωσαν αλλά παρατηρήθηκε και μεγαλύτερη νοσηρότητα29. Η ινοδόλυση με ενδοκοιλιακή έγχυση στρεπτοκινάσης έχει επίσης δοκιμαστεί αλλά φαίνεται να σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο μηνιγγίτιδας και επαναιμορραγίας30. Επίσης, η χορήγηση φαινοβαρβιτάλης, η οποία προτάθηκε λόγω ικανότητας διατήρησης της αρτηριακής πίεσης και εξουδετέρωσης των ελευθέρων ριζών, είναι αναποτελεσματική και ίσως αυξάνει την ανάγκη μηχανικού αερισμού31.
Ο Whitelaw και συν σε τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή συνέκριναν την συνεχόμενη έκπλυση του ΕΝΥ μέσω εξωτερικής παροχέτευση και χρήση ινοδολυτικών με την τοποθέτηση reservoir και επανειλημμένων παρακεντήσεων σε ομάδα 70 νεογνών. Οι συγγραφείς κατέληξαν στο ότι δεν υπήρχε κανένα όφελος από την χρήση ινωδολυτικών με ταυτόχρονη έκπλυση του ΕΝΥ ενώ επιπλεόν η επαναιμορραγία ήταν πιο συχνή σε αυτή την ομάδα ασθενών32.
Τελευταία προσπάθειες γίνονται μέσω της μείωσης του Transforming Growth Factor beta (TGF-β) που ενοχοποιείται για την εκδήλωση της αιμορραγίας με την χορήγηση Pirfenidone και losartan, όπως επίσης υπό διερεύνηση είναι ο ρόλος του αιμοστατικού παράγοντα rVIIa33,34.
Πρόγνωση
Η πρόγνωση (θνητότητα και μακροπρόθεσμα νευρολογικά ελλείμματα) εξαρτάται από τη σοβαρότητα της αιμορραγίας. Σύμφωνα με τον Kadri και συν για τις αιμορραγίες σταδίου Ι και ΙΙ η πρόγνωση είναι σχετικά καλή με ποσοστά θνητότητας 38% και 66% αντίστοιχα ενώ για τις αιμορραγίες σταδίου ΙΙΙ η πρόγνωση είναι χειρότερη με ένα ποσοστό θνητότητας 86%. Στη μελέτη αυτή η θνητότητα στην σταδίου IV αιμορραγία, η οποία γενικά σχετίζεται με απώτερες επιπλοκές, ήταν 100%28.
Σύμφωνα με τον Adams-Chapman συν τα νεογνά με σταδίου IV αιμορραγία τα οποία χρειάζονται τοποθέτηση κοιλιο-περιτοναϊκής βαλβίδας εμφανίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο για εμφάνιση νευροαναπτυξιακών ελλειμμάτων (με εξαίρεση τα προβλήματα ακοής) σε σχέση με αυτά στα οποία δεν τοποθετείται κοιλιο-περιτοναϊκής βαλβίδας. Οι σοβαρότερες μορφές ΕΑ σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης νευρολογικών ελλειμμάτων. Νοητική καθυστέρηση, σπασμοί και εγκεφαλική παράλυση έχουν αναφερθεί στο 45 έως 86% τον νεογνών με ΕΑ35-38. Επίσης η περικοιλιακή λευκομαλακιά είναι πολύ συχνή σε αυτά τα νεογνά39. Νεογνά με σοβαρού βαθμού IVH και μεθαιμορραγικό υδροκέφαλο που απαιτεί την τοποθέτηση κοιλιο-περιοτοναϊκής βαλβίδας βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για την ανάπτυξη κινητικών και νοητικών ελλειμμάτων. Αν και ένα μικρό ποσοστό αυτών των νεογνών δείχνουν νευρολογικά υγιή στην ηλικία 18-22 μηνών, είναι απαραίτητη η παρακολούθησή τους μέχρι τη σχολική ηλικία. Εντούτοις, αυτοί οι ασθενείς συνεχίζουν να αντιπροσωπεύουν μια εξαιρετικά υψηλού κινδύνου ομάδα νεογνών για δυσμενή νευροαναπτυξιακή έκβαση2.
Πρόληψη
Σύμφωνα με μελέτες η ινδομεθακίνη, ένας αναστολέας της κυκλοοξυγενάσης που χρησιμοποιείται ευρέως για τη σύγκλιση του αρτηριακού πόρου, φαίνεται να μειώνει την επίπτωση της IVH στα πολύ χαμηλού βάρους γέννησης νεογνά40-45. Ωστόσο η ινδομεθακίνη δε χρησιμοποιήθηκε ποτέ ευρέως λόγω τον ανεπιθύμητων ενεργειών από τους νεφρούς και τον γαστρεντερικό σωλήνα. Η χρησιμοποίηση της ιμπουπροφένης ως εναλλακτικού της ινδομεθακίνης αποδείχθηκε αναποτελεσματική46.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ