|
Το σύνδρομον της χρονίας κοπώσεως: αυτοτελής νόσος ή το προοίμιον ενός δράματος;
ΣΤΑΥΡΟΣ Ι. ΜΠΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
Α' Νευρολογική Κλινική Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Περίληψις
Δεν είναι ασύνηθες το γεγονός ασθενείς να αιτιώνται διά διηνεκές αίσθημα κοπώσεως χωρίς να ανευρίσκεται εν τούτοις, συγκεκριμένον οργανικόν αίτιον. Εις την προσπάθειαν εντάξεως της καταστάσεως αυτής εις κάποιον νοσολογικόν πλαίσιον, εισήχθη ο όρος "Σύνδρομον της Χρονίας Κοπώσεως". Εις τα πλαίσια του εν λόγω συνδρόμου ενετέθησαν ασθενείς, οι οποίοι αιτιώνται διά συνεχές αίσθημα κοπώσεως τουλάχιστον επί εξάμηνον, οι οποίοι (α) δεν πάσχουν από συγκεκριμένην νόσον, δυναμένην να προκαλέση το αίσθημα της κοπώσεως, (β) δεν υφίστανται έντονον σωματικήν άσκησιν ή φυσικήν καταπόνησιν (γ) δεν έχει προηγηθή νεοπλασματική νόσος ή λοίμωξις των ιών της ηπατίτιδας Β ή C, (δ) δεν πάσχουν ούτοι εκ μελαγχολίας, διπολικής ψυχώσεως, σχιζοφρενείας ανοίας, ψυχογενούς ανορεξίας ή ψυχογενούς βουλημίας και (ε) δεν είναι ούτοι από διετίας εξηρτημένοι εκ της αιθυλικής αλκοόλης ή εξ ετέρων εξαρτησιογόνων ουσιών. Σταθερά αιτίασις όλων ·των πασχόντων είναι η διατήρησις του αισθήματος της κοπώσεως και μετά από παρατεταμένην σωματικήν ανάπαυσιν ή βελτίωσιν των διαιτητικών συνθηκών των. Η πρακτική δυσχέρεια εις την διερεύνησιν του συνδρόμου της χρονίας κοπώσεως, συνίσταται εις το γεγονός ότι η όλη προσέγγισις αυτού επιτελείται επί τη βάσει των υποκειμενικών αιτιάσεων των πασχόντων, χωρίς να υφίσταται σαφές οδηγόν σημείον εκ της αντικειμενικής κλινικής εξετάσεως, το οποίον θα επέτρεπεν την διενέργειαν εξειδικευμένων παρακλινικών εξετάσεων. Εντός μίας δεκαετίας 1980-1990 εμελετήσαμεν 128 περιπτώσεις ασθενών, οι οποίοι εχαρακτηρίσθησαν ως πάσχοντες εκ του συνδρόμου της χρονίας κοπώσεως επί τη βάσει των υποκειμενικών αιτιάσεων και της εκ παραλλήλου πλήρους ελλείψεως αντικειμενικών κλινικών ή εργαστηριακών στοιχείων, τα οποία θα ηδύνατο να στοιχειοθετήσουν ετέραν συγκεκριμένην νοσολογικήν οντότητα. Εκ των ασθενών οι 48 ήσαν άνδρες και αι 80 γυναίκες. Η μέση ηλικία των ανδρών ανήρχετο εις 37 έτη και των γυναικών εις 34 έτη. Αι σημαντικότεραι αιτιάσεις των πασχόντων κατά το πρώτον έτος της παρακολουθήσεως των ήσαν (α) το συνεχές αίσθημα της κοπώσεως, (β) το αίσθημα της καταβολής των δυνάμεων, (γ) το αίσθημα της κεφαλαλγίας, (δ) αι διαταραχαί του ύπνου, (ε) η ανορεξία, (ς) τα διάχυτα μυϊκά άλγη, (ζ) το αίσθημα της αιμωδίας κατά τα άκρα, (η) η έλλεψις επιθυμίας προς εργασίαν, (θ) ο φόβος ενδεχομένης σοβαράς νόσου και (ι) το αίσθημα της νοητικής κοπώσεως. Η παρακολούθησις των ασθενών μετά από έν έτος και κατά την πρώτην πενταετίαν από της ενάρξεως των αιτιάσεων των απεκάλυψαν, ότι το αίσθημα της συνεχούς κοπώσεως εις 46 εξ αυτών ήτοι εις 35,9% υφέθη και σταδιακώς έπαυσεν να υφίσταται. Τρείς εκ των ασθενών, γυναίκες, ήτοι 2,34%, ενεφάνισαν νευρολογικά φαινόμενα, τα οποία συνέκλινον προς την διάσπαρτον απομυελίνωσιν, η οποία επεσφραγίσθη διαγνωστικώς διά της μαγνητικής τομογραφίας και του νευροανοσοβιολογικού ελέγχου. Πέντε εκ των ασθενών, ήτοι 4%, ενεφάνισαν νεοπλασίας. Τρείς εκ των ασθενών, ήτοι 2,34%, είς ανήρ και δύο γυναίκες παρουσίασαν εντός της πρώτης τριετίας από της εμφανίσεως του αισθήματος της κοπώσεως μνημονικάς διαταραχάς και διαταραχάς της συμπεριφοράς, αι οποίοι κατόπιν του γενομένου ελέγχου απεδόθησαν εις την νόσον του Αlzheimer. Εις εκ των ασθενών, μία γυνή, ήτοι 0,79%, δύο έτη από της εμφανίσεως των πρώτων φαινομένων της κοπώσεως και της αδυναμίας, ανέπτυξεν σαφή μυασθενικά φαινόμενα. Οκτώ εκ των ασθενών, ήτοι 6,25%, παραλλήλως προς το αίσθημα της συνεχούς κοπώσεως, ήρχισαν να αιτιώνται διά αίσθημα δυσανεξίας προς το αντικείμενον της εργασίας των, διαταραχάς του ύπνου και κεφαλαλγίαν, ανορεξίαν, αίσθημα ανασφαλείας, ιδέας καταθλιπτικού περιεχομένου και δύο εξ αυτών αισθήματα αυτομομφής, έν έτος από της εμφανίσεως των αρχικών φαινομένων.
Εκ των ανωτέρω καταφαίνεται ότι το σύνδρομον της χρονίας κοπώσεως αποτελεί κλινικήν οντότητα, η οποία αντικατοπτρίζει αιτιάσεις των πασχόντων, μη συνοδευομένας, εντός συγκεκριμένων χρονικών πλαισίων, υπό αντικειμενικών ευρημάτων. Εν τούτοις η κριτική παράμετρος του εξαμήνου διαστήματος έχει σχετικήν και πεπερασμένην αξίαν δεδομένου ότι εις ευρύτερον των έξ μηνών διάστημα είναι δυνατόν να αναπτυχθούν νοσολογικαί οντότητες, αι οποίοι εγκρύπτοντο εντός των γενικών αισθημάτων της κοπώσεως και της καταβολής.